Σάββατο, 23 Μαΐου 2015 20:22

Ο κ. Νίκος Ξυδάκης στο Μικρό Παλλάς, όχι ο υπουργός καλέ, ο άλλος... ο Μουσικός.

Επιλέγων ή Συντάκτης 
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

Όλοι, εκτός από τους κουφούς, μεγαλώνουμε μέσα σε ένα ηχητικό σύμπαν, διαφορετικό για τον καθένα, ακόμα και αν είμαστε δίδυμοι. Το σύμπαν αυτό, είναι βέβαιο ότι μας σφραγίζει. Η διαπίστωση αυτή ισχύει και για τον κ. Φάλτσο. Εκεί γύρω στα  δέκα ο Φάλτσος αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι τον ενοχλούν οι μεγάλοι, ξηροί θόρυβοι, τα κομπρεσέρ, οι μύγες δίπλα στ’αυτί του, ενώ οι μικροί και τσιριχτοί τον αφήνουν αδιάφορο, ακόμα κι αν πρόκειται για βρύση που στάζει. Από πιο πριν είχε καταλάβει ότι οι θόρυβοι της κουζίνας και του τραπεζιού του προκαλούσαν μια μικρή μεν αλλά διαρκή ευχαρίστηση, όπως και οι ιαχές για τα γκολ και τα αααχ για τα παρολίγον γκολ. 

Υπήρχαν και κάποιοι θόρυβοι που τους άκουγε μικρός χωρίς να τους δίνει ιδιαίτερη σημασία και χρόνια αργότερα ανακάλυψε πως κάθε φορά πους τους ξανάκουγε του δημιουργούσαν κάτι περίεργα κι ασαφή συναισθήματα που τον ωθούσαν να σκάβει μέσα του. Στην κατηγορία αυτή πρώτη θέση κατέχουν τα σφυρίγματα των πλοίων από το λιμάνι του Πειραιά και του τρένου από το σταθμό του Άη Διονύση, τα κυματάκια έτσι όπως σβήνουν γλυκά στην παραλία κι ο ήχος του περπατήματος σε χαλικάκι, ιδιαίτερα αν αυτός είναι από τακούνι που πλησιάζει.

Κι εκεί γύρω στα δεκατρία, που αρχίζουν να φουντώνουν και να μπλέκονται αισθήματα και ορμές, ο Φάλτσος, δίχως να το αποφασίσει, ανοίγει παρτίδες με τους οργανωμένους ήχους που αποκαλούνται παγκοσμίως τραγούδια και μουσικές. Για να μην γράψουμε τώρα βιβλίο ολάκερο, θα περιοριστούμε μόνο σε μία σκέψη που χρόνια αργότερα έκανε ο Φάλτσος, μια νύχτα που η αϋπνία τον έχει τσακίσει. Τα τραγούδια και οι δημιουργοί τους χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, ψιθύρισε στον κοιμισμένο σκύλο του. Η πρώτη περιέχει όλους όσους είχαν εμφανιστεί περίπου πριν από τα 13 μου. Και η δεύτερη, αυτούς που εμφανίστηκαν μετά, γαβ, γαβ.

Από αυτούς τους πριν, που είχαν ήδη φτιάξει ένα όνομα, ο Φάλτσος ανακάλυψε στα επόμενα είκοσι χρόνια της ζωής του πολλούς που του άρεσαν, ανάμεσα στους οποίους μπορούμε να αναφέρουμε ενδεικτικά τους συνθέτες και τους τραγουδιστές του ρεμπέτικου και του λαϊκού έως και τους Απόστολο Καλδάρα, Μανώλη Χιώτη, Άκη Πάνου, Ζαμπέτα, Σταύρο Κουγιουμτζή, Καζαντζίδη και Διονυσίου, τους Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Ξαρχάκο, Μπιθικώτση, Μοσχολιού, Πόλυ Πάνου και Καίτη Γκρέι, τους μπλουζίστες, τους τζαζίστες και της σόουλ τους εμπριμέ, τον Πρίσλεϋ, τον Τζέρι Λι Λούις, τον Ζακ Μπρελ και διάφορους δημιουργούς από τα ξένα. Αυτούς ο Φάλτσος είναι ζήτημα αν τους επέλεξε ο ίδιος πάνω από το 20% του. Το γεγονός ότι ήδη ήταν δαφνοστεφανομένοι πριν από τη στιγμή που ο Φάλτσος σταμάτησε οριστικά να είναι ένα μικρό ζωάκι δίχως φίλτρα, έπαιξε σημαντικό ρόλο.

