– νέοι άνθρωποι που έλκονται από ένα ρομαντικό και νοσταλγικό όραμα της Σοβιετικής Ένωσης, του Σταλινισμού και άλλων αυτοαποκαλούμενων κομμουνιστικών εγχειρημάτων. Αυτό το φαινόμενο είναι βαθιά συνδεδεμένο με τη πολιτιστική παγκοσμιοποίηση και τις σύγχρονες μορφές πολιτικής κοινωνικοποίησης, αντικατοπρτίζοντας έτσι τόσο τις περιορισμένες προοπτικές περί πολιτικού και κοινωνικού μετασχηματισμού όσο και μια νοσταλγία «από δεύτερο χέρι» για τον διπολικό κόσμο της εποχής του Ψυχρού Πολέμου.
Για να καταλάβουμε ποια είναι τα θεμέλια αυτού του νεανικού νεο-Σταλινισμού είναι σημαντικό να ερευνήσουμε δύο βασικές διαδικασίες-κλειδιά: την επίδραση της πολιτιστικής παγκοσμιοποίησης αλλά και την απουσία ενός βιώσιμου σοσιαλιστικού ορίζοντα στο κέντρο του ιμπεριαλιστικού συστήματος. Αυτοί οι παράγοντες βοηθούν να εξηγήσουμε πώς κατάφεραν αυτές οι πολιτικές κουλτούρες να αναδυθούν και γιατί κερδίζουν έδαφος στα κοινωνικά δίκτυα και, κατα συνέπεια, στις συζητήσεις της παγκόσμιας αριστεράς.
ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ: ΤΟ ΛΙΚΝΟ ΤΟΥ ΨΗΦΙΑΚΟΥ ΝΕΟΣΤΑΛΙΝΙΣΜΟΥ
Η πολιτιστική παγκοσμιοποίηση, ιδίως τις τελευταίες δεκαετίες, έχει διαμορφωθεί κυρίως από παραγωγές με προέλευση τη Βόρεια Αμερική. Αυτή η διαδικασία επηρεάζει βαθιά τον τρόπο με τον οποίο οι νεότερες γενιές βιώνουν και συνδέονται με τον πολιτισμό. Για παράδειγμα, η γενιά που δημιούργησε την Πορτογαλική Επανάσταση του 1974 οικοδόμησε την κοσμοθεωρία της σε ένα πολιτιστικό περιβάλλον όπου κυριαρχούσαν η ποίηση, η μουσική και οι διανοητικές συζητήσεις ευρωπαικής επιρροής, ειδικότερα από τη μαρξιστική και την υπαρξιστική γαλλόφωνη παράδοση. Οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες διείσδυσαν στον δημόσιο λόγο, ο οποίος περιείχε επίσης ζωντανές εμπειρίες αντίστασης και συλλογικών αγώνων, όπως η ακόμη πρόσφατη ανάμνηση του Μάη του ’68.
Σήμερα, με την απουσία συλλογικών εμπειριών αγωνιστικότητας και συνεργατικότητας (που οφείλονται σε μια σειρά από αιτίες που ξεφεύγουν από το πλαίσιο του παρόντος κειμένου), ένα μεγάλο μέρος των νεότερων γενεών διαμορφώνεται πολιτικά στο διαδίκτυο. Αυτή η πολιτική κοινωνικοποίηση λαμβάνει χώρα σε πλατφόρμες όπως το Twitter και το TikTok, όπου η πολιτιστική παραγωγή ακολουθεί εξαιρετικά τυποποιημένα μοτίβα, αναπαράγοντας παρόμοια σενάρια, αισθητική και αφηγήσεις μέσω memes και trends, ευνοώντας την κατανάλωση επιφανειακών ιδεών έναντι πιο σύνθετων ιστορικών και θεωρητικών αναλύσεων. Έτσι, τα κοινωνικά δίκτυα αντικατοπτρίζουν την πολιτιστική δυναμική που επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενισχύοντας τους πολιτικές συζητήσεις που συχνά χρησιμοποιούν την ειρωνεία και το σοκ ως κύρια ρητορικά τους όπλα και θέτοντας επί τάπητος συζητήσεις με όρους που σε άλλες γεωγραφίες θα έβγαιναν εκτός του συγκείμενου. Χωρίς να αμφισβητούμε τη διεθνιστική ώθηση που προσφέρουν στιγμές σαν αυτές, το να συγκρίνουμε τις δυνατότητες μιας αντιρατσιστικής κινητοποίησης προς τιμήν του George Floyd με άλλες του ίδιου τύπου, αλλά σε εθνικό πλαίσιο, μας επιτρέπει να καταλάβουμε τη νομιμοποιητική δύναμη αυτού του τύπου της πολιτικής και πολιτισμικής εισαγωγής.
Ένα συχνό θέμα που επικοινωνείται σε αυτή την υποκουλτούρα είναι η εξύμνηση της βούλησης του τυράννου. «Όταν κάνεις επανάσταση αλλά ξεχνάς να πεις “παρακαλώ”», γράφει ένα meme με φόντο το προτρέτο του Πολ Ποτ. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η συνεχής χρήση εικόνων με σοβιετικά τανκς ως απάντηση σε κάθε κριτική, υπονοώντας, με κωμικό τόνο, ότι η λύση σε όλα θα ήταν να «στείλουμε τα τανκς», παραπέμποντας στις σοβιετικές εισβολές στην Ουγγαρία το 1956 και στην Τσεχοσλοβακία το 1968. Τέλος, μία ακόμη μέθοδος που χρησιμοποιείται είναι η απονομή βαθμών “social credit” ως τρόπος επικύρωσης μιας γνώμης με την οποία κάποιος συμφωνεί.
Ο νεοφιλελεύθερος υπερ-ταυτοτισμός είναι επίσης, παραδόξως, πολύ παρών μέσα σε αυτές τις διαδικτυακές ομάδες. Μέσω αναγραφών στα bio τους όπως “Μαρξιστής-λενινιστής – Ζαπατίστα – Τιτοιστής – Επιταχυντής – Αγροτιστής” οι αγωνιστές του διαδικτύου αυτοπροσδιορίζονται ως ανήκοντες σε μια ή περισσότερες αριστερές υπο-τασεις, αφαιρώντας κάθε είδους ιστορικο-γεωγραφικό πλαίσιο από την κάθε ταυτότητα και αγνοώντας πιθανές ιδεολογικές αντιφάσεις. Αυτός ο τρόπος έκφρασης αντανακλά επίσης τον κατακερματισμό της παγκόσμιας Αριστεράς, όπου τα μετασχηματιστικά σχέδια έχουν δώσει τη θέση τους σε «ταυτότητες», αποσυνδεδεμένες από συγκεκριμένες εμπειρίες ταξικής πάλης.
Η ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΤΑΨΥΧΡΟΠΟΛΕΜΙΚΟ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟ ΚΕΝΟ
Ένας άλλος κεντρικός παράγοντας για την κατανόηση του νεοσταλινισμού είναι το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο των Ηνωμένων Πολιτειών και άλλων κέντρων του παγκόσμιου καπιταλισμού, από όπου και προέρχονται αυτές οι υποκουλτούρες. Η εμπειρία της αμερικανικής Αριστεράς, περισσότερο από άλλες, χαρακτηρίζεται από την απουσία πραγματικών προσδοκιών για έναν σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Ενώ στην Ευρώπη το φαντασιακό της Αριστεράς τροφοδοτήθηκε από ιστορικές στιγμές όπως ο Μάης του ’68, η 25η Απριλίου ή ακόμη και από τα λαϊκά μέτωπα της δεκαετίας του ’30, που τροφοδότησαν ορίζοντες ελπίδας, το αμερικανικό πλαίσιο, ακόμη και αν έχει μετρήσει στιγμές τεράστιας κοινωνικής αναταραχής, χαρακτηρίζεται από διαδοχικές πολιτικές ήττες και την απόλυτη κατοχύρωση του πολιτικού συστήματος με αποκορύφωμα την ηγεμονία ενός νεοφιλελεύθερου μοντέλου που, για μεγάλο χρονικό διάστημα, «πουλήθηκε» ως το τέλος της Ιστορίας.
Σε αυτό το σενάριο, η νοσταλγία του Ψυχρού Πολέμου -και ο ιδεολογικός διπολισμός που αυτός συμβόλιζε- κερδίζει έδαφος. Η Σοβιετική Ένωση αναδύεται σαν σύμβολο αντίστασης στον κυρίαρχο ιμπεριαλισμό των Ηνωμένων Πολιτειών, αγνοώντας ή σχετικοποιώντας τις αντιφάσεις και τα εγκλήματα του σοβιετικού μπλοκ. Για πολλούς νέους που δεν έζησαν ποτέ αυτή την περίοδο, η ΕΣΣΔ μεταλλάσσεται σε μια μυθολογική φιγούρα «εναλλακτισμού», σε αντίθεση προς το σύγχρονο ιδεολογικό κενό στο οποίο αντιστέκεται μόνο ο κυνισμός και ο σαρκασμός.
Η νοσταλγία για μια περίοδο που δεν έζησε κάποιος αναδύεται, έτσι, σαν επιλογή εις βάρος μιας πραγματικότητας που απορρίπτεται – μια επιλογή η οποία δηλώνεται πάνω απ’ όλα αισθητικά και επιτελεστικά. Η εμμονή με τα σύμβολα, τις αφίσες, τη μουσική και άλλα πολιτιστικά και πολιτικά αντικείμενα σχετίζεται ακριβώς με αυτή την ανάγκη κατασκευής ενός αισθητικού φαντασιακού που να γεμίζει το κενό.
ΚΑΜΠΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑ: ΤΑ ΡΙΣΚΑ ΜΙΑΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΧΩΡΙΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΟΡΙΖΟΝΤΑ
Αυτή η στάση εκδηλώνεται επίσης στον λεγόμενο καμπισμό [η οχύρωση πίσω από ένα γεωπολιτικό στρατόπεδο] – την τάση να δικαιολογείται κάθε ιμπεριαλισμός που αντιτίθεται στις ΗΠΑ, όπως φάνηκε και μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Για κομμάτια αυτής της Αριστεράς, η ιεράρχηση των ιμπεριαλισμών δικαιολογεί την υποστήριξη αυταρχικών καθεστώτων με το πρόσχημα της αντίστασης στη βορειοαμερικανική ηγεμονία. Αυτή η λογική υποδηλώνει την έλλειψη μιας πραγματικής σοσιαλιστικής στρατηγικής, τροφοδοτώντας έναν αμυντικό και παρατημένο διάλογο που πάντα προκρίνει τη ρητορεία έναντι του χειροπιαστού μετασχηματισμού.
Το φαινόμενο των νεο-tankies είναι, επομένως, προϊόν της ιστορικής ήττας της Αριστεράς. Χωρίς να αποτελούν ένα συμπαγές κίνημα, αποτελούν μια πολιτιστική έκφραση αισθητικής νοσταλγίας και πολιτικής παραίτησης. Δεν αντιπροσωπεύουν την υπεράσπιση κάποιας πραγματικής σοσιαλιστικής πολιτικής, αλλά απλώς μια μεταμοντέρνα πρόκληση ενάντια στις φιλελεύθερες δημοκρατίες και τις κούφιες υποσχέσεις τους. Ωστόσο, αυτό το φαινόμενο απέχει πολύ από το να μεταφράζεται απλώς σε κάποιες αθώες προκλήσεις. Η δημοτικότητα αυτών των ιδεών σε ορισμένους αριστερίστικους κύκλους και ιδιαίτερα μεταξύ νέων ανθρώπων, με μικρή πραγματική εμπειρία αγώνων, καλλιεργεί την ιδεολογική καθαρότητα και τον πολιτικό ταυτοτισμό, δίνει προτεραιότητα στην επιβεβαίωση κάποιων αρχών έναντι κάθε πρακτικής συλλογικής οργάνωσης και θέτει σε κίνδυνο την προοπτική ενός κινήματος που μπορεί να νικήσει και θα πρέπει να ξέρει πώς να ενώνει τις δυνάμεις του και να οικοδομεί προγράμματα ανάμεσα σε διαφορετικές παραδόσεις. Πρόκειται, επομένως, για έναν κίνδυνο που απαιτεί αναστοχασμό για το πώς μπορεί να οικοδομηθούν εναλλακτικές που να δημιουργούν υγιείς χώρους για πολιτική κοινωνικοποίηση και που να βρίσκονται σε διάλογο με την Ιστορία δίχως να πέφτουν στη παγίδα κάποιας κενής νοσταλγίας.
Έντυπη κυκλοφορία του παρόντος στο: Περιοδικό Anticapitalista #78 – January 2025
* [ΣτΜ] Tankie: Υποτιμητικός όρος που αναφέρεται σε αυταρχικούς κομμουνιστές και ειδικότερα σε άτομα που στηρίζουν ή υπερασπίζονται πράξεις καταστολής από τέτοια καθεστώτα και τους συμμάχους τους ή που αρνούνται παρόμοια γεγονότα.
Πηγή: aftoleksi.gr