Στη Γαλλία, ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό –που κυμαίνεται από 32% έως 36% στην ηλικιακή ομάδα 18-24 (άνδρες – γυναίκες)– στηρίζει τον Εθνικό Συναγερμό (RN) της Μαρίν Λεπέν. Οι δημοσκόποι εκτιμούν ότι οι νέοι ελκύονται από τον 28χρονο επικεφαλής του κόμματος της Λεπέν, Ζορντάν Μπαρντελά, που διεξάγει την καμπάνια του κυρίως μέσω του TikTok. Στην Ολλανδία, το 31% των νέων ψηφοφόρων τάσσεται υπέρ του κόμματος Ελευθερία (PVV) του Γκερτ Βίλντερς, που κέρδισε τον περασμένο Νοέμβριο τις εκλογές. Στη Γερμανία, δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ψηφοφόροι ηλικίας 14-29 ετών σε ποσοστά που κυμαίνονται από 14% έως 22% στηρίζουν την AfD, ενώ κανένα άλλο κόμμα δεν έχει τόσο μεγάλο ποσοστό στήριξης σε αυτή την ηλικιακή ομάδα. Στην Ισπανία και στην Πορτογαλία, Vox και Chega αντιστοίχως ελκύουν νέους άνδρες με βασικό πολιτικό αφήγημα ότι τάσσονται εναντίον του συστήματος. Τα στοιχεία από την «Κ» (30/5, της Αλεξάνδρας Βουδούρη).
Ας προσθέσουμε και το συμβάν που είχε προκαλέσει σάλο στη Γερμανία: βίντεο έδειχνε παρέα νέων να φωνάζει ξενοφοβικά και εθνικιστικά συνθήματα στο Ζιλτ, δημοφιλή τουριστικό προορισμό, για διάσημους και πλούσιους. Εν προκειμένω υπάρχει και μια ακόμη πιο επικίνδυνη, γιατί μοιάζει «διασκεδαστική», διάσταση του θέματος. Οι νέοι παρτάρουν ανέμελοι ενώ ζητούν λικνιζόμενοι «να φύγουν οι ξένοι». Θα μπορούσε κανείς να πει ότι σε ακατοίκητα μυαλά περνάει… χαλαρά και σαν μόδα ο εθνικισμός.
Στην Ελλάδα και πάλι. Φθινόπωρο του 2023, από την έρευνα του Eteron προέκυψε ότι το 5,1% της Gen Z και το 5,4% των Millennials πιστεύουν ότι «η Χρυσή Αυγή ήταν ένα πραγματικά πατριωτικό κόμμα και προσέφερε πολλά στη χώρα». Προφανώς, τα ποσοστά αυτής της θετικής γνώμης για τη Χρυσή Αυγή στη νέα γενιά συσχετίζονταν με τη συζήτηση για τα υψηλά ποσοστά των Σπαρτιατών στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου.
Μπορούμε να λοξοδρομήσουμε από τη διακεκαυμένη ζώνη και να συνεχίσουμε τον δρόμο μας χωρίς να σχολιάσουμε περαιτέρω το γεγονός. Συμβαίνει. Σημεία των καιρών. Εξοικείωση με τη βία, social media και, κυρίως, TikTok, φτωχοποίηση και περιθωριοποίηση όλο και μεγαλύτερων τμημάτων του πληθυσμού της Ευρώπης, έξαρση του μεταναστευτικού, υποβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, δύσβατες (όχι σπάνια κακοποιητικές) οικογενειακές σχέσεις, και άλλα ακόμη, συνενώνονται και συνθέτουν την ακροδεξιά δυστοπία. Καθένα από αυτά αποτελεί κεφάλαιο που έχει διεξοδικά αναλυθεί. Ενδιαφέρει, άραγε, τις ευρωπαϊκές ηγεσίες η αντιμετώπιση του φαινομένου ή όχι; Η μεγάλη αγωνία για τις ευρωεκλογές της ερχόμενης Κυριακής παραμένει η αποχή, η μη συμμετοχή (και) των νέων.
Ομως η ακροδεξιά τάση που διαμορφώνεται στις νέες ηλικίες, είτε καταγραφεί στα ψηφοδέλτια είτε όχι, είναι παρούσα. Επιδρά καθοριστικά στους ψυχισμούς, στις αντιλήψεις και στις αξίες, επηρεάζει τις κοινωνικές σχέσεις, δίνει σχήμα σε ένα τοπίο αυθαιρεσίας και τοξικότητας. Οι θεσμοί είναι το «σύστημα» που απογοητεύει, γιατί «ελέγχεται από τη διαφθορά». Εκφράζεται δυσαρέσκεια για τον τρόπο που λειτουργεί η δημοκρατία κι αυτή ακριβώς η δυσαρέσκεια διοχετεύεται (χειραγωγούμενη ασφαλώς και από επιτήδειους) σε ακραίες εκδοχές. Σε αυτήν την ανώμαλη επιφάνεια επικάθονται και γωνιάζουν κάθε είδους στερεότυπα που διακινούνται διαδικτυακά και επαναλαμβάνονται με περισσή ευκολία. Κραυγαλέα και ανιστόρητα ψέματα που προσφέρονται για ανακύκλωση, γιατί λειτουργούν και ως εκτονωτικός μηχανισμός ενός διογκούμενου θυμού.
Ο σπουδαίος Γάλλος ιστορικός Φερνάν Μπροντέλ, περίπου στα μέσα του 20ού αιώνα, έγραφε ότι «είναι αδύνατον να οικοδομηθεί η Ευρώπη αν δεν στηριχθεί στις αρχέγονες δυνάμεις που τη δημιούργησαν, και που δουλεύουν ακόμη στα κατάβαθά της». Εκείνος εννοούσε τον ουμανισμό και τον πολιτισμό.
Πηγή: kathimerini.gr/opinion