Τρίτη, 13 Αυγούστου 2013 09:48

Ήταν ένας Άγγλος ένας Γερμανός και δύο Έλληνες αργότερα

Επιλέγων ή Συντάκτης 
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

Δεν είμαι από αυτούς που θεωρούν ότι η κρίση είναι από πάνω έως κάτω οικονομική. Υπάρχουν αρκετοί σαν κι εμένα που μάλιστα αυτό το αμφισβητούν ευθέως, όπως π.χ ο καθηγητής και συγγραφέας Χρήστος Γιανναράς, που  ο τίτλος του τελευταίου βιβλίου είναι ενδεικτικός . Επιλέγει να υποστηρίξει ο κ. Γιανναράς ότι « Το πρόβλημά μας είναι πολιτικό, όχι οικονομικό».

 

Φυσικά ακόμη κι αν ισχύουν στο ακέραιο όλες οι αμφισβητήσεις της θέσης που στον πυρήνα της κρίσης έχει τοποθετήσει την οικονομία, όμως είναι αυτή που εμφανίζεται ως πρωταγωνίστρια στα μάτια και στις τσέπες όλων μας. Πως να πάει το μυαλό σου στους αντιλαϊκούς κι ανίκανους ηγέτες, στο κατ’εικόνα και ομοίωση κράτος μας με την απωθητική δυσπλασία, στην κακοκατασκευασμένη Ευρωζώνη των νεοφιλελεύθερων ή στην Κίνα/Ινδία με το πάφτηνο κι πολυπληθές εργατικό δυναμικό, στον Ευρωπαϊκό νότο που τα χρόνια των παχέων αγελάδων ζούσε εικονικές πραγματικότητες και άφηνε τα τρένα να περνούν ή στο παγκοσμιοποιημένο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο που παίζει δίχως αντιπάλους; Πώς λοιπόν ο πιεσμένος από τα προβλήματα της επιβίωσης μέσος άνθρωπος είναι δυνατόν σήμερα να καταφέρει να τα συνδυάσει και να συνδέσει όλα αυτά κι άλλα ακόμα, έτσι ώστε να βγάζουν κάποιο νόημα και να δημιουργούν τις βάσεις μιας όσο γίνεται πιο συγκεκριμένης προσωπικής στάσης; Όντως δύσκολο και ακόμα πιο δύσκολο είναι η δημιουργία ενός προγράμματος από μια πολιτική δύναμη που θα θέλει να άρει το αδιέξοδο της κρίσης σε ένα μόνο κράτους της Ε.Ε, μιας κρίσης που θα μας πλήττει για πολλά ακόμα χρόνια.

Διάβασα τελευταίως κάποιες συνεντεύξεις/άρθρα που προσπαθούσαν  να περικυκλώσουν το θέμα της κρίσης μας. Το ξέρω πως για πολλούς δεν έχει σχεδόν καμία σημασία να έρχονται σ’επαφή με σκέψεις άλλων ανθρώπων και προπάντων αν δεν τους γνωρίζουν. Είτε διότι είναι άνθρωποι που δεν φοβούνται ότι κάποιες άλλες δυνάμεις θα διαμορφώσουν τις λύσεις που τους αφορούν και θα προσπαθήσουν να τις εφαρμόσουν δίχως αυτούς, είτε διότι είναι άνθρωποι που προσπαθούν να κινηθούν για να ζήσουν αδιαφορώντας για τα πολιτικά. Αλλά είναι κι αυτοί που πιστεύουν ότι σ'αυτά που έχουν κατασταλάξει φτάνουν και παραφτάνουν κι έχουν άλλες σκοτούρες, ή οι άλλοι που δεν πιστεύουν πως και να ενημερωθούν και να συζητήσουν δεν αλλάζει σε τίποτα την κατάσταση, αφού οι έχοντες και κατέχοντες στο τέλος θα κάνουν αυτό που τους συμφέρει.

