
Προσωπικές (244)
Η εικαστικός Γεωργία Σαγρή αφηγείται τη ζωή της
Επιλέγουσα ή Συντάκτρια Ράνια Ροκιάστον M.HULOT. Γεννήθηκα στον Κολωνό, σε μια περιοχή που όταν ήμουν μικρή είχε χωράφια και αλάνες, σε μια οικογένεια την οποία σημάδεψε η ιστορία ενός έρωτα. Ο πατέρας μου είδε τη μητέρα μου στο πεζοδρόμιο, περνώντας από τη λεωφόρο στα Μέγαρα, και κατέβηκε για να τη γνωρίσει. Την ερωτεύτηκε τρελά και έμεινε εκεί για να της κάνει κόρτε. Ο πατέρας μου πέθανε νωρίς, όταν ήμουν πολύ μικρή, αλλά η μητέρα μου είχε πάντα αυτόν τον έρωτα μέσα της, δεν ξαναπαντρεύτηκε. Για μένα, η μητέρα μου είναι το πρότυπο της απόλυτης αγάπης για τα πράγματα, για τους ανθρώπους, για τον σύντροφο, με άλλες αξίες. Αυτό το πράγμα είναι το βαρίδι της οικογένειας και το δικό μου το προσωπικό, ένα εσωτερικό βαρίδι, συναισθηματικό, που μου υπενθυμίζει ότι υπάρχει έρωτας, υπάρχει αγάπη, υπάρχουν σχέσεις, μπορείς να δημιουργήσεις αυτές τις σχέσεις, δεν είναι κάτι ευτελές.
Η βραβευμένη αρχαιολόγος Ντόρα Βασιλικού αφηγείται τη ζωή της στον Γ.Πανταζόπουλο
Επιλέγουσα ή Συντάκτρια Σούζη ΠαλαιοκώσταΗ αρχαιολόγος που έχει ασχοληθεί ενδελεχώς με τη ζωή και την τέχνη των Μυκηναίων μιλά για τη μελέτη του ανθρώπινου παρελθόντος και τις αναγωγές στη σύγχρονη εποχή.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα, σε ένα αστικό περιβάλλον, σε μια μονοκατοικία στους πρόποδες του Λυκαβηττού. Για μένα, ήταν πολύ θετικό το γεγονός ότι κατοικούσαμε τόσο κοντά στον λόφο. Σου παρείχε μια εγγύτητα στη φύση και θυμάμαι πολύ έντονα τους οικογενειακούς περιπάτους στα δρομάκια, ανάμεσα στα δέντρα, ή τις επισκέψεις στο εκκλησάκι των Αγίων Ισιδώρων. Ήμουν μοναχοπαίδι, με αποτέλεσμα να περνώ πολύ χρόνο μόνη μου. Αφενός δέχεσαι όλη την αγάπη των γονιών σου όταν μεγαλώνεις χωρίς αδέρφια, αφετέρου δεν έχεις παρέα όταν τη χρειάζεσαι. Παρότι δεν είχα παράπονο ως το μοναδικό παιδί της οικογένειας, φρόντισα με τη σειρά μου να αποκτήσω δύο παιδιά, έναν γιο και μια κόρη.
Κώστας Κουτσολέλος: Είναι εύκολο να τα βάζεις με το κράτος, αλλά θέλει πολύ θάρρος να αντιπαρατεθείς στον τάδε διακεκριμένο σκηνοθέτη ή παραγωγό
Επιλέγων ή Συντάκτης Τρύφων ΜπεκετιάδηςΗθοποιός και σκηνοθέτης. Γεννήθηκε και ζει στην Καλλιθέα. Σε μια σαρωτική ανακεφαλαίωση όσων έζησε και ζήσαμε, μιλά στον Θοδωρή Αντωνόπουλο για την άθλια εργασιακή κατάσταση στον χώρο του θεάτρου, την ψεύτικη ομοθυμία των καλλιτεχνών, τις νέες απαγορεύσεις της πανδημίας και την πεζή, τρομακτική ζωή γύρω απ' το Ίντερνετ.
Από τότε που με θυμάμαι μένω στην Καλλιθέα. Εκεί μεγάλωσα, εκεί είναι το πατρικό μου, αλλά δεν της έχω κάποια ιδιαίτερη εκτίμηση, είναι μια μάλλον αδιάφορη περιοχή. Κατά τα άλλα, θα με δεις στα Πετράλωνα, θα με δεις ακόμα συχνότερα στα Εξάρχεια, που, παρότι κι εκεί θα συναντήσεις γραφικότητες και μαλακίες, συγκριτικά με άλλες συνοικίες παραμένει Νο1 με διαφορά, πώς να το κάνουμε!
