— Ήταν συναυλίες «back to basics», το κοινό, νομίζω, συνδέθηκε με τα παλιά σας live.
Έχοντας «καθαρίσει» και έχοντας αφήσει στο παρελθόν πράγματα που μας είχαν δυσκολέψει, ήμασταν έτοιμοι για ένα καινούργιο φως. Και πάνω σε αυτό σκάει η πανδημία. Ακυρώθηκαν περίπου 40 λάιβ, ενώ είχαμε προγραμματίσει, μετά από πολύ καιρό, μια μεγάλη περιοδεία – τελευταία φορά είχαμε βγει με τη «Βαβέλ». Μας βρήκε, λοιπόν, αυτός ο δίσκος στην αμηχανία τού «και τώρα;».
Μοιραία πια –το ξέρει και ο κόσμος–, όταν κάνεις μουσική ψυχαγωγικού χαρακτήρα, δουλεύεις για να επιβιώσεις. Βρεθήκαμε σε ένδεια συναισθημάτων, σε δυσκολία οικονομική και έπρεπε όλη αυτή την κατάσταση να την κάνουμε κάτι που να μας ολοκληρώνει, αλλά παράλληλα να μας ανοίγει και μια νέα πόρτα. Νομίζω ότι ο τίτλος που επιλέχθηκε είναι ακριβώς αυτό: η στιγμή που θερίζεις πράγματα που έσπειρες στο παρελθόν και μπορείς, μέσα από τις δυσκολίες, να προχωρήσεις παρακάτω. Όλο αυτό το φωτεινό πράγμα του δίσκου ήρθε να μας καθαρίσει με έναν τρόπο, για δεύτερη φορά.
— Η πρώτη ποια ήταν;
Οι «Μέρες του φωτός». Εγώ θυμάμαι δύο στιγμές έντονες, δύσκολες, όταν τελικά ένα άλμπουμ ήρθε να δώσει κάτι διαφορετικό στη ζωή μου. Και νιώθω ότι εδώ υπήρχε μεγάλη ειλικρίνεια από μέρους μας, δεν μας ένοιαζε να αποδείξουμε τίποτα, σε κανέναν, να κάνουμε κάτι που κάποιος περιμένει. Μας ένοιαζε απλώς να βγει από μέσα μας όλο αυτό που αισθανόμασταν. Έχω την αίσθηση ότι γι' αυτόν τον λόγο ο συγκεκριμένος δίσκος αγγίζει τόσο πολύ τους δικούς μας ανθρώπους που τον έχουν ακούσει, τους φίλους μας, ανθρώπους από τον χώρο που εμπιστευόμαστε. Πέτυχε να περάσει σε αυτούς και για εμάς είναι η μεγαλύτερη ευτυχία.
— Ακούγοντάς τον, ένιωσα ότι πραγματικά ξεφύγατε από κάθε αγκύλωση, ακόμα και από ενδεχόμενους ενδοιασμούς, π.χ. «πώς θα τα πούμε αυτά στο λάιβ», πώς θα στηθεί μια παράσταση πάνω σε αυτά τα τραγούδια. Φτιάξατε ένα άλμπουμ για εσάς και για εμάς, κάτι που θα ακούμε από την αρχή ως το τέλος στο σπίτι, σε δύσκολες στιγμές που ενδεχομένως να ξανάρθουν. Βέβαια, θα στήσετε και μια παράσταση πάνω σε αυτό το άλμπουμ.
Τα είπες, εν τω μεταξύ, λες και σ' τα ψιθυρίζουμε στο αυτί. Εντάξει, δεν με εντυπωσιάζει, γιατί είσαι ένας άνθρωπος που έχει σχέση με τη μουσική μας και αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί σε αυτό το κοινό απευθυνόμαστε: σε ένα κοινό που είναι, πρώτα απ' όλα, πυρηνικό. Που θέλω εγώ, ως Νατάσσα ‒και πιστεύω και τα αγόρια‒, να το εκπλήξω ξανά, να το κερδίζω κάθε φορά από την αρχή. Η σχέση με τον κόσμο είναι ερωτική, και δεν το λέω με τη γραφικότητα της έκφρασης. Πρέπει τον άλλο να τον καψουρεύεις συνέχεια. Όχι για να σου κάνει εισιτήρια ή για να αγοράζει τα CDs σου, αλλά για να έχεις λόγο να εξελίσσεσαι. Εμάς δεν μας ενδιαφέρει να κάνουμε πετυχημένα πράγματα, αλλά αυτά που θα μας θυμίζουν για ποιον λόγο μπήκαμε στη μουσική, που θα μας ξαναφέρουν κοντά στην πρώτη αθωότητα, στον πρώτο ενθουσιασμό.