Από αυτούς, που μετά τα 13 του πέσανε τα φώτα τους πάνω του και τούμπαλιν, και που η μαγεία τους κράτησε πολλά χρόνια, ενδεικτικά αναφέρουμε εδώ τους Μπητλς, τους Ρόλινγκ Στόουνς, τους Κινγκς, τον Μπομπ Ντύλαν, τον Φράνκ Ζάπα, τους Σάιμον εντ Γκαρφάνκελ, τους Ντόρς, τον Λου Ρήντ, τον Τομ Γουέιτς, τον Μπόμπ Μάρλεϊ, τον Νικ Γκέιβ, τους Ιταλούς και τους Γάλλους τραβαδούρους που πότιζαν τον ρομαντισμό μας, μα και από τους ντόπιους τον ζαραβακατρανέμια Μαρκόπουλο με τον Ξυλούρη παλληκάρι στα Σφακιά, τον Ν. Μαμαγκάκη εξαιρετικός οικοδεσπότης σε κέντρο διερχομένων, τον Πουλικάκο και ως θείο Νώντα, τον σεμνό κ. Σπανό, τον Λοΐζο του δρόμου της Ευδοκίας, τον Ρασούλη της αγοράς, την Χαρούλα μας πάλι και ξανά, την τρέλα μας ως Φλέρυ του φεγγαριού, την Ελευθερία, άχου πουλάκι μου, την Γαλάνη, την Βιτάλη αλλά και την Λένα Πλάτωνος, την Σωτηρία Λεονάρδου όταν μας έμοιαζε και της μοιάζαμε, τον Μητροπάνο τελευταίο τσιγάρο που καίει, τον μπλουζ εγγονό του Ζορμπά Σιδηρόπουλο, τον Κρητικό της ανατολής Ρος Ντέιλι, τον Θάνο Μικρούτσικο, τον Αργύρη Μπακιρτζή (Χειμερινοί κολυμβητές) με τις απίστευτες παρλάτες του, τον Άσιμο με το παπάκι του στην ποταμιά της καρδιάς του, τον Κηλαϊδόνη από την πλαζ Βουλιαγμένης, τον Μούτση της Ελευσίνας, τον Μάκη Χριστοδουλόπουλο με τα βυζαντινά πιστόλια του, τον Μαργαρίτη του τελευταίου πυρετού, την Πίτσα Παπαδοπούλου, όλοι οι δρόμοι είσαι' συ και τον Πορτοκάλογλου (Φατμέ) ενίοτε θάλασσα σκοτεινή, ενίοτε προσφυγάκι δίχως πάσο, οπωσδήποτε τον Τζιμάκο τον Πανούση ( Μουσικές Ταξιαρχίες) και επειδή όλοι οι αξιωματούχοι, εντός κι εκτός εξουσίας, θέλουν διακαώς την κεφαλί του του επί πίνακι, τον Παπάζογλου της γέφυρας Τούμπα  Νίσυρος, τον Κορακάκη της Καισαριανής και τον Γιώργο Τζώρτζη τον καλόγηρο που για πολλά χρόνια μας ξεπροβόδιζε έως τον όρθρο του, τον Κραουνάκη, τους Κατσιμιχαίους, τον Μαχαιρίτσα, τον Ορφέα Περίδη φωτοβολίδα, τον Παπακωνσταντίνου τον Θανάση, αλλά και τον Βασίλη άμα λάχει και τον Μάλαμα σίγουρα, προπάντων για τις ανεπανάληπτες συναυλίες τους, τον τραγουδοποιό της διπλανής πόρτας Φοίβο Δεληβοριά, το πληγωμένο ελαφάκι Αλκίνοο Ιωαννίδη και πρόσφατα τον Αγγελάκα, που άργησε πολύ να τον ακούσει προσεχτικά και συγγνώμη απ'όσους ξέχασε. Τελευταίοι καλεσμένοι, σ'αυτήν την dream team του, ως δόκιμα μέλη φυσικά, η Μόνικα, η Μποφίλιου κι ο Χαρούλης, αλλά και άλλοι πολλοί από όλα τα μέρη της Ελλάδας και της υφηλίου.

Εδώ ο Φάλτσος είχε πιο ενεργό ρόλο στις επιλογές του, μέτρησαν αρκετά τα υπό διαμόρφωση γούστα του, ο βίος του και οι ανεξέλεχτες εσωτερικές δίνες του. Τι συνέβαινε; Το πανάρχαιο. Ανάμεσα λοιπόν,  σε ότι κυκλοφορούσε στην πιάτσα, κάποιοι, όταν ήταν σε αδύναμη στιγμή, του την έπεφταν με στυλ και του μιλούσαν ιδιαιτέρως προκαλώντας του ανεπάντεχη ταραχή, ηδονικές ανατριχίλες. Αυτούς τους ξεχώριζε από τον σωρό και τους κουβαλούσε μαζί του όπου κι αν πήγαινε πραγματικά ή με την φαντασία του. Το παιχνίδι παιζόταν ως εξής περίπου. Αυτούς, που ας πούμε τον εξέφραζαν, αυτός τους έφερνε στα μέτρα του που όμως αυτά τα διαμόρφωναν με το έργο τους και αυτοί. Ένα είναι σίγουρο. Ο θίασος αυτός του στάθηκε στα δύσκολα και στα χαρμόσυνα, στα κενά αέρος και ζωής και στα ακατανόητα, μα και στις γιορτές όταν ενωνόντουσαν με το πένθος. Γι’αυτό ο Φάλτσος, όπως είπε μια μέρα στον χοντρό παπά που έψελνε ωραία και που άρχισε τώρα με τον ΣΥΡΙΖΑ να κάνει διαίτα προληπτικώς, εσαεί θα τους ευγνωμονεί.

Στον μετά τα 13 του θρόνο του κ. Φάλτσου προέκυψε μετά από πολλά χρόνια προσπαθειών, συγκυβέρνηση. Ένας "αυτοκράτορας" και ένας "πατριάρχης", που τους τίτλους τους τούς κέρδισαν με το σπαθί τους φυσικά, δηλαδή με όλο το έργο τους και με την διαρκή παρουσία τους στα αλλοπρόσαλα σκαμπανεβάσματα της ελληνικής κοινωνίας, ο καθένας φυσικά με τον τρόπο του και με τους κυματισμούς του. Ο Διονύσης Σαββόπουλος είναι ο ένας και ο Νίκος Ξυδάκης ο άλλος. Για τον Σαββόπουλο έχουμε γράψει αρκετά. Για τον Ξυδάκη, ελάχιστα. Η μουσική παράσταση του Νίκου Ξυδάκη που γίνεται αυτές τις Μαγιάτικες μέρες στο Μικρό Παλλάς, με τίτλο « Εκ βαθέων», στάθηκε η αφορμή για να μας πει ο κ. Φάλτσος πέντε έξι πράματα, γι’αυτόν. Απ’αυτά φυσικά που μπορούν να ειπωθούν με λέξεις.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 δύο ολόδροσα άλμπουμ ξετρέλαναν τον Φάλτσο, τους φίλους του και πολλούς συνομήλικούς τους. «Η εκδίκηση της γυφτιάς» ήταν το ένα και το « Τα δήθεν» ήταν το άλλο. Στιχουργός ο Μανώλης Ρασούλης, ερμηνευτές οι Νίκος Παπάζογλου, Δημήτρης Κοντογιάννης και Σοφία Διαμαντή και συνθέτης ο πρωτοεμφανιζόμενος Νίκος Ξυδάκης. Καινούργιες εικόνες που εξέφραζαν μια συναισθηματική κατάσταση που είχε αρχίσει να ξεκολλάει από τα κλασσικά μοτίβα της χούντας και της μεταπολίτευσης, μια αντίληψη του κόσμου όπου το ζητούμενο ήταν η ειλικρίνεια και η διάθεση για πιο ελεύθερο συναισθηματικό νταλαβέρι, αναβόσβηναν σ’αυτούς τους δύο νεολαϊκούς δίσκους που όλα τα κεντούσε μια δροσερή νεολαϊκή μουσική. Τραγούδια που ακόμα και ο κ.Φάλτσος δε ντρεπόταν να τα τραγουδάει δημόσια και μερικά απ’αυτά τα χόρεψε ως αρκούδι, αλλά το φχαριστήθηκε.