Η μητέρα του δολοφονημένου από τη Χρυσή Αυγή, Παύλου Φύσσα, σύμβολο αξιοπρέπειας και αγώνα ενάντια στις σκοτεινές ορμές της Ελλάδας, μιλά για τη ζωή της και όσα τη σημάδεψαν σε μια σπάνια προσωπική συνέντευξη. Του Γιάννη Πανταζόπουλου.
Γεννήθηκα το 1960 στο Χαλκιόπουλο Αιτωλοακαρνανίας. Είμαι το τελευταίο παιδί μιας οικογένειας με επτά παιδιά και απόγονος του Γεώργιου Καραϊσκάκη. Μεγάλωσα στα χωριά του Βάλτου, στους κόλπους μιας αγροτικής οικογένειας, ως την ηλικία των δώδεκα ετών, οπότε αποφασίσαμε να μετακομίσουμε στην πρωτεύουσα. Ο πατέρας μου ήταν κτηνοτρόφος ‒μια περίοδο ήταν και αγροφύλακας‒, ενώ η μητέρα μου βοηθούσε κι εκείνη στις γεωργικές εργασίες, παρά τις αυξημένες υποχρεώσεις μιας πολύτεκνης οικογένειας. Όταν ήρθαμε στην πόλη, ο πατέρας μου δούλεψε στα λιπάσματα, ενώ η μητέρα μου παρέμεινε νοικοκυρά.
Μαρία Κίτσου, η ζωή της πέρα από τις αγριομέλισσες και τον Μακμπέθ
Επιλέγων ή Συντάκτης Φώτης ΝυχτολέαςΓεννήθηκα στην Αθήνα, στα δυτικά προάστια, και μεγάλωσα στο Αιγάλεω και στο Χαϊδάρι, σε ένα περιβάλλον πολύ αυστηρό, με ατσάλινη πειθαρχία, το οποίο δεν θα έλεγα ότι ήταν απολύτως ιδανικό και ειδυλλιακό για ένα παιδί. Από την πλευρά του πατέρα μου είμαστε πρόσφυγες από τη Σμύρνη, από τη μεριά της μητέρας μου από Μάνη, Καλάβρυτα και νομό Ηλείας. Ένας συνδυασμός εκρηκτικός. Ο πατέρας μου ήταν αξιωματικός της Αεροπορίας στη στρατιωτική βάση της Τανάγρας ‒ είναι οι πρώτες έντονες μνήμες που έχω και αναπολώ εκείνη την περίοδο.
Δημήτρης Πουλικάκος: «Ώσπου να 'ρθουν τα καλύτερα, θα περάσουμε τα χειρότερα... Τα πάντα ρει!»
Επιλέγων ή Συντάκτης Λάκης ΙγνατιάδηςΘοδωρής Αντωνόπουλος: Μια απολαυστική συζήτηση επί παντός –ή σχεδόν– επιστητού με τον αντιπροσωπευτικότερο εν ζωή «πρέσβη» της εγχώριας αντικουλτούρας, με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου του «Φρυκτωρίες ή Πόσο ζουν οι μύγες»
Ακόμα κι ένας έμπειρος γραφιάς μπορεί να κομπλάρει προς στιγμή σαν βρεθεί απέναντι σε ένα «ιερό τέρας», όσο οικείο κι αν του είναι από ακούσματα και θεάματα (διότι εκτός από μουσικός, συνθέτης, περφόρμερ και ραδιοφωνικός παραγωγός, ο Μήτσος διατέλεσε επίσης ηθοποιός, με συμμετοχές σε πάνω από 80 ταινίες και δύο βραβεία α' και β' ανδρικού ρόλου) ήδη από τη νιότη του. Είσαι με τον ροκ γερόλυκο τον Πουλικάκο, έναν ζωντανό θρύλο, πίνετε ζεστό τσαγάκι στο σπίτι του στα Εξάρχεια. Ωραία. Και τώρα, τι τον ρωτάς που τα έχει πει όλα –ή σχεδόν όλα– τόσες και τόσες φορές; Πώς, έπειτα, αποφεύγεις την παγίδα κοινότοπων ερωτήσεων που θα καταλήξουν να γελάτε παρέα με τη σπουδαιοφανή τους διατύπωση; «Κοίτα, το ποιος είμαι, από πού κρατάω, τι έκανα ως τώρα στη ζωή μου κ.λπ. δεν χρειάζεται να τα πιάσουμε, είναι πράγματα γνωστά κι αν κάποιος αναζητά λεπτομέρειες, ας σερφάρει στο Δίκτυο. Σημασία έχει το τι γίνεται τώρα. Αυτό ενδιαφέρει, γι΄αυτό ας μιλήσουμε!» λέει χαλαρώνοντας το κλίμα.
