Στην ταινία παίζουν ο πάντα εξαιρετικός Βαγγέλης Μουρίκης ως πατέρας δεμένος με τη φύση που συγκρούεται με τον γυιό του, ένα παιδί της σύγχρονης τεχνολογίας και της σπινταριστής ζωής που τον παίζει πολύ καλά ο Αργύρης Πανταζάρας, η πάντα εξαίσια Σοφία Κόκκαλη, που διατηρεί διαφορετικές σχέσεις και με τους δύο, μια επιθετική εταιρεία που κάνει ότι μπορεί για να ξεχαρβαλώσει τη φύση, ένα ορεινό χωριό σε διαρκή ένταση όπου οι διαφορετικές αντιλήψεις και τα συμφέροντα επιτείνουν την σύγχυση (απόηχος της διαμάχης ανάμεσα σε όσους δούλευαν στην εταιρεία χρυσού στην Χαλκιδική και σε όσους εναντιώθηκαν στην λειτουργία της) και ένα πανέμορφο δάσος που αν μπορούσε θα έφευγε όσο πιο μακρυά γίνεται από το ανθρώπινο είδος και τις μηχανές του. Η ταινία παρόλο που δεν χαρίζει τα κάστανα στους πρωταγωνιστές στο δια ταύτα με έφτιαξε με ένα διακριτικό και όμορφο τρόπο για να μπορέσω να βρεθώ στη θέση τους και να τους συμμεριστώ. Να συμμεριστώ τόσο αυτό που ήταν στην αρχή όσο και αυτό που έγιναν στο τέλος μέσα από τις σχέσεις τους. Ξύπνησε επίσης από το λήθαργο μια νοσταλγία για την αρχέγονη φύση, μια διάθεση να ξαναγυρίσω στα αρχαία δάση και να γίνω ένα μαζί τους.
Το «Digger» προτάθηκε στην Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου ώστε να ληφθεί υπόψη για τις υποψηφιότητες της κατηγορίας καλύτερης διεθνούς ταινίας. Την επιλογή ανακοίνωσε το Υπουργείο Πολιτισμού, κατόπιν πρότασης επταμελούς γνωμοδοτικής επιτροπής, την οποία έκανε δεκτή ο Υφυπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, αρμόδιος για θέματα σύγχρονου πολιτισμού, Νικόλας Γιατρομανωλάκης.
Η επιτροπή πρότεινε ομόφωνα το «Digger», καθώς σύμφωνα με το δελτίο τύπου «έκρινε ότι πρόκειται για μία ολοκληρωμένη ταινία η οποία μπορεί να απευθυνθεί σε ένα διεθνές κοινό δεδομένου ότι παρουσιάζει όλα εκείνα τα στοιχεία που την καθιστούν προσιτή χωρίς να κάνει έκπτωση στην κινηματογραφική ποιότητα».
Το «Digger» είχε προτείνει για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας και η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου, που μάλιστα το είχε βραβεύσει με τα Βραβεία Ίρις 2021, απονέμοντάς του συνολικά δέκα βραβεία, ανάμεσα στα οποία καλύτερης μεγάλου μήκους ταινίας μυθοπλασίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη και Α΄ ανδρικού ρόλου.
Υ.Γ. Τώρα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία είναι ζήτημα αν έφτασαν τις 100 χιλ. τα εισιτήρια που έκοψαν μες το καλοκαίρι και οι έξι αυτές ταινίες μαζί. Το θέμα είναι πως οι ταινίες που έχουν φιλοδοξίες να υπηρετήσουν την τέχνη και ο πολύς ο κόσμος κινούνται σε τροχιές ασύμβατες εδώ και πολλές δεκαετίες. Αλλά αυτό είναι ένα θέμα που νομίζω ότι διατρέχει την εποχή μας και αν κάτι φανερώνει είναι ότι ο κόσμος δεν φαίνεται να έχει ανάγκη την σήμερον ημέρα από την τέχνη, από την κάθε τέχνη, κάτι που δεν ισχύει για τη διασκέδαση, για την ψυχαγωγία. Πάντα όμως θα υπάρχουν κάποιοι λίγοι δημιουργοί και θεατές που για λόγους μυστήριους θα επιμένουν να συναντιούνται, που θα έχουν μια τέτοια επιθυμία και θα το παλεύουν να την εκπληρώσουν. Δεν είναι πάντως ένα κρίσιμο ερώτημα το που θα μας βγάλει ως είδος αυτή η κατάσταση που είναι ορατή σε όλον τον κόσμο, το ότι δηλαδή στα ενδιαφέροντα που έχει η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων δεν περιλαμβάνεται πια η τέχνη σε όλες τις μορφές της; Ή μήπως κάνω λάθος;