Το '81 για πρώτη φορά οι σοσιαλιστές του Παπανδρέου σχηματίζουν κυβέρνηση και φαίνεται πως όλα ξεκινούν για να να ξαναμοιραστούν εξ αρχής σ’αυτήν την πολύπαθη χώρα. Τότε κυκλοφόρησε ο δίσκος « Πρώτο βράδυ στην Αθήνα», όπου ο Ξυδάκης πρωτοτραγούδησε και που εκ των υστέρων φάνηκε ότι ήταν η πρώτη του προσπάθεια να φιλοτεχνήσει το δικό του μουσικό στίγμα. Έφευγε από τα σίγουρα ακούσματα του χαριτωμένου λαϊκού μα που να πήγαινε αυτός ο Αιγυπτιώτης που η κλασσική του παιδεία έτρεχε στο αίμα του;  

Και το 1987, λίγο πριν ξεκινήσουν τα μεγάλα σκάνδαλα του ΠΑΣΟΚ, ο κ.Φάλτσος είδε το φως το αληθινό. Τι εποχή κι αυτή, που σχεδόν όλος ο λαός ήθελε με οποιοδήποτε μέσο να αρπάξει όσο γίνεται περισσότερα υλικά αγαθά για πάρτι του, προτρέποντας και τις λογής λογής μειοψηφίες να κάνουν το ίδιο, θέλησε κι αυτός ο κακομοίρης τα άυλα, να γίνει δηλαδή τραγοδουποιός. Αιτία; Ο δίσκος « Κοντά στη δόξα μια στιγμή».  Λίγα χρόνια αργότερα ο Φάλτσος παραδεχόμενος την αδυναμία του να τα καταφέρει και έχοντας σώας τας φρένας, έχρισε μετά βαΐων και κλάδων τον Νίκο Ξυδάκη διάδοχο του μισού θρόνου του. Και τότε φρόντισε κι έμαθε δυο τρία πράματα γι’αυτόν.  Ένα χρόνο μεγαλύτερός του, ο Ξυδάκης έζησε μέχρι τα 11 του στο Κάιρο. Οι δικοί του, με καταγωγή από Σάμο και Κάσο, ήρθαν στην Ελλάδα το ’63, μαζί με το μεγαλύτερο κύμα επιστροφής των Αιγυπτιωτών Ελλήνων. Από τότε τριγύριζε την νεότητά του στην Αθήνα μαζί με φίλους καρδιακούς, από τότε αφήνεται σε ρεύματα αόρατα να τον παρασέρνουν στα άγνωστα νερά μέρη γνωστών, ανακαλύπτονττας τις μυρωδιές ορατών τε πάντων και αοράτων. Σ'αυτές τις γωνιές θα παρέσερνε χρόνια αργότερα ο Φάλτσος φίλους και γνωστούς, με δόλωμα πως ακούγοντας τον Ξυδάκη να παίζει τα τραγούδια του, η ψύχη σου δίχως να το προσπαθήσει κάνει διαλογισμό υψηλού επιπέδου. Δε βρέθηκε ούτε ένας να τον διαψεύσει.

Το «Κοντά στη δόξα μια στιγμή», ήταν μια από τις πιο ευγενικές χειρονομίες ενός δυτικόστροφου ανατολίτη που δίχως ταρατατζούμ ολοκλήρωσε ολόφρεσκες μουσικές συνθέσεις, ενώνοντας τον Μουντάκη με τον Κηθ Τζάρετ και με την ποπ ελαφρότητα περνώντας τες από τους ήχους του παιδικού Καΐρου, και των αειθαλών δημοτικών σε τζαζ εκδοχές, συνθέσεις που μας τις πρόσφερε αβίαστα κι απλόχερα. Αυτός ο δίσκος αποδείχτηκε εκ των υστέρων ότι εμπεριείχε εν σπέρματι όλα όσα καλλιέργησε και εμπλούτισε στην πλούσια δισκογραφία του τα επόμενα εικοσιπέντε χρόνια. Από το πρώτο άκουσμα, αν είσαι ανοιχτός αλλά όχι άνιωθος, νιώθεις ότι ένα νέο μουσικό σύμπαν ανατέλλει στην Ελλάδα, από τα εν δυνάμει άπειρα που υπάρχουν κατά Νανόπουλο, ένα σύμπαν που σε φωτίζει με το μητρικό γαλακτώδες φως του και γλιστράει κυματιστά προς τ’αυτιά σου. Μόνο που μπαίνοντας μέσα στον λαβύρινθό τους ταξιδεύει, ως φως πάντα, ντουγρού για την ψυχή σου. Αν δεν την έχεις χάσει, βρίσκει το δρόμο με κλειστά τα μάτια. Αλλά και να την έχασες δεν χάθηκε κι ο κόσμος. Υπάρχει λύση. Είναι σ’αυτά τα τραγούδια που έχουν μια αρχέγονη ζωοποιό δύναμη να παίξουν το ρόλο της μια χαρά, όσο φυσικά αυτή απουσίαζει. Με το άλμπουμ αυτό ξεκίνησε η μακροχρόνια συνεργασία του Ξυδάκη με τον στιχουργό Θοδωρή Γκόνη και την τραγουδίστρια Ελευθερία Αρβανιτάκη. 

Το σχήμα τότε φάνηκε απλό στον κ.Φάλτσο. Πίσω απ’αυτά τα τραγούδια, σκέφτηκε, αναπνέει ένας ευπατρίδης του παλιού καιρού, απ’αυτούς που επέζησαν από μεγάλες καταστροφές. Από το σκοτεινό βάθος ένας μυθικός πάνθηρας αργοσαλεύοντας πλησιάζει τα πράματα χαϊδεύοντάς τα και υποκλίνεται στη μουσική των ανθρώπων με σεβασμό και δίχως δεύτερες σκέψεις. Κι επειδή ο Ξυδάκης φανερώνεται ενώπιών μας ως άνθρωπος με τις καταδικές του μουσικές συνθέσεις, μας ολοκληρώνει κι εμάς μέσω μιας απόλαυσης που μόνο η μελωδία μπορεί να μας προσφέρει. Αυτό είναι, αυτό κατάλαβε ο κ.Φάλτσος, τότε, στα 34του χρόνια που ζούσε και πέθαινε σ’αυτόν τον πλανήτη. Και τότε πέταξε ο κ. Φάλτσος ένα μουσικοκριτικό ευφυολόγημα που του άρεσε: Τα τραγούδια του κ. Ξυδάκη δεν υπήρχε περίπτωση να  έφταναν στ’αυτιά μας δίχως να τα συνθέσει αυτός, ενώ κάποιων άλλων, ονόματα τώρα δε λέμε, θα μπορούσαν να υπάρξουν δίχως να τα κατασκευάσουν οι συνθέτες τους.

Όποιος έχει δει με το αγαθό μάτι της αρετής την χιλιετία του Βυζαντίου, μάλλον θα έχει εκτιμήσει δεόντως το δικέφαλο σχήμα του. Από την μια μεριά είχαμε την κοσμική εξουσία, που την εκπροσωπούσε ένας αυτοκράτορας που δεν ήταν κληρονομικός, και από την άλλη την επουράνια, που επί γης την εκπροσωπούσε ο πατριάρχης, που πολλές φορές ήταν λίαν προοδευτικός ακόμα και με τα δικά μας σημερινά μέτρα. Αναλογικά σκεπτόμενοι και τραβώντας το σχήμα αυτό στα άκρα, ισχυρίστηκε ο κ.Φάλτσος μια μέρα της ζωής του, όντας ψιλομεθυσμένος σε καραόκε με βυζαντινά τραγούδια, ότι ο κ. Ξυδάκης εξέφρασε αυτόν τον κόσμο, τον ας τον πούμε υπερταξικό, που ξεπερνάει ότι μπλέκεται στα πόδια μας κι επικοινωνεί με το άχρονο, μ'αυτό που μπλέκεται στις ψυχές μας. Ναι, στην συγκυβέρνηση του κ. Φάλτσου, ο κ.Ξυδάκης έχει έφτιαξε ένα φρέαρ οδηγώντας τα ρυάκια του ουράνιου στις φλέβες μας. Δύσκολο είναι κάποιος να μην αντιληφθεί με το πρώτο, ότι ο Ξυδάκης δεν κάνει παιχνίδια με μόδες και με αυτά που έχουν πέραση στα ΜΜΕ. Στις πολύ καλές στιγμές του, που αυτές είναι πολλές, μας υποβάλλει με έναν πολύ διακριτικό τρόπο όσα κάνουν τον απάνθρωπο και ανίερο κόσμο μας άξιο να τον ζει ο καθένας μας. Αυτός ο πατριάρχης μιας "αντιεξουσιαστικής" μελωδίας, μας μεταγγίζει μια διάθεση φλεγόμενης βάτου, και μας υποβάλλει να τον σκεφτούμε όπως τον υποδιοικητή Μάρκο των Ζαπανίστας. Είναι ο υποπατριάρχης μας, όταν σεμνά ανακαλύπτει τη μουσική που κρύβεται στα στιχάκια των Ρασούλη, Γκόνη, Σαμαρτζή, Ζάχου, Γκανά, Βιυζηνού, Λαπαθιώτη, Σολωμού, Μπωντλέρ, Χάινε, Σαπφώ, Καβάφη, Καψάλη και άλλων, μουσική που της φιλά τα χέρια, της πλένει τα πόδια, μουσική που τον γοήτευσε έως το μεδούλι του και θέλησε να μας την δωρίσει για μία κατά μονάς ακρόαση. Ο Ξυδάκης, με τα ανατολίτικα όργανά του εν δράσει και σε νέα σύλληψη, καταφέρνει συνήθως για δευτερόλεπτα μετά το άκουσμα των τραγουδιών του να μας διακτινίσει στον ουρανό σαν σφαίρα για να κοιτάξουμε από κοντά έναν από τους ήλιους της ζωής δίχως όμως να τυφλωθούμε. Αυτό το πανδύσκολο κυνήγησε και ο κ.Φάλτσος ισχυρίζεται, με βάση αυτά που ένιωσε ο ίδιος, ότι πολλές φορές τα κατάφερε. Μια μέρα με ανοιξιάτικη βροχή ψιθύρισε πολλές φορές εν μεσή οδώ «άξιος», εννοώντας πανάξιος ως υποπατριάρχης της μουσικής μας διαδρομής μέσα στους αιώνες.

Τις προάλες, σε μια εκδήλωση για τον ένα χρόνο από τον θάνατο του Κωστή Παπαγιώργη, παρευρέθηκε και κ.Φάλτσος. Γυρίζοντας ξαφνικά προς τα πίσω λες και τον τσίμπησε η σφίγγα της ερήμου, αριστερά στην ακριβώς πίσω του σειρά καθόταν ο κ. Ξυδάκης και στην πιο πίσω και λίγο πιο δεξιά, ο ποιητής του ΣΥΣΣΗΜΟΥ κ. Νίκος Παναγιωτόπουλος. Ο κ. Φάλτσος θεώρησε πως αυτή η σύμπτωση δεν ήταν καθόλου τυχαία, γι’αυτό χάρηκε. Κατάλαβε τότε για πρώτη φορά πως υπάρχει ένας αόρατος δεσμός που ενώνει αυτούς τους δύο συμπολίτες μας κι αυτός είναι η ικανότητά τους να μην κρύβουν το κατάμαυρο της ζωής, τον κατασκότεινο ουρανό μας και ταυτόχρονα να μας εμφανίζουν με έναν γοητευτικό τρόπο μια θεότρελη αστραπή να τον διαπερνά και να τον φωταγωγεί. Μια αστραπή όμως που δεν σβήνει και χάνεται ακαριαία, αλλά μας αφήνει την αίσθηση της βροχής και του ουράνιου τόξου που θα τα νοιώσουμε ως παρηγοριά. Αυτή η αστραπή, που πιο πολύ μας υποβάλλει το ουράνιο τόξο, για όσους η ζωή τους είναι τέκνο της φυλής «“Ὁ ἔχων ῶτα ἀκούειν ἀκουέτω!” είναι ευδιάκριτη στο μουσικό έργο του Νίκου Ξυδάκη.

Πατώντας  εδώ  θα σας εμφανιστεί μια μίνι συνέντευξή του στο Αθηνόραμα που παραχώρησε στον Γιώργο Χαρωνίτη εν όψει της συναυλίας του στο Μικρό Παλλάς. Σ’αυτήν μιλάει για την πορεία του, τα διαφορετικά mood της μουσικής του και την Ελευθερία Αρβανιτάκη.

Πατώντας  εδώ  θα σας εμφανιστεί μια συνέντευξή του, με εξαιρετικές κατά τη γνώμη μας απαντήσεις, που παραχώρησε στον Δημήτρη Κανελλόπουλο και αναρτήθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών με τον τίτλο « Σχεδίαζα μελωδίες τύπου Σοπέν όταν έγραψα το Τρελή κι αδέσποτη».

Πατώντας  εδώ θα σας εμφανιστεί μία σελίδα με την δισκογραφία του Ν.Ξυδάκη. Από όσο μπορώ να θυμάμαι απουσιάζει σίγουρα το άλμπουμ με τον Δ.Καψάλη που έχει να κάνει με τον Καβάφη, και το «Γυάλινα Γιάννενα» με τον Γκανά, που μάλλον δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμα σε C.D.

Πριν περάσω σε μια φανταστική ραδιοφωνική εκπομπή που θα έκανα διαλέγοντας και δεκατρία από τα τραγούδια του, προσπαθώντας να μην είναι από τα πλέον δημοφιλή του, να σας πω δύο. Το ένα έχει να κάνει με το διαδίκτυο. Γκουγκλάροντας παλιά Νίκος Ξυδάκης, τα περισσότερα λήμματα εμφάνιζαν τον μουσικοσυνθέτη. Τώρα όμως εμφανίζουν τον συνονόματό του αναπληρωτή υπουργό Πολιτισμού. Μικρό το κακό, αρκεί ο υπουργός μας να παράγει ένα έργο αντάξιο του μουσικοσυνθέτη μας. Πακέτο μ’αυτό πάει και το εξής του δαίμονα του ίντερνετ. Η φωτό που συνοδεύει τα φειδωλά βιογραφικά στοιχεία του μουσικοσυνθέτη, είναι του υπουργού. Το δεύτερο. Κάποια χρονιά, στη δεκαετία του ’90 , λίγο μετά τις απόκριες θάτανε θαρρώ, καθηγητές και μαθητές είχαμε σουβλίσει αρνιά στο 1ο Λύκειο Κερατσινίου και μετά ως μια μεγάλη παρέα τα ξεκοκκαλίσαμε κάνοντας κι ένα υπέροχο γλέντι. Εκεί ανακάλυψα πως ο πρόεδρος του 15 μελούς ήταν λάτρης του Νίκου Ξυδάκη. Έπεσα από τα σύννεφα. Σ’αυτόν, που δεν θυμάμαι το όνομά του και που ως πρόεδρος ήταν από τους καλύτερους που συνάντησα στην καριέρα μου, είναι αφιερωμένο αυτό το άρθρο.