Ο ζωγράφος Γιώργος Ρόρρης έχει εχθρό τη θολούρα κι έλκεται από τον άγνωστο κόσμο της γυναίκας
Επιλέγουσα ή Συντάκτρια Σούζη ΠαλαιοκώσταMερόπη Κοκκίνη, 10.11.19. Το ουσιώδες κομμάτι της ζωής που ονομάζεται «παιδική ηλικία» το πέρασα στο χωριό μου ή, μάλλον, στα χωριά μου, διότι έχω μεγαλώσει σε δύο χωριά. Γεννήθηκα το 1963 στον Κοσμά Κυνουρίας στην Αρκαδία, ένα χωριό που βρίσκεται σε υψόμετρο 1.150 μέτρων. Ένα όμορφο μέρος που, όταν εγώ ήμουν μικρός, παρουσίαζε την εξής ιδιομορφία: επειδή το '43 πυρπολήθηκε από τους Γερμανούς, τα μισά σπίτια ήταν ανακατασκευασμένα και κατοικούνταν και τα άλλα μισά ήταν χαλάσματα κι ερείπια που η φύση είχε αρχίσει να καταλαμβάνει – στο εσωτερικό τους φύτρωναν δέντρα. Αυτά τα χαλάσματα, λοιπόν, ήταν το ιδανικό μέρος για να παίζουμε εμείς τα παιδιά κρυφτό και κυνηγητό. Στο χωριό δεν υπήρχαν αυτοκίνητα και ο ηλεκτρισμός έκανε κάποια χρόνια μέχρι να φτάσει και σ' εμάς.
Οι ποιητές του ζωγράφου Γιάννη Ψυχοπαίδη
Επιλέγων ή Συντάκτης Μανώλης ΡοσμαράκηςΣυνέντευξη του Γιάννη Ψυχοπαίδη στον Στέφανο Τσιτσόπουλο με αφορμή την αναδρομική έκθεση «Ποιητικά» που παρουσιάζεται στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Aνταμώνουμε εντός, Εθνική Βιβλιοθήκη, τέταρτος όροφος. Μακρά, συστηματική, συνεχής και δοκιμασμένη μέσα στα χρόνια της καλλιτεχνικής πορείας του, η σχέση του Γιάννη Ψυχοπαίδη με την ποίηση καταλαμβάνει ένα ευρύ πεδίο του δημιουργικού του έργου αλλά και το συνολικό θέμα-θέαμα της έκθεσης με τίτλο «Ποιητικά» στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Η μαγείρισσα Feyrouz αφηγείται τη ζωή της στον M.Hulot
Επιλέγουσα ή Συντάκτρια Σούζη ΠαλαιοκώσταΓεννήθηκα στην Αντιόχεια, σε ένα μικρό χωριό, τη Σαμάλτα, τρίτη κόρη μιας χριστιανικής οικογένειας. Ο πατέρας μου ήταν ψάλτης και όταν ήμουν 40 ημερών η τύχη μου άνοιξε γιατί τον έστειλαν στην Αλεξανδρέττα, έτσι μεγάλωσα εκεί. Μετά οι γονείς μου έκαναν άλλα δύο παιδιά, αγόρια. Κάθε Κυριακή πηγαίναμε στην εκκλησία και μετά γυρνάγαμε στο σπίτι, μια μικρή γκαρσονιέρα, όπου ερχόταν πολύς κόσμος και τρώγαμε και γλεντάγαμε. Συνέχεια είχαμε πάρα πολύ κόσμο. Ο πατέρας μου, εκτός από ψάλτης, ήταν και διερμηνέας και τραγουδιστής και σε κάθε γλέντι αυτός τραγούδαγε κι εγώ έπαιζα τουμπερλέκι.
Σκέψεις και έργα του ιδρυτή της APIVITA Νίκου Κουτσιανά, της Τ. Επτακοίλη
Επιλέγων ή Συντάκτης Λάκης ΙγνατιάδηςΑνήκει στην πρώτη μεταπολεμική γενιά, την τόσο ταλαιπωρημένη. Γεννήθηκε σε ένα μικρό χωριό του Δομοκού, τα Γαβράκια. Ο πατέρας του σκοτώθηκε στη διάρκεια του Εμφυλίου. «Ημουν μόλις ενός έτους και τα αδέλφια μου έξι και τριών. Δεν τον θυμάμαι καθόλου. Θυμάμαι, όμως, όσα ακολούθησαν τον θάνατό του, τη δυστυχία που περάσαμε, τον κατατρεγμό, το “ουαί τοις ηττημένοις”. Παπούτσια φόρεσα για πρώτη φορά στα οκτώ μου χρόνια. Δυσκολεύτηκα να τελειώσω το Δημοτικό γιατί άλλοτε υπήρχε δάσκαλος στο χωριό μας κι άλλοτε όχι».