Η μητριαρχική 55χρονη Μαρίν Λεπέν αντιλαμβάνεται ότι οι αποστάσεις πρέπει να καλυφθούν και έρχεται κοντά ψυχικά και γεωγραφικά, κοινωνικά και πολιτισμικά. Συμπάσχουσα, με γυναικεία ευαισθησία, στις ανάγκες της αποβιομηχανοποιημένης περιφέρειας. Το 2019 προσεταιρίστηκε το ένα πέμπτο των γυναικών και το 2024 το 30%.
Μακριά από την εχθρική, μάτσο ρητορική και χωρίς την εικόνα του père Λεπέν, που ελάχιστοι από τους νέους θυμούνται, προσελκύει τη μεσήλικη θηλυκή ψυχή. Εκείνες τη βλέπουν σαν «μαχήτρια» που έχει αντεπεξέλθει σε επαγγελματικές αναποδιές, έχει ανταποκριθεί σε προσωπικές δυσκολίες κατορθώνοντας να ορθοποδεί. Εκείνη μιλάει ανθρώπινα και μοιράζεται μαζί τους τη συγκατοίκηση με μια φίλη, την αγάπη για τις γάτες και τον ενθουσιασμό του πρώτου εγγονιού. Είναι μία από εκείνες και υπάρχει ένας διάλογος μεταξύ τους.
Ο 28χρονος millennial Ζορντάν Μπαρντελά έχει αναλάβει την αποδαιμονοποίηση του ακροδεξιού κόμματος και το δυσκολότερο μερίδιο των δημογραφικών. Την προσέλκυση των Tiktokers και όσων ψηφοφόρων θυμούνται και γράφουν ακόμη στο Facebook. Είναι ο πιο δημοφιλής στην ηλικιακή ομάδα 18-34 με 1,5 εκατ. ακολούθους στο TikTok, αλλά σκοράρει το ίδιο καλά στους άνω των 65, που μέχρι πρότινος ήταν υπό την επήρεια της γοητείας του Εμανουέλ Μακρόν.
Εξω από το κλειστό κοινοβούλιο, έξι πολύχρωμες αναπαραστάσεις της Αφροδίτης της Μήλου κρατώντας ισάριθμα αθλητικά αξεσουάρ θυμίζουν ό,τι και οι στημένες διάσπαρτες κερκίδες στις πλατείες, στις γέφυρες και στους ανοιχτούς χώρους της πόλης. Σε λίγες ημέρες θα γίνουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Το μουσείο Ορσέ φιλοξενεί μια έκθεση για το Παρίσι το 1874, οι ιμπρεσιονιστές, πρωτοπόροι ακόμη, έχουν αποτυπώσει στον καμβά τις δημόσιες καινοτομίες της εποχής τους, σιδηροδρόμους, βουλεβάρτα και λάμπες γκαζιού δίπλα από συμμετρικά κτίρια.
O βαρώνος Οσμάν έδωσε την όψη που διατηρεί ακόμα η γαλλική πρωτεύουσα διευθύνοντας πειθαρχημένα –από τις 6 π.μ.– από το πολυτελές αρχηγείο στο δημαρχείο της πόλης. Μεθοδικός, κοιμόταν ελάχιστα, περπατούσε ελάχιστα τους δρόμους, συναγελαζόταν ελάχιστα με το πλήθος, ακριβώς όπως ο Μακρόν.
Και οι δύο χωρίς χρόνο για χάσιμο με τα ευτελή και τα καθημερινά. Ο ένας είχε πλάνο, αλλά απέφευγε την τριβή με την ανθρωπογεωγραφία της πόλης. Ο άλλος έχει όραμα για την ευρωπαϊκή σκηνή και αποφεύγει την τριβή με τις ενδημικές σκοτούρες της χώρας.
Ο Οσμάν που δεν ήταν αρχιτέκτονας, όπως όλοι πιστεύουμε, αποφάσιζε κατεδαφίσεις και ανεγέρσεις έχοντας μπροστά του έναν υπερμεγέθη χάρτη της πόλης. Υπήρξε ό,τι θα ονομάζαμε σήμερα ένας project manager, που στη θέση των παραπηγμάτων έχτισε απίθανα διαμερίσματα, απομακρύνοντας τα λαϊκά στρώματα, που κινούσαν με την εργασία τους τη δραστηριότητα της πόλης. Ο Μακρόν συστήθηκε ως κάτι ξενόφερτο ημικαλλιτεχνικό «ο Μότσαρτ του τραπεζικού κλάδου» και προέκυψε τεχνοκράτης. Απευθύνεται μονάχα στους προνομιούχους, για να μην ακούσει περί αγοραστικής δύναμης, ασφάλειας και μετανάστευσης. Και δεν συνδιαλέγεται με τα κίτρινα, μικροαστικά και μεσοαστικά γιλέκα, και έτσι οι φοβίες τους δεν είναι πρόβλημά του.
Ο βαρώνος Οσμάν μισήθηκε εν ζωή, αγαπήθηκε μεταγενέστερα, έμεινε στην Ιστορία. Ο Μακρόν συγκυριακά επιθυμήθηκε όταν δύο συνονόματοι μνηστήρες αποχώρησαν. Ο ένας Φρανσουά (Φιγιόν) κατηγορήθηκε για οικονομικό σκάνδαλο και ο άλλος Φρανσουά (Ολάντ) τιμώρησε, με την παρουσία του, το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Ο πρόεδρος που αγαπήθηκε ελάχιστα και λοιδορήθηκε στην πορεία δήλωσε ότι προτιμάει να γράφει την Ιστορία από να την υπομένει.
Ολα αυτά, όμως, θα καταγραφούν από την Ιστορία και για αναλύσεις υπάρχουν πιο ειδικοί. Εγώ φέρνω την ανάλυση στα μέτρα μου και σκέφτομαι ότι όταν κάποιος πλασάρει τον εαυτό του, σε ’60s εκδοχή του Ντε Γκωλ, «Εγώ ή το χάος» υπάρχει το ξεκίνημα μιας ολέθριας σχέσης. Αφενός, ευθύνονται οι υψηλές προσδοκίες που κατευθύνονται στον μονόδρομο μιας κατιούσας στο χάος· αφετέρου, δεν έχει πέραση η φοβική τακτική.
Κατά την άποψή μου, ο Μακρόν χειρίζεται την κατάσταση με τη στρατηγική ενός κακομαθημένου πικραμένου εραστή. Συγχωρέστε μου τον σεξισμό. Μόνο άντρες αρνούνται να αντιληφθούν τις αιτίες της απομάγευσης. Οι γυναίκες υπομένουν αλλά, κοιτάξτε δίπλα σας, αυτές είναι που, σχεδόν πάντα, φεύγουν. Οχι απαραιτήτως για κάτι καλύτερο, αποχωρούν όταν οι ανάγκες τους δεν καλύπτονται.
Τη στιγμή αυτή, ο Μακρόν προειδοποιεί για την επικινδυνότητα των ακροδεξιών δημαγωγών σαν να προμηνύει για τα άγνωστα δεινά του επόμενου έρωτα. Επιτάσσει κοινούς φίλους από διάφορους χώρους, από τον αθλητισμό (Εμπαπέ), τον επενδυτικό (Goldman Sachs), την παλιότερη πολιτική φουρνιά (Ντε Βιλπέν) για να τον υποστηρίξουν. Υποτιμά και επιπλήττει όσους σκοπεύουν να συμμαχήσουν με την απειλή, τον επόμενο, λέγοντας ότι κάνουν «συμφωνία με τον διάβολο». Τότε το 33% των Γάλλων έχει προτίμηση στον διάβολο. Κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για «πραγματική απειλή στη Δημοκρατία».
Ναι, ίσως, αλλά εάν ήθελαν να κινδυνέψει η Δημοκρατία θα πήγαιναν ακόμα δεξιότερα, στον Ζεμούρ. Απλώς θέλουν να προστατέψουν ή να συντηρήσουν έναν «τρόπο ζωής» όπως τον ξέρουν, όπως τον θέλουν. Ο ίδιος –πρωτίστως– ακόμη αγνοεί πώς προέκυψε το désamour και τους έχασε. Θα μάθει ότι ψηφοφόροι δεν φεύγουν απαραιτήτως για κάτι καλύτερο, αποχωρούν όταν οι ανάγκες τους δεν καλύπτονται. Θα πουν γι’ αυτόν: ποτέ δεν άκουγε, δεν είχε χρόνο, ήταν πάντα απών. Προσβάσιμος άνισα, μονάχα στον εαυτό του, στο γκλάμουρ και στη διεθνή σκηνή.
Και μετά από όλα αυτά; Στην καλύτερη περίπτωση, ένα μενάζ α τρουά. Μια συγκατοίκηση δύσκολη, ιδιόρρυθμη, κάποιες φορές ενδιαφέρουσα (με τα δικά του χέρια δεμένα), τουλάχιστον πάντα σε ωραίο περιβάλλον. Μεταξύ του Ελιζέ Παλάς, του Παλέ Μπουρμπόν και του κυνηγετικού περιπτέρου, Λα Λαντέρν, των Βερσαλλιών.
Ο Ντέιβιντ Τζόρνταν (ιστoρικός) έγραψε για τον Οσμάν ό,τι ίσως γράψει ο μελλοντικός ιστορικός για τον Μακρόν: «Δεν είχε απτή επαφή. (…) Η πόλη (η χώρα) δεν ήταν για εκείνον ζωντανός οργανισμός, είχε ανάγκες αλλά όχι επιθυμίες. Είχε αρτηρίες, μέλη, πεπτικό σύστημα, αλλά όχι καρδιά».
Πηγή: kathimerini.gr/opinion
Ζωρζ Εζέν Οσμάν (γνωστός ως βαρόνος Οσμάν, (27 Μαρτίου 1809 - 11 Ιανουαρίου 1891)