Πρώτη φορά νιώθω μια κάμψη της περιέργειάς μου. Δεν με βοηθάνε κι οι εικόνες στα σόσιαλ – με γρονθοκοπούν με την ηλίθια ευτυχία τους: ημίγυμνοι μοντέλοι στην πιο απάτητη έρημο, δεν έχω ούτε τα κυβικά ούτε τη διάθεση να τους σπρώξω να μου αφήσουν μια άδεια θέση. Ας τα πάρουν όλα, και τα βουνά και τα λαγκάδια – η πεζή ζωή πώς να τα βάλει με τους λογαριασμούς του ίνσταγκραμ; Δεν έχει φίλτρα η ζωή, μόνο ανασφάλειες, φόβους και κάτι ριπές ηδονής.
Προφανώς περνάω φάση σοβαρής μισανθρωπίας (αν ειναι άνθρωποι όλοι αυτοί οι λογαριασμοί του ίντερνετ – κι όχι νευρόσπαστα στο νησί του δόκτορα Μορό).
Καλύτερα ακίνητος λοιπόν. Υπάρχει μια μικρή περίπτωση αυτό το πτώμα που φύτεψα στον κήπο μου να ανθίσει εφέτος.
09.03
Χθες είδα τους «Οlvidados» του Μπουνιουέλ. Φιλμ του 1950! Τα αλάνια του Μέξικο Σίτι. Πώς κλέβουν, πώς μαχαιρώνονται, πώς φυλακίζονται, πώς χάνονται. Σε σημεία, δεν αντέχεται: κοιτάει την ανθρώπινη σκληρότητα, όπως κοιτάς έναν βάκιλο στο μικροσκόπιο. «Αυτό είναι, πάρτε το απόφαση».
Πώς μπορεί ένα φιλμ που γυρίστηκε πριν 70 χρόνια να με σοκάρει περισσότερο από το «Σαλό», τον Τρίερ ή όλα αυτα τα κατακαημένα φιλμ που επίτηδες σε αρρωσταίνουν γιατί έτσι μόνο δεν θα σε πάρει ο ύπνος;
Απάντηση: αυτό συμβαίνει επειδή ο άνθρωπος που το γύρισε είχε να πει κάτι αμείλικτο αμείλικτα: Χωρίς στερεότυπα, χωρίς προσποίηση, χωρίς ναρκισσισμό. Με ύφος τόσο ελεγχόμενα απλό, που το ύφος είναι μη ανιχνεύσιμο. Κι αυτό είναι μεγάλη ανακούφιση, μέσα σε τόσα έργα μεγάλης καλλιγραφίας και μικρής ουσίας. Μεγάλης ειρωνείας και μικρού κύρους.
Δεν είναι το αίτημα της πρωτοπορίας άκυρο – βέβαια. Είναι ωραίο να γκρεμίζεις. Αλλά ακόμα πιο ωραίο είναι να λες κι εσύ κάτι πάνω στα χαλάσματα. Οι περισσότεροι νεωτερισμοί του στυλ είναι τόσο προβλέψιμοι, τόσο ομοιοκατάληκτοι – σαν φθισικό σονέτο, τελικά.
Τις ελάχιστες φορές που η ανανέωση της φόρμας συνοδεύεται από αποκαλυπτική σκέψη – τότε έχουμε τα νέα αριστουργήματα.
Αλλά δεν γεννιούνται κάθε μέρα Κiefer.
Πατώντας lifo.gr/blogs/imerologio θα εμφανιστεί ολόκληρο το polypost του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου.
Σ.Δ. Ο πίνακας "Τα χρυσά σου μαλλιά Μαρκρέτε"(1980) είναι του Άνσελμ Κίφερ (Γερμανία, Ντοναουεσίνγκεν, 1945 ).Εγκατεστημένος στη Γαλλία από τότε που ο Ζακ Λανγκ το 1992 του άνοιξε τις πόρτες της χώρας για να έχει άπλετο χώρο να δουλεύει απερίσπαστος, αυτοαποκαλείται Γάλλος και Γερμανός. Άνσελμ Κίφερ: Ο ποιητής των ερειπίων του κόσμου και η ωδή του προς τον Πάουλ Τσέλαν της Αργυρώς Μποζώνη.
Για τον Λουίς Μπονιουέλ, ένας από τους 5 πιο αγαπημένους μου σκηνοθέτες, λέει κι άλλα ο Τσαγκαρουσιάνος στο υπόλοιπο άρθρο του.