Το μόνο τραγούδι-συμβάν που κατόρθωσε πρόσφατα να εκφράσει το συλλογικό αίσθημα ήταν το τραγούδι του Φοίβου Δεληβοριά για τα παιδιά των Τεμπών*. Τραγούδι ad hoc, εστιασμένο, που εκτός της παλλαϊκής συγκίνησης, προκάλεσε και τις φαρμακερές αντιδράσεις από τις κομμένες κεφαλές της νεοδεξιάς.
Ποπ για τις μάζες
Σημαντικό στον Λεξ, κατ’ εμέ, δεν είναι η «ποιότητα» ή η πρωτοτυπία της μουσικής και του στίχου, είναι η τεράστια δημοφιλία που έχει κερδίσει, μόνο με τις συναυλίες και το youtube, αδιαμεσολάβητα, χωρίς εταιρείες, χωρίς μηχανισμούς PR, και με συστηματική αγνόηση από όλα τα καθεστωτικά ΜΜΕ. Για τούτο και μόνο, ναι, ο Λεξ είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο, που λέει πολλά για το πώς και πού φτιάχνεται σήμερα λαϊκός πολιτισμός, λαϊκή τέχνη, μοντέρνα τέχνη εντέλει, μια ποπ για τις μάζες, όπως έλεγαν προ πολλών ετών ιδιοφυώς οι Κόρρε Υδρο.
Χωρίς να αξιολογώ την καλλιτεχνική φόρμα καθαυτή του Γ.Τ.Κ. του Λεξ, μπορώ να παρατηρήσω τη λειτουργία του. Εχει κερδίσει τον δήμο, τώρα κερδίζει και τους σοφιστές· ειδικότερα τους διανοούμενους της γενιάς του, μια γενιά που έχει ζυμωθεί εξ απαλών ονύχων με τη ραπ κουλτούρα, τις μεταμοντέρνες συμμείξεις, τη μαζική ποπ κουλτούρα, και ταυτόχρονα διαθέτει θεωρητικά εργαλεία και είναι ακομπλάριστη, αντι-σνομπ. Είναι η γενιά που μπορεί και θέλει να δει το απελευθερωτικό δυναμικό της ποπ κουλτούρας, εν προκειμένω της ραπ, όπως οι γενιές του ‘60 και του ‘70 έβρισκαν απελευθερωτικό δυναμικό στις ποπ της εποχής, ας πούμε στην ψυχεδέλεια ή το πανκ.
Λαϊκός μοντερνισμός
Οι συνομήλικοι του Λεξ, η γενιά της διαρκούς κρίσης, έχοντας μεγαλώσει με Κεν Λόουτς και Μάικ Λι, αλλά και anima και RPG, αυτοί μπορούν να αντιληφθούν το δυναμικό του λαϊκού μοντερνισμού. Ο Αλέξανδρος Παπαγεωργίου, ας πούμε, στο luben.tv διαβάζει έξοχα το Γ.Τ.Κ. βασιζόμενος σε αναλυτικά σχήματα από τον Φρέντερικ Τζέιμσον και τον Μαρκ Φίσερ: «…(ο Λεξ) καταφέρνει να δημιουργήσει μια κοινή πολιτιστική εμπειρία, ένα φαινόμενο που έχει σχεδόν χαθεί από τη σύγχρονη κουλτούρα. Η θεματολογία και οι στίχοι του δεν περιορίζονται στην αυτοαναφορικότητα αλλά επεκτείνονται σε μια συλλογική και ιστορική αφήγηση, επανατοποθετώντας τη ραπ κουλτούρα στις κοινωνικές της ρίζες. Ο δίσκος συνδυάζει το «υψηλό» και το «χαμηλό», δημιουργώντας έναν λαϊκό μοντερνισμό που απορρίπτει τον λαϊκισμό της ατομικής επιτυχίας, επιδιώκοντας την ανάδειξη μιας συλλογικής συνείδησης. [...] Αυτό το πνεύμα λαϊκού μοντερνισμού, πέρα από το να αμφισβητεί τις αισθητικές ιεραρχίες της υψηλής και της χαμηλής κουλτούρας, προϋποθέτει και μια διαφορετική αντίληψη για την ίδια τη λαϊκότητα… Εκεί που ο λαϊκισμός των ατομικών success stories και της πορνογραφίας της επιτυχίας στην οποία έχει εκπέσει το ραπ λέει “κοίτα πώς τα κατάφερα”, και στην καλύτερη περίπτωση “μπορείς κι εσύ να τα καταφέρεις”, ο λαϊκός μοντερνισμός λέει πως “η νίκη του ενός ποτέ δε θα ‘ναι αρκετή”».
Ο δε Βασίλης Ρόγγας («Εποχή») εκκινώντας από τον Μάικ Σαντέλ και τον Μπουρντιέ, βρίσκει ότι ο Λεξ γράφει «για τις από κάτω κοινωνικές τάξεις, για τους νέους που έμειναν νέοι μέχρι τα σαράντα αναγκαστικά, όσο είναι και ο ίδιος, αυτή είναι “η χειρότερη γενιά” και γίνεται crystal clear κατανοητός από όλους και όλες:
‘‘Αμα ρωτήσεις εδώ τους μικρούς μας θα πούνε πως έχουμε μια ζωή / Γι’ αυτό και τα φράγκα από τη σεζόν τα καίνε ένα Σάββατο στη Χαλκιδική / …/ Ανεξαρτήτως επαγγέλματος όλοι περνάν δυσκολίες / Μα όσοι δεν βγήκαν από πλούσια αρχίδια δεν βρήκαν ποτέ τους ίσες ευκαιρίες’’».
Πηγή: efsyn.gr/nisides
* Φοίβος Δεληβοριάς - Το τραγούδι για τους γονείς των νέων που χάθηκαν στα Τέμπη