Αυτό που τέτοιες στάσεις τις κάνει επικίνδυνες είναι όταν εκφράζουν ένα μεγάλο κοινό και ταυτόχρονα η όλη κατάσταση είναι απρόβλεπτη, όπως κακή ώρα η δική μας. Η επικινδυνότητα ενισχύεται και από το γεγονός πως εκ των πραγμάτων, σήμερα ελάχιστοι είναι εκείνοι που έχουν την πολυτέλεια να διαθέτουν χρόνο και να έχουν τη διάθεση για να διαβάσουν ή ν’ακούσουν πέντε πράγματα από ανθρώπους που έχουν μελετήσει το θέμα μας, δίχως αυτό να σημαίνει ότι οι εργατικοί είναι οι οπωσδήποτε σωστοί κι έχουν δίκαιο στις αναλύσεις τους και τις επισημάνσεις τους. Μπορώ να θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό, γιατί είμαι ένας απ’αυτούς, που θέλει να μαθαίνει και τι λένε οι άγνωστοί μου; Τις πιο πολλές φορές, σ’αυτήν την ερώτηση απαντάω, ναι. Και ίσως εξ αιτίας αυτού του ναι, με πιάνει μία διάθεση να προσφέρω και σε όσους άλλους έχουν την περιέργεια, πράγματα που μου έκαναν μια κάποια εντύπωση και με έβαλαν σε σκέψεις. Ένας λόγος της επίδρασής τους ήταν πως αυτές οι σκέψεις που διάβασα στριφογύριζαν στο μυαλό μου(;) σαν ηλεκτρόνια. Αλλά αυτοί οι άλλοι που τις παρουσιάζουν δημόσια το κάνουν πιο συγκροτημένα και με μεγαλύτερη συνοχή και βάθος.

Αυτό που θ’ακολουθήσει είναι, ας πούμε, εκλαϊκευμένες και συμμαζεμένες θέσεις σε θέματα που μας αφορούν. Πρόκειται για απαντήσεις δύο σοβαρών επιστημόνων που μπήκαν στον κόπο να σκεφτούν την κρίση γενικά αλλά και την κατάστασή μας. Οι απόψεις των δύο Ελλήνων θα παρουσιαστούν μία άλλη φορά.

 

Ο Άγγλος ονομάζεται Κόλιν Κράουτς γεννήθηκε το 1944 και είναι καθηγητής Κοινωνιολογίας.

Με τον όρο μεταδημοκρατία χαρακτηρίζει μια κοινωνία στην οποία γίνονται εκλογές, προκύπτουν κυβερνητικές αλλαγές, λειτουργούν κόμματα, κυριαρχεί ο νόμος, υπάρχει κριτική και διεξάγεται διάλογος, όπως και οργανώνονται ελεύθερα συγκεντρώσεις και πορείες διαμαρτυρίας. Όμως οι πολιτικές αποφάσεις στα καίρια ζητήματα παίρνονται σε μικρούς κύκλους των ελίτ, όπου είναι κάποιοι πολιτικοί, επιχειρηματίες, κάτοχοι Μ.Μ.Ε κ.α.

Πιστεύει ότι η μεταδημοκρατία ( είναι δικός του όρος) είναι αποτέλεσμα μιας αποτυχίας. Ποιας; Αυτής που οι πολιτικές δομές που είχαν κατασκευαστεί τους τελευταίους αιώνες, σε διάφορες παραλλαγές και σε όλες τις χώρες όπου υπάρχει δημοκρατία, δεν μπόρεσαν να παρακολουθήσουν τις οικονομικές και κοινωνικές μεταβολές των τελευταίων δεκαετιών. Οι σημερινοί διαχωρισμοί της κοινωνίας δεν εκπροσωπούνται σωστά στις διαφορές μεταξύ των κομμάτων κι έτσι οι εκλογές σε πολλούς ανθρώπους μοιάζουν σαν κάτι άσχετο με τις λύσεις των προβλημάτων τους. Ισχύει επίσης το πασιφανές. Ενώ η οικονομία παγκοσμιοποιήθηκε οι δημοκρατικοί θεσμοί παρέμειναν εθνικοί, γεγονός που κάνει αυτή τη δημοκρατία να είναι ανεπαρκής. Έτσι όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα έχει δημιουργηθεί μια εντυπωσιακή διαφορά. Οι περισσότεροι πολίτες έχουν χάσει κάθε αίσθηση των συμφερόντων τους, ενώ οι άνθρωποι των ελίτ κι όσοι τους υπηρετούν γνωρίζουν ακριβώς ποιο είναι το συμφέρον τους και πως μπορούν να το πετύχουν.