— Έχει βάλει, όμως, περίπλοκες ενορχηστρώσεις ο Θέμης (σ.σ.σ Καραμουρατίδης).
Ήρθαν τα παιδιά της μπάντας στο σπίτι και πρώτη φορά είδα τέτοιο ενθουσιασμό. Αισθάνομαι ότι είναι 100% συνδεδεμένα με το υλικό και αυτό με έχει απογειώσει συναισθηματικά. Την Παρασκευή κάναμε μια πρώτη πρόβα στο σπίτι του Θέμη, χωρίς ενισχυτές κ.λπ., και ήταν μαγικά. Αυτό μας έδωσε τεράστια ανάσα και ανακούφιση για το πώς αυτό το πράγμα θα στηθεί λάιβ.
— Τι πλάνο έχετε, λοιπόν, με βάση τις ελάχιστες βεβαιότητες που έχουμε πια για να κάνουμε οποιονδήποτε προγραμματισμό;
Αρχές Νοεμβρίου λέμε να ξεκινήσουμε στο ανανεωμένο Vox, Παρασκευή και Σάββατο, με τις επιχειρήσεις Μαροσούλη, με τις οποίες έχουμε συνεργαστεί άψογα στο παρελθόν, με ανθρώπους που εμπιστευόμαστε, και ελπίζω να αποτυπωθεί όλη η ιδέα όπως πρέπει. Πρέπει να ξέρεις ότι ο χώρος παίζει τεράστιο ρόλο στο τι παράσταση θα κάνεις.
— Δεν είσαι φαν αυτού που ονομάζουμε «μπουζούκια», προφανώς.
Κοίταξε, δεν έχει να κάνει με αυτό. Κάθε άνθρωπος κάνει τη δουλειά του και επιλέγει τη συνθήκη του. Εμείς, μοιραία, λόγω αυτής της περιπλοκότητας αυτού που είμαστε και αυτού που κάνουμε, χρειαζόμαστε μια συγκεκριμένη σκηνική συνθήκη.
— Πώς είναι να βρίσκεσαι σε νέα δισκογραφική και να σου δίνουν το ελεύθερο να κυκλοφορήσεις έναν δίσκο τόσο προσωπικό;
Εμείς, τα τελευταία χρόνια, είχαμε με τη Feelgood μια σχέση αγάπης. Περάσαμε υπέροχα, αλλά δυστυχώς η εταιρεία δεν κατόρθωσε να συνεχίσει, λόγω των οικονομικών συγκυριών, των συνθηκών της δισκογραφίας και της επιλογής που είχαν κάνει να φτιάξουν μια πιο «μπουτίκ» εταιρεία. Βρεθήκαμε μετέωροι. Στο πρώτο ραντεβού που κάναμε με την Cobalt ήμουν σίγουρη ότι εκεί ήθελα να πάω. Βρήκαμε ένα κοινό σημείο επικοινωνίας, μας έχουν φερθεί άψογα, δεν αισθανθήκαμε στιγμή αμηχανία, κατάλαβαν το υλικό, μας ήξεραν. Υπάρχει και το πρόσωπο-κλειδί, ο παραγωγός μας (σ.σ. ο Χρήστος Κορτσέλης), ο οποίος τυγχάνει να είναι άντρας μου, αλλά στη δουλειά δεν υπάρχει αυτό. Ήταν πιο εύκολο να φτιαχτεί η αλυσίδα.
— Παράλληλα, από κει που σε ρωτούσα γιατί δεν βλέπουμε περισσότερα βιντεοκλίπ από σένα, ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και έφτασες στο άλλο άκρο, δηλαδή σε ένα ολοκληρωμένο conceptual άλμπουμ με δέκα βιντεοκλίπ, ένα για κάθε τραγούδι.
Είμαστε ή του ύψους ή του βάθους. «Το πρόβλημά μου, η υπερβολή μου» ‒ ευτυχώς το έγραψε ο Γεράσιμος (σ.σ. Ευαγγελάτος) το 2007 και μπόρεσα να «ξεπλυθώ». Κοίτα, εγώ είχα μεγάλη κόμπλα με την εικόνα, από την άποψη ότι δεν είχα δει κλιπ να με ερεθίζει για να κάνω κάτι αντίστοιχο. Θεωρούσα ότι χρειάζεται ταλέντο και πολλά χρήματα, και αυτά τα χρήματα προτιμούσα ενδεχομένως να επενδυθούν στη μουσική. Μέχρι που φτάσαμε στην «Εποχή του θερισμού».
Καθόμουν μια Κυριακή εδώ, στο σπίτι, και βάζει ο Χρήστος τον καινούργιο δίσκο του Νικ Κέιβ, το «Ghosteen», που είχε αυτό το καταπληκτικό εικαστικό στο δάσος. Το προβάλλει στην τηλεόραση και αρχίζω να ακούω τον δίσκο βλέποντας αυτή την εικόνα. Με επηρέασε τόσο πολύ συναισθηματικά αυτό που έβλεπα, ταξίδεψα, άκουσα τους στίχους με άλλον τρόπο και συνειδητοποίησα ότι ακόμα κι εγώ, που είμαι ένα τελείως old-school άτομο, έχω ανάγκη, την ώρα της ακρόασης, να βλέπω κάτι. Θεώρησα πως αν μια εικόνα γίνει με έναν τρόπο συναισθηματικό, εικαστικό, με τους σωστούς ανθρώπους και μπορέσει να αποτυπώσει το αίσθημα του δίσκου, θα είναι βοηθητική για τον ακροατή-θεατή. Έτσι έπεσε η ιδέα στο τραπέζι και η Cobalt την αγκάλιασε. Βρήκαμε έναν εξαιρετικό σκηνοθέτη, 23 χρονών, και την ομάδα του, τους Kelloggs For Breakfast, από άλλη σκηνή, ράπερ, με άλλη ματιά, που ήρθαν να κάνουν έναν έντεχνο δίσκο.
— Θα σε δούμε ακόμα και μέσα σε μια μπανιέρα. Νομίζω ότι ξεπέρασες τον εαυτό σου.
Εγώ γενικά δεν κωλώνω καθόλου. Αν ήξερα ότι πρέπει να κάνω κάτι, που θα καταλάβαινα για ποιον λόγο πρέπει να γίνει, θα μπορούσα να κάνω πολύ ακραία πράγματα. Δεν έχω κανένα ταμπού. Αρκεί να καταλαβαίνω τον λόγο. Σιγά! Δεν με εκμεταλλεύτηκαν καθόλου.
— Τον Μάρτιο έκανες το τελευταίο λάιβ στη Θεσσαλονίκη, μετά προλάβατε να πάτε στο εξωτερικό, έπειτα έγινε lockdown και το επόμενο ήταν πρόσφατα στην Τεχνόπολη, με βάση όλα τα νέα δεδομένα. Στις δικές σου συναυλίες ο κόσμος ήταν πάντα αγκαλιασμένος, υπήρχε συγκίνηση, έφευγαν με δάκρυα στο πρόσωπο. Πόσο έχει αλλάξει η ουσία της δουλειάς σου;
Καταρχάς, έχω να προτείνω και στο κοινό μας αλλά και στους καλλιτέχνες να συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν τη μουσική με την ίδια φόρα. Θα αναφερθώ στην Τεχνόπολη γιατί εκεί εμφανιστήκαμε και γιατί είναι ένας χώρος που του αξίζουν συγχαρητήρια, καθώς έδειξε σε όλες τις περιφέρεις και τους δήμους που μας ακύρωσαν τις συναυλίες πώς μπορούν να γίνουν. Εμείς, λοιπόν, είχαμε την επιλογή ή να ανέβουμε πάνω στη σκηνή, γνωρίζοντας ότι το κοινό θα φορά μάσκα, και να είμαστε κομπλαρισμένοι, ή να κάνουμε αυτό που ξέρουμε. Ευτυχώς, ήταν μια συναυλία τρομερά συγκινητική, σαν να είμαστε συνωμότες απέναντι σε μια συνθήκη. Μοιραστήκαμε τη μουσική μας με μια τρυφερότητα, όσο παράξενα κι αν ήταν. Οφείλουμε να κάνουμε τα πάντα για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε. Ο πολιτισμός είναι απολύτως απαραίτητος. Δεν είναι πολυτέλεια. Είναι πυρηνική η ανάγκη για την τέχνη. Αυτό δεν γίνεται να συμβαίνει διαδικτυακά. Έχει να κάνει με τις ανάσες των ανθρώπων.
Αν σας άρεσαν οι 11 ερωτήσεις και οι απαντήσεις, πατώντας lifo.gr θα σας εμφανιστεί ολόκληρη η συνέντευξη και τα βιντεοτράγουδα της "Εποχής του θερισμού".