Εισηγήθηκαν, ο καθένας στον καιρό του, κάτι αναγκαίο και πρωτότυπο. Τι αναγκαίο και πόσο πρωτότυπο είναι αυτό που προτείνει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ; Γιατί το ερώτημα δεν πρέπει να ξεκινάει, ούτε να περιορίζεται στο τυφλό αλληλοσπαραγμό, στο συντροφικό ενδομίσος, στο σκοτεινό μείγμα φθόνου και άκρατης εγωπάθειας που βαφτίζεται φιλοδοξία και οδηγεί σε έναν επαρχιώτικο μεσσιανισμό. Αλλά πρέπει να διαπεράσει τις προφανείς καθημερινές (και νυχτερινές ) μικρότητες και να πάει στο κουκούτσι.
Τι προτείνει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ; Και για να είμαστε δίκαιοι. Πράγματι, στο κοινοβουλευτικό επίπεδο, έχει κάνει αρκετά πράγματα, παράγει, εν τούτοις με μια «αναρτησάρα», με ένα εγωμανές διαδικτυακό και μιντιακό ξέσκισμα , εξαφανίζει, διαστρέφει, φθείρει όλη τη πολιτική παραγωγή του. Αυτό που μένει, είναι η αλληλοαπαξίωση που σαρώνει ό,τι κάλο ή καλής πρόθεσης προσπάθησε και κατά την κυβερνητική προσπάθεια. Τα σαρώνει όλα. Καταφέρνει με τον ανελέητο πόλεμο «συντροφικής» άλληλοεξόντωσης να θεμελιώνει τους χειρότερους (και εξαιρετικά άδικους) ισχυρισμούς των αντιπάλων του: «όλοι είμαστε ίδιοι». Δεν χρειάζεται ούτε ιδεολογικά επιστρατευμένους, αναθεωρητές ιστορικούς, ούτε καν εμπαθείς πολιτικούς αντιπάλους. Τα κάνει όλα μόνος του, με επιμέλεια και αυτοκαταστροφική σύνεση.
Έξω από το κομματικό δωμάτιο, άνθρωποι μόνοι, ψάχνουν μια κουβέντα, «τι γίνεται και πού πάμε», πολίτες που όχι μόνο ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, αλλά επέμειναν στην αμυδρή ελπίδα, πολίτες που ακόμα περιμένουν παγωμένοι, που εκτονώνουν τη χαμένη πολιτική ζωτικότητα στον ένα ή στον άλλο ημερήσιο μεσσία, αχρηστεύονται. Με τη συμπεριφορά πολλών στελεχών, αχρηστεύεται ένα συναισθηματικό απόθεμα, ένα σωρευμένο πολιτικό κεφάλαιο, σαν να είναι δικό τους, ιδιόκτητο, σαν να μη τους το δάνεισε η ιστορία και η σύμπτωση, αλλά σαν να το καρπώθηκαν, ιδιοκτήτες, φωτισμένοι, ερωτεύσιμοι, αμετάκλητα επιλεγμένοι. Τέτοια τύφλωση προς την ιστορική θέση.
Στην έρημο που διαμορφώνεται, οι μεν καριερίστες (αυτοί που δεν μπορούν να εννοήσουν τον εαυτό τους, εκτός), θα εκλιπαρούν μια μεταγραφή για να καταλήξουν αναπόδραστα στο β’ ερασιτεχνικό πρωτάθλημα και να αφηγούνται τα παλιά μεγαλεία στις ταβέρνες Σάββατο βράδυ. Από την πολύτιμη και περίλαμπρη εσωκομματική θέση, ομάδα ή παλατιανή σέχτα, (και στις μεθοδευμένες λίστες για εσωκομματική στήριξη της τάδε ή δείνα φατρίας), εργάζονται για να καταλήξουν στα αζήτητα ως πολιτική περιττολογία. Γιατί αν κανείς ανακεφαλαιώσει, θα δει ότι από την επιζήμια πολιτική μετεξέλιξη της πιο αναποτελεσματικής, κοντόφθαλμης και φτηνής δεξιάς, το πιο ολέθριο κομμάτι της, ήταν η αντιπολίτευση που αυτή η δεξιά παρήγαγε.