Προσέξτε τώρα την αλληλουχία. Η κρίση το 2008, προήλθε από το ότι έδωσαν οι πολιτικοί στους τραπεζίτες, αρχής γενομένης από τον Μπιλ Κλίντον στις Η.Π.Α, ένα ευρύτερο πεδίο για να δρουν που ταυτόχρονο ήταν και λιγότερο ελεγχόμενο. Έτσι δημιούργησαν οι τραπεζίτες μια τεράστια φούσκα με βάση τα δάνεια κατοικίας. Η αδυναμία των εθνικών δημοκρατικών θεσμών έδωσε κατόπιν τη δυνατότητα στους νεοφιλελεύθερους να προστατέψουν ιδιαίτερα τα συμφέροντα του διεθνούς χρηματιστηριακού και πιστωτικού τομέα. Τραπεζικοί, χρηματιστηριακοί και πολιτικοί ελίτ διαμόρφωσαν από κοινού τη στρατηγική αντιμετώπισης της κρίσης. Μετά πέρασαν αυτή τη συμφωνία, σε διάφορες παραλλαγές, από τα εθνικά κοινοβούλια. Κι έτσι τώρα καλούμαστε όλοι να σώσουμε τις τράπεζες. Η συμφωνία, που ένα μέρος της είναι τα μνημόνια για χώρες που είχαν βαθιά εξάρτηση από τις αγορές χρήματος, προωθεί μια άνιση κατανομή των βαρών και ανάμεσα στις χώρες και ανάμεσα στους πολίτες κάθε χώρας. Αυτοί που πλήττονται πιο πολύ και στις δύο περιπτώσεις είναι οι πιο αδύναμοι.

Όσο για τις ιδιωτικοποιήσεις, μπορεί να είναι δυνατόν σ’αυτήν τη φάση, να είναι μία επιλογή που υπό όρους να είναι δυνατόν να βοηθήσουν. Πότε; Αν οι δημόσιες επιχειρήσεις έχουν εφησυχάσει, εξ αιτίας της μονοπωλιακής τους θέσης και προσφέρουν ακριβές και κάκιστες υπηρεσίες, αν ιδιωτικά κεφάλαια έχουν αποφασίσει να επενδύσουν με λογικούς όρους, ή αν μια επιχείρηση θέλει να επεκτείνει τις δραστηριότητές της σε άλλες χώρες, πράγμα που δύσκολα το κάνουν οι δημόσιες επιχειρήσεις. Το κακό είναι ότι αυτό που συμβαίνει συνήθως με τις ιδιωτικοποιήσεις είναι να αντικαθιστά το δημόσιο μονοπώλιο το ιδιωτικό, ανεβάζοντας τις τιμές των υπηρεσιών που προσφέρει δίχως αυτό να έχει αντίκρυσμα στην ποιότητά τους. Το συνηθισμένο είναι οι κυβερνήσεις να φτάνουν στο σημείο να χρηματοδοτούν τους ιδιώτες επενδυτές που αγόρασαν τη δημόσια επιχείρηση, ιδιαιτέρως αν αυτή είναι κοινής ωφέλειας.

Ποια είναι κατά τη γνώμη μου τα δύο καίρια ερωτήματα σχετικά με τις ιδιωτικοποιήσεις;  Πρώτον, μια ιδιωτικοποίηση θα δημιουργήσει πραγματικό ανταγωνισμό, από τον οποίο θα επωφεληθούν οι καταναλωτές; Και δεύτερον, για να λειτουργήσει η επιχείρηση σωστά, ο ιδιωτικός τομέας θα κάνει επενδύσεις και δεν θα απαιτεί/εκβιάζει την χρηματοδότηση του κράτους; Αυτό που συμβαίνει συνήθως είναι οι υποστηριχτές των ιδιωτικοποιήσεων να απαντούν με ασάφεια και γενικόλογα σε αυτές τις δύο ερωτήσεις.

Για τη διαφθορά μπορώ να σας πω ότι συνόδευε πάντα το ανθρώπινο είδος. Σε όλες τις εποχές και σε όλους τους πολιτισμούς τα σκάνδαλα, οι δωροδοκίες, η αναξιοκρατία με λίγα λόγια η διαφθορά ήταν, με μικρή ή μεγάλη ένταση, πάντα παρούσα στην ημερήσια διάταξη. Είναι ένα διαρκές πρόβλημα, αλλά σήμερα η διαφθορά γίνεται όλο και πιο ξεδιάντροπη όλο και πιο αυθάδης. Κι αυτό κατά κύριο λόγο είναι το αποτέλεσμα της αυξανόμενης πολιτικής και οικονομικής ανισότητας και εύκολα βρίσκει μιμητές από ευρύτερους κύκλους της κοινωνίας.

Μπορούμε να αντιληφθούμε τις διαμαρτυρίες στη νότια Ευρώπη και τα κινήματα τύπου « Occupy Wall Street” στις ΗΠΑ, ως προειδοποιήσεις πολιτών προς τις ελίτ. Πολιτών που έχουν οργιστεί με την αλαζονεία τους και με την απληστία τους. Ο μόνος τρόπος για να αισιοδοξούμε είναι να αντιμετωπίζουμε καθαρά και έντιμα τα προβλήματα που έχουμε μπροστά μας. Ταυτόχρονα είναι αναγκαίο ν’αναζητούμε δυνατότητες κι ευκαιρίες για να αγωνιζόμαστε με στόχο να γίνουν τα πράγματα καλύτερα. Αλλιώς είμαστε καταδικασμένοι. Θα μας φάνε λάχανο και ούτε κιχ δεν θα πούμε ( αυτό είναι δικό μου).

 

Ο Γερμανός, ονομάζεται Κλάους Όφε, γεννήθηκε το 1940 και είναι καθηγητής Πολιτικής Κοινωνιολογίας.

Η Ευρωζώνη εξ αρχής είχε ένα βασικό λάθος, διότι συμμετείχαν σ’αυτήν, χώρες με διαφορετική παραγωγικότητα και με διαφορετικό μοναδιαίο κόστος εργασίας. Αυτές οι χώρες δεν μπορούν να έχουν το ίδιο νόμισμα, γιατί  οι χαμένοι θα χάσουν κι άλλο και οι κερδισμένοι θα κερδίσουν πιο πολλά. Και αν αναρωτηθούμε ποιος είναι ο σχετικά ωφελημένος από τα λάθη που διαπράχθηκαν τα προηγούμενα χρόνια, η απάντηση είναι: η Γερμανία. Διότι οι ανισορροπίες του εμπορίου ευνόησαν τη Γερμανία μέσα από τα πλεονάσματα των εξαγωγών, τα οποία, αν δεν υπήρχε το κοινό νόμισμα, δεν θα ήταν εφικτά. Το ευρώ είναι ένας μηχανισμός που ευνοεί τις γερμανικές εξαγωγές, επειδή τα κράτη-μέλη είναι ανυπεράσπιστα μπροστά στο ενιαίο νόμισμα και δεν μπορούν να κάνουν πλέον αυτό που έκαναν στις δεκαετίες του 1980 και του 1990, να «προσαρμόσουν» δηλαδή το νόμισμά τους προσφεύγοντας στην υποτίμηση. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί η Ισπανία και η Ιταλία προσχώρησαν με τόσο ενθουσιασμό στο ευρώ, παρά το ότι αυτό σήμαινε de facto έναν αυτοπεριορισμό της αυτονομίας τους. Και όλα αυτά δεν ήταν φανερά πριν το 2008 όπου όλα φαινόντουσαν να δουλεύουν ρολόι. Ακριβώς, μέχρι τη μεγάλη κρίση. Αλλά αυτά που είπα πριν θα παρέμεναν έγκυρα ακόμα και αν δεν είχε υπάρξει η κρίση. Ωστόσο, η κρίση φανέρωσε με δραματικό τρόπο όλα τα λάθη. 

Το θέμα είναι ποιος θα αναλάβει την ευθύνη πληρωμής για τα διορθωτικά μέτρα όσο η κρίση οξύνεται; Με βάση μια απλή ηθική αρχή θα μπορούσε κάποιος ν’απαντήσει: όσο λιγότερο οι εμπλεκόμενοι επλήγησαν από τα κοινά λάθη ή όσο επωφελήθηκαν εμπορικά από τα λάθη, τόσο μεγαλύτερο μερίδιο του βάρους θα πρέπει ν’αναλάβουν για την αντιμετώπιση του χρέους των περισσότερο πληγέντων. Όπως και να το κοιτάξεις αυτό το θέμα, η απάντηση στον ποιον πέφτει το βάρος του ηθικού λογισμού στην Ευρώπη σήμερα, είναι μία. Πέφτει στη Γερμανία.

Όμως από πολιτική άποψη είναι δύσκολο να γίνει το ηθικά σωστό, δηλαδή οι κερδισμένοι να πληρώσουν την έξοδο από την κρίση. Αυτό δεν είναι εφικτό, επειδή οποιαδήποτε κυβέρνηση προτείνει καταμερισμό των βαρών ή το να γίνει κοινό και αμοιβαίο το χρέος ή τα ευρωομόλογα ή παρόμοια πράγματα κινδυνεύει να χάσει τις προσεχείς εκλογές. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια κλασική αντίφαση: αυτό που είναι ήδη απολύτως αναγκαίο και μάλιστα υποχρεωτικό με όρους τόσο οικονομικούς όσο και ηθικούς, προκειμένου να σταθεροποιηθεί το ευρώ, είναι ανέφικτο με όρους εσωτερικής πολιτικής.

Θα ήθελα όμως να προσθέσω τα τελευταία δύο από τα λάθη που διαπράχθηκαν. Τα πολιτικά κόμματα, όλα χωρίς εξαίρεση, στη Γερμανία, αλλά και στις άλλες χώρες, απέτυχαν να εξηγήσουν στο εκλογικό τους σώμα αυτό που μόλις προσπάθησα να συνοψίσω: κάναμε λάθη και προσπαθούμε να βρούμε ένα σωστό τρόπο να πληρώσουμε γι’ αυτά.

Το να εξηγήσουν στο εκλογικό σώμα αυτήν την έννοια θα έπρεπε να είναι ευθύνη των κομμάτων και αυτά απέτυχαν θλιβερά να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Τα κόμματα ευτελίζονται, περιορίζονται στο να δρουν καιροσκοπικά για να διατηρούνται στην εξουσία ή για να την κερδίσουν. Η απουσία μιας σαφούς πολιτικής γραμμής και ενός προγράμματος, μιας ιδεολογίας, η απουσία κριτηρίων που ορίζουν τι είναι δίκαιο και σωστό, τα οδηγεί στο να παραγνωρίζουν το κύριο καθήκον τους, δηλαδή να εκπαιδεύουν το εκλογικό τους σώμα, ασκώντας πάνω σ” αυτό μια μορφή ηγεμονίας (ας θυμηθούμε τον Γκράμσι), και να διαθέτουν ένα στρατηγικό όραμα για μια δίκαιη και εύτακτη κοινωνία.

Έρχομαι τώρα στο τελευταίο σημείο. Η δημοκρατία και το κοινοβουλευτικό καθεστώς είναι ασύμβατα με αυτό που πρέπει να κάνουμε τώρα για να αντιμετωπίσουμε αυτήν την κατάσταση. Με μιαν ορισμένη έννοια, η κρίση καταστρέφει βασικά στοιχεία της δημοκρατίας, επειδή καθιστά αναγκαίες κάποιες δράσεις που δεν έχουν την υποστήριξη της κοινής γνώμης.

Τα κόμματα έχουν αποτύχει στο να εκπαιδεύσουν την κοινή γνώμη και σε αυτό το σημείο και τώρα βρίσκονται μπροστά σε ένα σταυροδρόμι: ή να κάνουν το σωστό ή να κάνουν αυτό που έχει τη λαϊκή υποστήριξη. Αλλά έτσι, από πολιτική άποψη, φτάνουμε σε ένα αδιέξοδο.

Αυτός ο φαύλος κύκλος επιταχύνεται και κανείς δεν ξέρει πώς να τον σταματήσει. Το εφιαλτικό σενάριο είναι να δούμε να αναδύεται μια μορφή αυταρχισμού, παρόμοιου με εκείνον της δεκαετίας του 1930. Για τους δημοκράτες Ευρωπαίους η Ευρώπη υπήρξε πάντα μια δύναμη εκπολιτισμού, η οποία παίρνει, διατηρεί και ασκεί τον έλεγχο πάνω στις παθολογικές τάσεις που μας γνώρισε η ιστορία. Είναι αλήθεια, χρειαζόμαστε την Ευρώπη για να ελέγχουμε τα πάθη και τις παθολογίες των διάφορων κρατών-μελών και ιδιαίτερα της Γερμανίας.

Χρειαζόμαστε επομένως μια ευρωπαϊκή αρχή, μια ευρωπαϊκή κυβέρνηση, μια ευρωπαϊκή οιονεί ομοσπονδία, που θα είναι σε θέση να ασκεί αυτήν τη λειτουργία ελέγχου. Γι’ αυτούς τους πολιτικούς λόγους, στην Ευρώπη διεξάγεται μια ζωηρή ιστορική συζήτηση υπέρ αυτής της «αμερόληπτης αρχής». Τώρα έχουμε μιαν αρχή, αλλά ως δράση επείγουσας ανάγκης.

Υπάρχει ένας θεσμός που απαιτείται επειγόντως να τεθεί υπό έλεγχο. Πρόκειται για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τον λιγότερο δημοκρατικό θεσμό από όλους τους αποπολιτικοποιημένους ή πολιτικά απρόσιτους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Και η εικόνα που διαμορφώνεται στα μάτια της ειλικρινά δημοκρατικής Ευρώπης είναι εκείνη μιας βαθιά αντιδημοκρατικής και τεχνοκρατικής Ενωσης (…).

Θα πρέπει επίσης να ενδιαφερθεί η Ευρώπη έτσι ώστε η γέφυρα μεταξύ των ελίτ και των πολιτών να μην καταρρεύσει. Εκεί όπου μπορεί να γίνει αυτό είναι το Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα μπορούσε να μετασχηματιστεί σε ένας είδος κυβέρνησης με ευθύνη απέναντι στο κοινοβούλιο. Αν η Ευρωζώνη διαλυόταν – είτε συντεταγμένα, είτε χαοτικά – θα μπαίναμε σε ένα γιγάντιο παιχνίδι αρνητικών αθροισμάτων όπου όλες οι πλευρές χάνουν.

Είναι γνωστό σε όσους βλέπουν καθαρά ότι η Ελλάδα έχει αποδειχτεί ανίκανη να φτιάξει και να εφαρμόσει μια φορολογική δομή για να σταματήσει τη διαφυγή στο εξωτερικό του μεγάλου πλούτου και να συμβάλει έτσι στο κοινό καλό, με τον καθένα να συνεισφέρει ανάλογα με τις δυνατότητές του. Δυστυχώς όμως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο και αυτό εντείνει τις προκαταλήψεις στο εξωτερικό. Πρόκειται για μια καθαρή περίπτωση κακοδιαχείρισης, μιας αδικαιολόγητης προστασίας των πλουσίων, οι οποίοι δεν συμβάλλουν στην προσπάθεια, αλλά και ενός πελατειακού συστήματος. Για παράδειγμα, διαβάζω και αναρωτιέμαι γιατί οι Ελληνες εφοπλιστές δεν πληρώνουν τους φόρους που τους αναλογούν. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι μόνο οι ίδιοι οι Ελληνες μπορούν να βελτιώσουν την κατάσταση σ” αυτά τα πεδία. Πώς μπορεί ν” αλλάξει αυτή η κατάσταση; Είναι ένα ανοιχτό ερώτημα που δεν μπορώ να απαντήσω. Αυτό το δύσκολο πρόβλημα κρατά τη χώρα σας σε μια σχετική καθυστέρηση.

Θεωρώ ότι τελικά το ευρώ θα επιβιώσει και πιθανότατα και η Ελλάδα θα παραμείνει στην ευρωζώνη. Αλλά θα επιβιώσει με τρόπο τεχνοκρατικό, με αποτέλεσμα οι δυνάμεις της άκρας Δεξιάς και τα αντιευρωπαϊκά συναισθήματα να ενισχυθούν παντού στην Ευρώπη. Κι αυτό δεν είναι προς όφελος κανενός.

 

 

 

Τελευταία τροποποίηση στις Τρίτη, 13 Αυγούστου 2013 18:02

Προσθήκη νέου σχολίου

Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση