Ναι, όταν σφίγγει για τα καλά η θηλειά στο λαιμό μου, όταν δεν έχει σοκάκι να περάσω, μέρος για να ανασάνω και που συχνά προσπαθώ να την ξεσφίξω. Άλλο; Φάσεις και καταστάσεις, γεγονότα και συμβάντα, που μπορεί να είναι ένα λουλούδι που φύτρωσε από μόνο του στο πεζοδρόμιο, ένα υπέροχο γκολ, ένα πεντανόστιμο φαγητό, ένα αναπάντεχο χαμόγελο, μια σκηνή απείρου κάλους, μια αυθόρμητη διαδήλωση εδώ κι εκεί και παντού, μια παρορμητική φωνή του ενός εναντίον της σιωπής όλων που βολεύονται ή φοβούνται ή δεν τους νοιάζει, ιδιαίτερα σε δημόσιους χώρους, και άλλα πολλά, μικρά και μεγάλα. Ναι, βεβαίως, κι όταν μπλέξω με το βάσανο της αυτοκριτικής που αν πετύχει πάντα είναι η πιο επώδυνη ανάσταση, αλλά και η πιο ουσιαστική. Και φυσικά έργα τέχνης, ιδιαίτερα από αυτές που αγαπώ ( σινεμά, μουσική, λογοτεχνία). Αυτά όταν με αγγίζουν νιώθω σαν να αρχίζουν να λιώνουν μέσα μου οι πάγοι, συνήθως για λίγο, αρκετά όμως για να μου θυμίσει τι σημαίνει να είσαι ζωντανός.
Εντάξει, έρχομαι στο ψητό. Άλλοτε τυχαία και άλλοτε ψάχνοντας το τελευταίο διάστημα, άκουσα αρκετά τραγούδια, που τα περισσότερα τα είχα ξανακούσει. Από αυτά διάλεξα 7 που ένιωσα ότι με "ανέστησαν" και πάλι.Τέσσερα από αυτά είναι ξένα και τρία ελληνικά. Θα χαρώ αν έστω κι ένα από αυτά ακούγοντάς το την κατάλληλη στιγμή σας προκαλέσει μία ευφορία, που όλοι ξέρουμε εκ πείρας ότι και λίγο να κρατήσει στην τελική, μακροπρόθεσμα, δουλεύει υπέρ μας.
Το "Θέλω να πάψεις να γελάς", στίχοι μουσική Σταύρος Τζουανάκος ( Πειραιάς, 1925 - Φλώριντα, Η.Π.Α, 1974) μου άρεσε όπως μου αρέσουν πολλά τραγούδια, ελληνικά και ξένα. Κάποιο βροχερό πρωινό όμως, αγουροξυπνημένος το τραγουδούσα με το μυαλό μου, και δεν ξέρω πως έγινε και βρέθηκα στο δωμάτιο του Τζουανάκου κι έγινα ένα μ'αυτόν την ώρα που το έγραφε, κι ένιωσα εκείνο το τρομερό δίδυμο του πόνου και της οργής που τον είχε κυριεύσει. Ναι, ήρθα στη θέση του και ήθελα κι εγώ να πάψει να γελά η πρασινομάτα. Και από τότε όποτε το ακούω είναι σαν να ζω αυτά που λέει το τραγούδι, να τα νιώθω λες και τα πέρασα κι εγώ. Όπως και τη λύτρωση που πρέπει να ένιωσε όταν κατάφερε και πέρασε το θυμό του και τη θλίψη του του σ'αυτό το τραγούδι. Εδώ το Θέλω να πάψεις να γελάς είναι στη δεύτερη εκτέλεση του '55 με την Ρένα Ντάλια και δεύτερη φωνή τον Γιάννη Παπαϊωάννου που πήγε πολύ καλά. Η πρώτη εκτέλεση το '49 με τους Α. Σπαγαδώρο και Μ.Χιώτη πήγε σχεδόν άπατη, παρόλο που τη βρήκα καλή (ΕΔΩ ) .
Το 2021 ο Γιώργος Γούσης γύρισε την ταινία "Μαγνητικά πεδία". Μου άρεσε αρκετά. Σε κάποια σκηνή η πρωταγωνίστρια Έλενα Τοπαλίδου τραγουδά μία διασκευή του "Θέλω να πάψεις να γελάς". Που είναι όντως μία διασκευή. Η διαφορά βρίσκεται που ενώ στο πρωτότυπο αυτός που υποφέρει από τα καμώματα της άπιστης με θυμό ζητά την τιμωρία της, στη διασκευή ένιωσα ότι λυπάται για την τιμωρία που θέλει. Και γι' αυτήν την αλλαγή παίζει ρόλο και το ύφος και η ερμηνεία της Τοπαλίδου. Στο βίντεο είναι όλη η σκηνή από την ταινία. Θέλω να πάψεις να γελάς θέλω να κλαις
Είχα τον κήπο της Εδέμ (2018), του Θανάση Παπακωσταντίνου με τον Σωκράτη Μάλαμα. Τα δύο αστέρια μας δηλαδή, που κέντησαν μεταξωτά τραγούδια αρχής γενομένης από τη δεκαετία του '80. Το τραγούδι αυτό είναι από το άλμπουμ " Με στόμα που γελά". Μου άρεσε, αλλά ξέρετε πως γίνεται από ένα σημείο και μετά, τα τραγούδια των αυθεντικών δημιουργών λίγο ή πολύ αρχίζουν και μοιάζουν με τα προηγούμενά τους. Είναι πολύ δύσκολο να ξεφύγουν από το ύφος που έφτιαξαν μετά κόπων και βασάνων μες τα χρόνια. Κάποια βεβαίως πάντα ξεχωρίζουν. Αυτό άργησα να το περάσω στα αγαπημένα μου. Το έκανα όταν κάποια στιγμή που ένιωθα ότι έτσι όπως δρω είναι αδύνατον να συνεισφέρω στο να κερδίζει πόντους ο αγώνας γι'αυτό που θεωρώ γενικά κοινό καλό. Τότε ήταν που το τραγούδι αυτό ένιωσα ότι μου απάντησε συγκεκριμένα. Κι ήταν μια συγκλονιστική απάντηση που με γαλήνεψε, μιας κι όποτε παίρνω απαντήσεις που με πείθουν μια γαλήνη την νιώθω. Από τότε το έχω ακούσει αρκετές φορές και μάλιστα έχω αρχίσει να συνοδεύω τον Μάλαμα, τρίτη φωνή βεβαίως.
Κελάδισμα - Γιώργος Κωστογιώργης (2023). Όταν πρωτάκουσα αυτό το τραγούδι έπαθα πλάκα. Και το άκουσα απανωτά καμιά δεκαριά φορές. Και μετά υπήρξαν κάποιες μέρες που το τραγούδι αυτό το έπαιζε το μέσα μου από μόνο του. Το άκουγα να αντηχεί στο κεφάλι μου κι ένιωθα να γινόμουν ένα μ'αυτό. Σιγά σιγά κατέληξα ότι είναι ένα τραγούδι που συνειδητά αφήνει πίσω τα κλασσικά τραγούδια αγάπης με ένα ελλειπτικό τρόπο και με τον μετεωρισμό του στο τέλος κάθε στροφής ανοίγει μια χαραμάδα για ένα νέο πεδίο της ελληνικής τραγουδοποιίας. Είναι φανερό ότι στίχοι και μουσική σφιχταγκαλιασμένοι υπενθυμίζουν διακριτικά το προϋπάρχον υλικό ερωτικών τραγουδιών μέσα σε πέντε στροφές και με τον τρόπο τους ξαναγράφουν ακομπλεξάριστα σε μια νέα σελίδα μια ιστορία αγάπης με τα όλα της. Ναι, δεν μπόρεσα να ταυτιστώ με το τραγούδι αυτό, συνέβη όμως πολλές φορές να το απολαύσω ξεκινώντας από την ποιητική των βασάνων του έρωτα και φτάνοντας στην αναστάσιμη δύναμή του σ'αυτήν την κατά μονάς ακρόαση.
Το Sodade με την Σεζάρια Εβόρα, πολλοί από αυτούς που ξέρω ότι τους άρεσε αυτό το μελαγχολικό τραγούδι νοσταλγίας παρόλο που δεν ήξεραν γρυ πορτογαλικά προσπαθούσαν να το ψελλίσουν με μια ανάλογη ψυχική διάθεση. Μιλάμε για ένα τραγούδι που έχει την ιστορία του. Το συνέθεσε ο Soares Armando Zeferino (1920-2007) το 1954, αλλά μόλις το 2006 κέρδισε δικαστικά αυτήν την αναγνώριση. Μέχρι τότε ως συνθέτες εμφανιζόντουσαν οι Amandio Cabral και Luis Morais και στιχουργός ο Amandio Cabral και στην ελληνική διασκευή με την Ελευθερία Αρβανιτάκη, ο Μιχάλης Γκανάς. Η Σεζάρια Εβόρα το πρωτοτραγούδησε το 1992 και ήταν το τραγούδι που έκανε να απλωθεί παγκοσμίως η φήμη αυτής της ξυπόλητης ντίβας από το Πράσινο Ακρωτήρι. Από τότε κάθε φορά που τυχαίνει να το ακούσω, το ακούω από την αρχή μέχρι το τέλος σεμνά και ταπεινά και αυτό πιστεύω ότι συμβαίνει γιατί ανασύρει από μέσα μου διαφόρων τύπων μελαγχολίες. Τις φέρνει όμως στην επιφάνεια με όρους τέχνης, που πάει να πει τις ομορφαίνει έτσι ώστε να μην με μαυρίζουν κι άλλο, αλλά να με εξευγενίζουν.
Το Sodade σε μια τρύπα από που ξεκίνησε η Εβόρα. Τότε που η τέχνη της την έσωζε και την ομόρφαινε, και αυτό ένιωσα πολλές φορές να το περνάει και σ'εμένα.
Το Sodade Live in Paris, April 2004, με την Εβόρα βασίλισσα στην πόλη του φωτός.
Πριν δυο μήνες περίπου είδα την γαλλική ταινία "Η ορχήστρα του αδελφού μου", που μου άρεσε πολύ. Στην ταινία οι δυο πρωταγωνιστές λόγω ενός ιατρικού προβλήματος του ενός ανακαλύπτουν ότι είναι αδέλφια. Αυτό όμως που τους φέρνει πολύ κοντά ήταν η αγάπη τους για τη μουσική. Έτυχε να την ξεκλειδώσει ένα ινστρουμένταλ τζάζ κομμάτι του '56, το "I remember Clifford". Όταν γύρισα σπίτι μου, έψαξα και το βρήκα, να'ναι καλά το google. Το άκουσα και το ξανάκουσα, και το ωραίο ήταν ότι κάθε φορά μου άρεσε και πιο πολύ ανακαλύπτοντας κάθε φορά ένα κάτι που το ανέβαζε μέσα μου. Κάποια φορά άρχισα ακούγοντας το να νιώθω ότι προσπαθούσα να έρθω σε επαφή με μια καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου από αυτήν που ζούσα, αλλά όχι αγχωμένος, σχεδόν χαρούμενος μπορώ να πω, όχι με πόνο, αλλά με την ποιητικότητα της θλίψης να με λούζει. Είναι εκείνη η ποιητική που σε κάνει όταν χάνεις κάτι σημαντικά ουσιαστικό, κάτι που αγαπάς, να μην το απωθείς/διαγράφεις αλλά να το παίρνεις στην αγκαλιά σου για να το σώσεις κι έτσι να σωθείς κι εσύ. I Remember Clifford (1956) του Μπένυ Γκόλσον (1929 - 2024) αφιερωμένο στη μνήμη του Κλίφορντ Μπράουν (1930-1956) που σκοτώθηκε σε ηλικία 25 ετών από τροχαίο. Ο Μπράουν ήταν τρομπετίστας της τζαζ, πιανίστας και συνθέτης και είχε γράψει μερικά εξαιρετικά και πρωτότυπα κομμάτια τζάζ. Ο Μπένυ Γκόλσον υπήρξε τενόρος σαξοφωνίστας και εξαιρετικός συνθέτης.
Καλά τυχερός ήμουν όχι που το άκουσα στο ράδιο και μου έκανε ένα κλικ, αλλά που συγκράτησα το όνομα του δημιουργού και μετά, καλά να'ναι πάλι το google και το βρήκα. Και καλά που έκανα λίγο υπομονή γιατί στην αρχή στο τσακ ήμουν να αποσυνδεθώ. Και μετά άκουσα μια μουσική που όπως πολλά τα τελευταία χρόνια μου θυμίζουν παλιά τζαζ κομμάτια, αυτό όμως δεν ξέρω πως ένιωσα ότι στην τελική κατάφερνε και όχι μόνο ξέφευγε αλλά μου άρεσε κι όλας. Και την δεύτερη φορά που το άκουσα ένιωσα λες και ήμουν ανάμεσά στους μουσικούς παίζοντας κι εγώ μαζί τους κάποιο όργανο. Ξανάνιωσα όταν αρχισα να νοιώθω ότι έπαιρνα μέρος σε ένα παιχνίδι μελωδίας και ρυθμού, αναμονής και επανάληψης με στόχο μια κορυφή που όλο και την πλησίαζε. Κάπως έτσι πηγαινοερχόμουν από τα ωκεάνια του μυαλό μου στους ρυθμούς της καρδιάς μου, ελπίζοντας κάθε φορά ότι κάπου εκεί στην υλικότατη μεριά της πραγματικότητας θα καταφέρουν οι νότες να ανοίξουν τις πύλες του ουρανού και να ξεχυθεί ένα φως πανέμορφο που όπως η αγάπη θα μας κάνει κι αυτό όλους καλύτερους ως προς αυτό που είμαστε. Κι αυτή η υπόσχεση είμαι σίγουρος ότι με αναζωογόννησε μετά από αρκετές φορές που το άκουσα. Τόσο ώστε υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι θα στρωθώ να γράψω κι εγώ ένα τέτοιο κομμάτι, που φυσικά δε θα'ναι τζαζ. Kamasi Washington - Fair As Equal
Από τους ευαγγελιστές αυτόν που πάω είναι ο Ιωάννης ο Θεολόγος και εξαιτίας του ευαγελλίου του, που είναι διαφορετικό από των άλλων τριών και λόγω του ότι ως Θεολόγος στην εορτή του γιορτάζω. Της κλασσικής μουσικής δεν είμαι, παρά μόνο από σπόντα. Όταν όμως κάποτε έπεσα στο "Κατά Ιωάννην Πάθη" του Μπαχ, το άκουσα ως Θεολόγος. Ένα μμμμ.... για τα γούστα μου. Αλλά το χορικό μέρος του με εντυπωσίασε κι έτσι το ξανάκουσα και μου καλοάρεσε. Κι όταν ένα φίλος που του αρέσει η κλασσική μουσική κάποια φορά στο άσχετο είπε καλά λόγια γι'αυτό το κομμάτι, κι έτσι το ξανάκουσα και μου άρεσε πιο πολύ. Κάπως έτσι με κέρδισε αυτό το κομμάτι. Και καθ'οδόν έμαθα και κάποια πραματάκια για το «Herr, unser Herrscher». Το "Κατά Ιωάννην Πάθη" πρωτοπαίχθηκε στη Λειψία την Μ.Παρασκευή του έτους 1724. Λένε οι εραστές της κλασσικής μουσικής και βασικά αυτοί που λατρεύουν τον Μπαχ, ότι το χορικό μέρος του εκφράζει το κοσμικό δέος του άθεου απέναντι στο υπαρξιακό του μηδέν. Ταυτόχρονα λένε ότι μιλάει για την δόξα του Κυρίου και παράξενο στ’ αλήθεια που ακούγοντάς το η σκέψη κάποιων πηγαίνει αβίαστα στην εφιαλτική νύχτα της Γεθσημανής, όταν ο Ιησούς κραυγάζει «περίλυπός εστίν η ψυχή μου έως θανάτου».
Εγώ πάντως όταν το ακούω προσπαθώ πριν να αδειάσω από σκέψεις και να είμαι όσο γίνεται ένα άγραφο αυτί. Και πάντα νιώθω όταν τελειώσει λες κι έχω πιεί ένα παλιό κόκκινο κρασί, από αυτά που όταν σταθείς τυχερός και σου το κεράσουν στο τέλος σου έρχεται να φιλήσεις τον κεραστή. Και μέχρι στιγμής κάθε φορά κάτι νέο παρατηρώ, κάτι που με ξαφνιάζει και με ευχαριστεί. Να πω επίσης ότι με το «Herr, unser Herrscher» έμαθα ότι κλείνει η ταινία «Καθρέφτης» του Αντρέι Ταρκόφσκι.
Bach - Opening Chorus Herr, unser Herrscher from St John Passion BWV 245
Έξτρα δώρα για τους επισκέπτες του άρθρου αυτού. Ο Καζαντζίδης ( Ν.Ιωνία, 1931 - Αθήνα, 2001) πολύ μου αρέσει πολλά χρόνια τώρα. Και ο Νικόλας Άσιμος ( Θεσ/νίκη, 1949- Εξάρχεια, 1988) μου αρέσει. Ο Καζαντζίδης, από όσο ξέρω, ποτέ δεν είπε ένα τραγούδι που να αναφερόταν ονομαστικά σε κάποιο υπαρκτό πρόσωπο. Το έκανε το 2009 με τον Άσιμο κι αυτό μου άρεσε. Ο φίλος μας ,λοιπόν, ένα καλό τραγούδι των Λευτέρη Χαψιάδη στίχοι και μουσική του Θανάση Πολυκανδριώτη. Χαρακτηριστικός Καζαντζίδης.
Καλή ανάσταση και πάλι.
Σχόλια
Τροφοδοσία RSS για τα σχόλια αυτού του άρθρου.