Ανάμεσα στην ωραιοπάθεια και στην αυτοσυντριβή, τελικά κάθησαν στην ποταπότητα. Ίσως δεν θα λείψουν σε κανένα. Αλλά σε όλους θα λείψει το αδέξιο, αλλά αναγκαίο εγχείρημα που κράτησε μια δεκαετία. Γιατί από τη ανάπτυξη ενός κρατικοδίαιτου, παρασιτικού, ευνοιοκρατικού συστήματος, από το πλιάτσικο στα ΕΣΠΑ (και σήμερα στο Ταμείο Ανάκαμψης), μένει η σκόνη μια εθνικής αφλογιστίας και παρακμής. Χωρίς ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι ο αίτιος, υπήρξε ο πιο ευάλωτος, και απροετοίμαστος παράγοντας αυτής της καθίζησης.
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στις 31.8 στην στήλη του αθρογράφου στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ με τον τίτλο Επιμελημένη Αυτοκτονία.
Σ.Δ. Μετά την εκλογή του Σ.Κασσελάκη, όταν ξεκίνησε αυτός ο αριστερός χαμός και έπεφτε τυχαία το μάτι μου στη ροή του fb σε κάποιες απόψεις και σχόλια μελών και φίλων του ΣΥΡΙΖΑ μια μικρή στεναχώρια την ένιωθα. Μικρή, διότι με τα πολλά χρόνια είχα σχηματίσει την άποψη πως ανάλογα τις συνθήκες και την κατάσταση που ζει ο κάθε άνθρωπος, από τις προσδοκίες που του προσφέρονται και από τη θέση από την οποία παίζει έναν από τους ρόλους που επέλεξε είναι δυνατόν να αλλάζει μέσα του όταν αλλάζει το έξω του. Κάτι που έχει σαν αποτέλεσμα να φανερωθεί ένα από τα πρόσωπα που διαθέτει, είτε εν εγρηγόρσει είτε εν υπνώσει, είτε σε μία υβριδική φάση. Με λίγα λόγια ελάχιστα με παραξένεψε αυτό το κακό συναπάντημα των συντρόφων και το δηλητήριο που εκτοξεύουν προς κάθε κατεύθυνση.
Αυτό που δεν έχω καταλήξει και παρόλο που ελάχιστα πιστεύω στην ελεύθερη βούλησή μας: Μπορούμε λοιπόν να υποστηρίζουμε βάσιμα ότι είναι ας πούμε γενικά καλύτεροι και πιο υγιείς οι άνθρωποι που επηρεάζονται ελάχιστα έως και καθόλου από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και από όσα συμβαίνουν δίπλα τους; Ή μήπως είναι πιο φτωχοί έχοντας μέσα τους ένα μικρό ρεπερτόριο ρόλων και αριθμού εν δυνάμει προσώπων;
Τώρα, αυτό που έχει ένα κάποιο ενδιαφέρον, ενδιαφέρον για μένα που ψήφισα πριν από το '17 αβίαστα τον ΣΥΡΙΖΑ και μετά τον ψήφισα με βαριά καρδιά, είναι το γεγονός ότι λίγο ή πολύ όλοι όπως φαίνεται, έγιναν χειρότεροι σύντροφοι και γιατί όχι και άνθρωποι. Από που άντλησαν αυτήν την εμφυλιακή ενέργεια; Υποστηρίζω ότι την μάζεψαν στα χρόνια που ο ΣΥΡΙΖΑ ζούσε την αφρώδη παλίρροιά του και πιο πολύ όταν έχασε τις εκλογές του '19, που ακόμα και τότε κάτι ψέλλιζαν όμως εις το βάθος του κήπου μουγγαμάρα ήταν στις δόξες της και όχι η κριτική και η αυτοκριτική που κανονικά θα έπρεπε. Εγώ ψηφίζω ναι, τότε παραγήγαν αυτήν την ενέργεια και την εσωτερίκευσαν και την εξωτερικεύουν τώρα. Υποστηρίζω δηλαδή ότι τότε συσσωρεύτηκε μέσα τους αυτή η κακή ενέργεια, τότε που δεν υπήρχε η δυνατότητα να συμμετέχουν σε δημοκρατικούς και ανοιχτούς δημόσιους διαλόγους για όσα τους συνέβαιναν και περνούσε σχεδόν αμαχητί το κλίμα Τσίπρα, τόσο εντός όσο και εκτός του κόμματος. Εκείνα τα χρόνια λοιπόν, στάλα στάλα μεγάλωνε μέσα τους το απόθεμα των απωθημένων τους.
Αυτή το κλίμα τελικά ήταν πολύ δύσκολο να μην επηρεάσει και τους φίλους και ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ. Από το '17 και μετά ήταν που άρχισαν να έβλεπαν με κακό μάτι και κρατούσαν τις αποστάσεις τους από όσους στα αλήθεια τολμούσαν να ασκήσουν κριτική (σωστή η λανθασμένη έχει μικρή σημασία), όχι μόνο εννοείται κατά κύριο λόγο στην πολιτική που ασκούσε ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και σε όσα μάθαιναν ότι συνέβαιναν και εντός των τοιχών του.
Να σημειώσω εδώ το αυτονόητο. Ότι δηλαδή πέρα από τα όποια καταστατικά για να υπάρχει όντως ένα κλίμα ελευθερίας και δημοκρατικότητας σε ένα αριστερό κόμμα κατά κύριο λόγο επαφίεται στα ενεργά μέλη του. Στα πιστεύω τους δηλαδή, στη νοοτροπία τους και στις σχέσεις τους, μιας και η ιστορία μας ψιθυρίζει διαρκώς ότι το να δηλώνει ένα κόμμα αριστερό με τίποτα δεν εξασφαλίζεται η ελεύθερη και δημοκρατική έκφραση των μελών του. Προφανώς και είναι φυσιολογικό να κάνει λάθη πολιτικής και να είναι κατώτερο των περιστάσεων το οποιοδήποτε κόμμα, είτε βρίσκεται στην αντιπολίτευση, είτε στην κυβέρνηση. Είναι βασική επιλογή του όμως, για το αν το κλίμα εντός αλλά και εκτός του κόμματος θα είναι εύκρατο και υγιεινό και όχι παγωμένο και ανθυγιεινό.
Όλα αυτά τα άκρως αποκρουστικά είναι δυνατόν με τον καιρό να τα κάνει στην μπάντα ο κόσμος, αν φυσικά διαφέρει, όταν σε κάποια φάση βρεθεί το κόμμα να εκφράζει σε δύσκολες καταστάσεις εφικτές λύσεις των προβλημάτων του και τις βαθύτερες ελπίδες του για μια καλύτερη από κάθε πλευρά ζωή. Αν τότε δηλαδή πείσει τον κόσμο, καθώς θα ανυψώνει τον πήχη της πολιτικής παρουσίας του πολύ πιο πάνω από τα υπόλοιπα κόμματα. Αυτό τουλάχιστον δείχνει και η ιστορία. Αρκεί να το επιδιώξουν οι επόμενες γενιές διαμορφώνοντας όσο γίνεται πιο ξεκάθαρες πολιτικές που θα εμπνέονται και από όποιες χρυσές σελίδες της αριστεράς και ξεκινώντας με το να έχουν ανοιχτή ακρόαση με την ευρισκόμενη σε κίνηση κοινωνία, με έμφαση στη δημοκρατία. Αναρωτιέμαι πάντως για πόσες δεκαετίες είναι δυνατόν να εξακολουθεί γενικά η αριστερά να περνάει παντού τόση μεγάλη κρίση. Για πάντα εύχονται οι αντιαριστεροί.
Πληροφορίες: Του Δημήτρη Σεβαστάκη ( Καρλόβαση Σάμου, 1960) πατέρας του υπήρξε ο νομικός και συγγραφέας Αλέξης Σεβαστάκης, πατέρας και άλλων δυο γιων. Από το 1940 έως το 1990 πολιτεύτηκε με την ΕΔΑ και το 1990 εκλέχτηκε βουλευτής με τον Συνασπισμό. Ο Δημήτρης Σεβαστάκης τώρα, σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Έργα του έχουν εκτεθεί σε μουσεία και καλλιτεχνικούς χώρους . Από το 2000 διδάσκει ζωγραφική στη σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ όπου είναι αναπληρωτής καθηγητής. Από το 2014 υπήρξε συντονιστής του τμήματος Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ.
Στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2015 εξελέγη βουλευτής στη μονοεδρική της Σάμου για την περίοδο 2015 - 2019. Στις εκλογές του '19 προτίμησε να μην συμπεριληφθεί στο ψηφοδέλτιο του κόμματος.