Πρώτη βράδυ στην Αθήνα Νίκος Ξυδάκης, με Ν. Ξυδάκη, Γλυκερία, από το "Πρώτη βράδυ στην Αθήνα", 1983. 

Βουνό είναι κι η θάλασσα   Νίκος Ξυδάκης - Θοδωρής Γκόνης, με Νίκο Ξυδάκη, από "Κάιρο Ναύπλιο Χαρτούμ", 1989.

Χριστούγεννα στο Ναύπλιο Νίκος Ξυδάκης - Θοδωρής Γκόνης, με Ν.Ξυδάκη, από το "Τένεδος", 1991.

Γρήγορα η ώρα πέρασε  Νίκος Ξυδάκης - Σαπφώ, με Ν. Ξυδάκη και Ε.Αρβανιτάκη, από το "Γρήγορα η ώρα πέρασε", 2006.

Γεφύρι πέτρινο  Νίκος Ξυδάκης - Μιχάλης Γκανάς, με Νίκο Ξυδάκη, από το ;;;

Ακρωτήριο Ταίναρον  Ν. Ξυδάκης - Θοδωρή Γκόνη, με Ελευθερία Αρβανιτάκη, από το "Ακρωτήριο Ταίναρον" 1997   

Όλοι μου λεν πως δεν μπορώ Ν.Ξυδάκης - Θοδωρής Γκόνης, με Ν. Ξυδάκη, από το "Κάιρο - Ναύπλιο - Χαρτούμ", 1989. 

Στου Δουράμπεη  Νίκος Ξυδάκης - Θοδωρής Γκόνης, με Ξυδάκη - Μάλαμα, από το "Ξυδάκης Μάλαμας", 1999.

Το μέλι των γκρεμών  Νίκου Ξυδάκη - Θοδωρή Γκόνη, με Νίκο Ξυδάκη, από το "Μέλι των γκρεμών", 1994. 

Το λευκό το κυπαρίσσι  Νίκου Ξυδάκη - Θοδωρή Γκόνη, με Μελίνα Κανά, από το "Βουή των μύθων", 1996

Βάλε μου να πιώ  Νίκου Ξυδάκη - Τάσου Σαμαρτζή, με Νίκο Ξυδάκη, από το "Κοντά στη δόξα μια στιγμή", 1987

Αποχαιρετισμός 27.10.1932Νίκου Ξυδάκη - Διονύση Καψάλη, με Ν. Ξυδάκη, από το "K.Π. Καβάφης Rue Lepsius", 2013

Ερωτικό    Νίκου Ξυδάκη - Ναπολέων Λαπαθιώτη, με Ελευθερία Αρβανιτάκη, από το "Κοντά στη δόξα μια στιγμή", 1987.

* Η τελευταία φωτό είναι του Θοδωρή Γκόνη (Αλωνίστενα Αρκαδίας, 1956) που μεγάλωσε στο Ναύπλιο. Ηθοποιός, σκηνοθέτης, καλλιτεχνικός διευθυντής επαρχιακών ΔΗΠΕΘΕ και στιχουργός πολλών τραγουδιών που συνέθεσε ο κ. Ξυδάκης. 

Τελευταία τροποποίηση στις Τρίτη, 21 Ιουλίου 2015 08:01
Λάκης Ιγνατιάδης

Ραβδοσκοπία ατζαμή

Προσθήκη νέου σχολίου

Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση