Πέμπτη, 31 Οκτωβρίου 2024 17:44

Απεβίωσε ο Θανάσης Βαλτινός, ναι αλλά γιατί υπήρξε μία κυρίαρχη φιγούρα στα ελληνικά γράμματα;

Επιλέγων ή Συντάκτης 
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

bookpress1Κωστής Καλογρούδης. Ο Θανάσης Βαλτινός ( ορεινός οικισμός Καράτουρας Καστρίου Αρκαδίας, 1932-Αθήνα, 2024) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς των μεταπολεμικών ετών. Το πολύπλευρο έργο του, η σχέση του με τον κινηματογράφο και το θέατρο, καθώς και η δημόσια παρουσία του, συνθέτουν μια μοναδική πορεία. Την είδηση του θανάτου του έκανε γνωστή η εκδότριά του, Εύα Καραϊτίδη.

Όσο αυθαίρετες κι αν είναι οι απόλυτες αξιολογικές εκτιμήσεις που ιεραρχούν καλλιτέχνες και ανθρώπους των γραμμάτων, δεν νομίζω ότι είναι υπερβολή να ισχυριστεί κάποιος ότι ο Θανάσης Βαλτινός υπήρξε μία εμβληματική (για πολλούς η σημαντικότερη) μορφή της μεταπολιτευτικής ελληνικής λογοτεχνίας. 

Αν και ο όρος «μεταπολιτευτική» μάλλον είναι αδόκιμος, αφού η καριέρα του Βαλτινού ξεκίνησε από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 και συνεπώς δεν τυποποιείται βολικά μονάχα στο κουτάκι της περιόδου της μεταπολίτευσης. Το ερώτημα λοιπόν που λογικά προκύπτει είναι γιατί υπήρξε ο Βαλτινός μία τόσο κυρίαρχη φιγούρα στα ελληνικά γράμματα;

Οι λόγοι είναι πολλοί αλλά συγκλίνουν σε μία κοινή συνισταμένη: ελάχιστοι αποπειράθηκαν να πειραματιστούν τόσο τολμηρά με τη φόρμα με στόχο να αποκαλύψουν πίσω από επάλληλες στρώσεις, προσωπεία, μυθολογίες, συμβάσεις, τα αληθινά, χαρακτηριστικά γνωρίσματα της σύγχρονης Ελλάδας. Η διαρκής υφολογική του ανησυχία δεν αντανακλούσε έναν στείρο φορμαλισμό αλλά μία ειλικρινή απόπειρα να σφυρηλατήσει μία γλώσσα, έναν κώδικα αναπαράστασης, που να μπορεί να αποφλοιώσει το δήθεν για να αναδείξει την ουσία.

Βασική του προσέγγιση ήταν η ιστορία, ή μάλλον η απομυθοποίηση των συμβάσεων πάνω στις οποίες χτίστηκε αυτό που εκλαμβάνουμε ως δεδομένη σύγχρονη ελληνική ιστορία, και ιδιαίτερα η περίοδος του εμφυλίου αλλά και οι ταραγμένες δεκαετίες του εξήντα και ύστερα. Ο Βαλτινός ενδιαφερόταν κυρίως να διασπάσει τις κυρίαρχες αφηγήσεις γύρω από αυτά τα κεφάλαια, κάτι που απαιτούσε τόλμη, αφού τον οδήγησε λόγου χάριν στο να συγκρουστεί ανοιχτά και με τους διανοούμενους της αριστεράς και τα ταμπού που ο ίδιος διέβλεπε. Έτσι, επικεντρώθηκε στο συλλογικό και λιγότερο στο ατομικό/προσωπικό.

Όμως αυτή η προσέγγιση προϋποθέτει και έναν αναστοχασμό γύρω από την ίδια την έννοια της αφήγησης και τον ρόλο του συγγραφέα, ο οποίος στην προκειμένη περίπτωση μοιάζει με έναν αποστασιοποιημένο συλλέκτη εγγράφων και αρχείων. Όμως και αυτό βεβαίως είναι ένα προσωπείο, άλλος ένας υιοθετημένος ρόλος. Αντίστοιχα, στα Στοιχεία για τη Δεκαετία του ’60 (1989), το κείμενο αποτελεί κολάζ από έγγραφα, ειδήσεις, αποκόμματα εφημερίδων, αγγελίες, διαφημίσεις, αιτήσεις, επιστολές κλπ. Μέσα από ένα ευρύ φάσμα λόγου φιλοτεχνεί ένα ψηφιδωτό που αναδεικνύει τη δεκαετία του εξήντα αποφεύγοντας τα μεγάλα «γεγονότα» και εστιάζοντας στους απλούς ανθρώπους, στη φαινομενικά ασήμαντη καθημερινότητα, φτιάχνοντας έτσι ένα πορτρέτο της ιστορίας χρησιμοποιώντας το «αρνητικό» του φιλμ, με τρόπο έμμεσο και πλάγιο.

Το επόμενο λογικό βήμα ήταν η μεταμυθοπλασία, η αφήγηση με θέμα τη φύση της ίδιας της αφήγησης. Χαρακτηριστικότερο έργο Ο Τελευταίος Βαρλάμης (2010), ένα αφήγημα με εμφανή την επιρροή του Μπόρχες και του Ναμπόκοφ, όπου η αναζήτηση για έναν Πελοποννήσιο κλέφτη από τον 18ο αιώνα οδηγεί σε ιστορικές και φιλολογικές μελέτες με υποσημειώσεις και αναφορές, και κατόπιν μία οικογενειακή σάγκα που διασχίζει ολόκληρο σχεδόν τον 20ό αιώνα και θέτει το ερώτημα αν η λογοτεχνία αντλεί από την ιστορία ή το αντίθετο και τελικά η λογοτεχνία «γεννάει» τη δική της αλήθεια.

Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι ο Βαλτινός ήξερε να γράφει μόνο έτσι, αν και αυτά είναι τα έργα της πιο ώριμης περιόδου του. Αντίθετα, ορισμένα από τα πιο αγαπημένα του έργα ήταν πολύ πιο νατουραλιστικά σε ύφος: τόσο η περίφημη Κάθοδος των Εννιά (1963) όσο και το Συναξάρι Ανδρέα Κορδοπάτη, Βιβλίο Πρώτο: Αμερική (1972) επιδεικνύουν μία εξαιρετική αίσθηση ρυθμού, μία πολύ αποτελεσματικά λιτή γλώσσα που απογυμνώνει την αφήγηση, τα βασικά, πρωτογενή της στοιχεία και την μπολιάζει με μια α-χρονικότητα που τελικά μετουσιώνεται σε μια διαχρονική γλώσσα, ενώ χαρακτηρίζονται και από μια κινηματογραφική σχεδόν οπτική (άλλωστε ο Βαλτινός σπούδασε κινηματογράφο ενώ έγραψε και σενάρια, εκ των οποίων το πιο γνωστό υπήρξε το «Ταξίδι στα Κύθηρα» του Αγγελόπουλου).

Σε αυτά του τα έργα ο Βαλτινός μοιάζει με έναν μοντερνιστή ζωγράφο που πριν αρχίσει να αποδομεί τη συμβατική φόρμα και να αρχίσει να αλλοιώνει μορφές και φιγούρες προς όφελος γεωμετρικών σημάτων, πρώτα αποδεικνύει ότι μπορεί να σχεδιάζει εξαιρετικά. Δείχνει πρώτα ότι κατέχει τις πιο παραδοσιακές τεχνοτροπίες, πριν προχωρήσει στη σταδιακή τους αποκαθήλωση για να στραφεί προς την καινοτομία.  

Τα περισσότερα έργα του Βαλτινού ήταν σύντομα, φλερτάροντας με τα όρια του διηγήματος και της νουβέλας. Έκρυβαν όμως πίσω τους πολλή σκέψη, αποτελούσαν σύνθετα, περίτεχνα αρχιτεκτονήματα που έπλεκαν αρμονικά ύφος και περιεχόμενο. Παράλληλα, ο βασικός στόχος του ως συγγραφέα ήταν να απομυθοποιήσει τις στρεβλές νόρμες της ελληνικής κοινωνίας, να συντρίψει τις κάθε είδους πλασματικές εξιδανικεύσεις και να εξερευνήσει το συχνά φευγαλέο σημείο τομής της ιστορίας (ή αυτό που εκλαμβάνουμε ως ιστορία) με τη μυθοπλασία. Σε δύο συμπεράσματα καταλήγω: το πρώτο είναι ότι η σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία χωρίς τον Βαλτινό θα ήταν πολύ πιο φτωχή. Το δεύτερο είναι ότι έχουμε τελικά κάποιους συγγραφείς που θα άξιζαν να υπερβούν τα περιορισμένα δικά μας σύνορα.

Πηγή:  elculture.gr/thanasis-valtinos-afieroma

Και  lifo.gr/culture   Δημοσιογράφοι και άνθρωποι των γραμμάτων περιγράφουν γιατί ο σημαντικός πεζογράφος και ακαδημαϊκός που έφυγε χθες από τη ζωή κατατάσσεται στους πρωτοπόρους των ελληνικών γραμμάτων.

Διαβάστηκε 493 φορές Τελευταία τροποποίηση στις Πέμπτη, 31 Οκτωβρίου 2024 18:35
Λάκης Ιγνατιάδης

Ραβδοσκοπία ατζαμή

Προσθήκη νέου σχολίου

Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση