Μετά το μάζεψα κι απαντούσα « ευρώ δικέ μου ». Τελευταία η απάντηση μου άλλαξε λίγο, κι έγινε « ευρώ; εσύ τι λες; ». Όταν μια φορά άρχισα να σκέφτομαι πως συνέβη αυτή η αλλαγή, σαφή απάντηση δεν μπόρεσα να δώσω. Είναι σίγουρο πως το γενικότερο κλίμα πάντα παίζει ένα ρόλο ακόμα και σ’αυτούς που έχουν ακλόνητα πιστεύω. Η υπόθεση δηλαδή της Κύπρου σίγουρα θα κλόνισε βεβαιότητες σε πολλούς. Εδώ ολόκληρο ΑΚΕΛ άρχισε να τα στρίβει. Για όποιον δεν το γνωρίζει, το ΑΚΕΛ είναι το αριστερό κόμμα της Κύπρου, αυτό που την έβαλε στην Ευρωζώνη και ήταν κυβέρνηση τα επτά προηγούμενα χρόνια. Το ΑΚΕΛ λοιπόν, στην πρόσφατη ψηφοφορία για την επικύρωση του μνημονίου, ψήφισε ΟΧΙ. Στην ανακοίνωση που έβγαλε μεταξύ των άλλων λέει « υπάρχει ανάγκη έναρξης διαλόγου, όπου η επιλογή της εξόδου από την Ευρωζώνη θα μπορούσε να ήταν μία σοβαρή εναλλακτική επιλογή υπό τις παρούσες περιστάσεις». Αλλά ακόμα και αν δείχνει το ΑΚΕΛ προς τη σωστή κατεύθυνση όσον αφορά τους Κύπριους εργαζόμενους, αυτό σημαίνει πως αυτή είναι και η καλύτερη επιλογή για εμάς; Φυσικά και όχι. Ίσως να είναι ίσως και να μην είναι. Εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, και ιδιαίτερα από το ποιες πολιτικές δυνάμεις θα ασπαστούν και θα προωθήσουν αυτό το αίτημα, με τι όρους και προς πια κατεύθυνση.
Ένας άλλος λόγος της μερικής αποστασιοποίησής μου από το ευρώ είναι αυτό που εκπέμπουν τα παιδιά του νεοφιλελευθερισμού, Μέρκελ, Σόιμπλε και Σια. Τουλάχιστον από όσα φτάνουν στ’αυτιά μου με ενοχλεί κατ’αρχήν το ύφος τους. Σα να μιλάνε σε άτακτους μαθητές με ένα αλαζονικό τρόπο που δεν σηκώνει αντιρρήσεις. Από εδώ και από εκεί επίσης μαθαίνω πως τα χρόνια αυτά της κρίσης, αν και η Ευρώπη συνολικά χάνει, ο βοράς κερδίζει συνεχώς την ώρα που ο νότος παραπαίει. Είναι και κάποιοι φίλοι που τα καρφιά που πετάνε εναντίον της Ε.Ε τελευταία πληθαίνουν, και δεν είναι όλοι κουκουέδες.
Πάντως το πιο ισχυρό επιχείρημα εναντίον κατ’αρχήν του μνημονίου και που στη συνέχεια παίρνει η μπάλα και το ευρώ, είναι η συνεχιζόμενη ύφεση που έχουμε και όπως φαίνεται θα έχουμε και η συνακόλουθη μεγάλη ανεργία. Το σίγουρο είναι πως η λιτότητα ποτέ δεν είναι ευχάριστη και για κανέναν από αυτούς που την υφίστανται. Αλλά, δεδομένου του μεγάλου προβλήματος που έχουμε, πιθανόν μια πλειοψηφία να έκανε υπομονή, αν αυτή η συγκεκριμένη λιτότητα που εστιάζει στην υποβάθμιση του δημόσιου τομέα, αν αυτή η λύση, λοιπόν, έπειθε, αν φαινόταν να αποδίδει καρπούς. Κι όταν λέμε καρπούς, εννοούμε πρώτα απ’όλα στο πεδίο που καίει πάρα πολλούς συμπατριώτες μας, δηλαδή, σ’αυτό της ανεργίας. Εδώ όμως τα πράγματα είναι σκούρα. Όλες οι εκτιμήσεις μιλάνε ότι θα έχουμε μεγάλα ποσοστά ανεργίας για πολλά ακόμα χρόνια. Οπότε;
Αν θέλουμε να μαζέψουμε σε λίγα λόγια τις δύο χοντρικά στάσεις που έχουν διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, θα μπορούσαμε να πούμε πως από τη μια μεριά υπάρχουν οι μνημονιακές δυνάμεις που διατείνονται πως τα μνημόνια μας έσωσαν από τη χρεοκοπία, πως είναι η μοναδική μας ελπίδα, και πως γι’αυτό πρέπει να είμαστε συνεπείς σε αυτά που ψηφίσαμε και υπογράψαμε. Η Ευρωζώνη δηλαδή και το νόμισμά της δεν αμφισβητούνται.
Από την άλλη υπάρχουν οι αντιμνημονιακές δυνάμεις που ισχυρίζονται πως το κόστος σε ανθρώπινο επίπεδο είναι αβάσταχτο, πως τα μνημόνια δεν θα μας λύσουν τα προβλήματα και ως εκ τούτου λένε όχι στα μνημόνια. Όμως αυτά που προτείνουν οι αντιμνημονιακοί ως εναλλακτική οικονομοτεχνική πρόταση δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη σε ένα εξ ίσου μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας μας. Και γιατί πολλά από αυτά θα δοκιμαστούν για πρώτη φορά και διότι πολλές από τις βασικές επιλογές θα εξαρτηθούν από τις αντιδράσεις ισχυρότατων κύκλων εντός κι εκτός της χώρας μας. Όμως σε σχέση με το ευρώ οι στάσεις αυτών των δυνάμεων είναι ποικίλη, αλλά και κάποιων δεν είναι και τόσο ξεκάθαρη.
Η πολιτική πρόταση των αντιμνημονιακών δυνάμεων θα μπορούσαμε να πούμε πως έχει κάτι από το «πάμε στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα». Αυτή η απροσδιοριστία φυσιολογικά γεννάει φοβίες και ανασφάλειες σε διάφορα κοινωνικά στρώματα. Ίσως θα ήταν δυνατόν να ενισχυθεί η εκτίμηση για την επιτυχή δοκιμασία του σχεδίου των αντιμνημονιακών δυνάμεων αν στηριζόταν στην ύπαρξη ενός ισχυρού λαϊκού ρεύματος οργανωμένων δυνάμεων, τέτοιων που να το υποστηρίζουν μαζικά με κινητοποιήσεις και αγώνες διαρκείας. Αλλά μέχρι στιγμής, αυτό δεν είναι ορατό στον ορίζοντα.
Εν πάση περιπτώσει, καλό δεν είναι όσοι έχουν καιρό, διάθεση και νου καθαρό, να ζυμώνονται στα οικονομικά θέματα που από ότι φαίνεται, μαζί μ’αυτά της δημοκρατίας, θα είναι πολύ καθοριστικά για τις ζωές μας τα επόμενα τουλάχιστον δεκαπέντε χρόνια; Καλό είναι δηλαδή, οι αποφάσεις που θα παίρνουμε, ατομικά και συλλογικά, να είναι όσο γίνεται πιο μελετημένες και να τις έχουμε επεξεργαστεί και συζητήσει όσο πιο ψύχραιμα γίνεται. Συζητήσεις πάντως γίνονται παντού. Από τη G20, έως τα καφενεία του χωριού και από το ΔΝΤ έως τα μπλογκ στο διαδίκτυο. Συζητούν όλοι όσοι θέλουν και μπορούν να επηρεάζουν προς το συμφέρον τους, σε παγκόσμιο αλλά και σε τοπικό επίπεδο, τις εξελίξεις. Συζητήσεις και εντός κλειστών θυρών και φανερά και δημόσια. Πολλές από αυτές είναι στην κατεύθυνση της μονόπλευρης λιτότητας και άλλες την αντιμάχονται. Από αυτές, άλλες αρνούμενες όλο το σύστημα, και άλλες προσπαθώντας να προτείνουν λύσεις στα όρια του συστήματος, είτε αυτό είναι ο καπιταλισμός, είτε η Ε.Ε.
Μία αναφορά στη Γερμανία γι'αυτό το θέμα κρίνεται απαραίτητη. Κι αυτό διότι εν όψει των εκλογών του Σεπτεμβρίου έχουν διατυπωθεί δημόσια, σ'αυτήν την ηγέτιδα χώρα της Ε.Ε, κάποιες απόψεις σχετικά με το ευρώ που μέχρι τώρα δεν υπήρχαν. Οι δύο νέες τοποθετήσεις προέρχονται από τον χώρο της δεξιάς και της αριστεράς. Όπως όμως συμβαίνει πάντοτε η μπάλλα παίρνει και όλους τους άλλους ενδιάμεσους χώρους, οι οποίοι άρχισαν να επανατοποθετούνται δίχως όμως να άρουν την εμπιστοσύνη τους στο ευρώ.
Στο χώρο της δεξιάς εδώ και καιρό έχει κάνει την εμφάνισή του ένα νέο κόμμα. "Εναλλακτική για τη Γερμανία" είναι το όνομά του. Βασικά πρόκειται για ένα μονοθεματικό κόμμα που έχει στόχο την επιστροφή στο μάρκο. Αυτοί που ανησυχούν πιο πολύ απ'όλους είναι οι Χριστιανοδημοκράτες. Τα γκάλοπ επί του παρόντος δίνουν σ'αυτό το κόμμα ένα ποσοστό που κυμαίνεται ανάμεσα στο 4% με 5,5%. Αν ξεπεράσει το όριο του 5% και μπει στη βουλή αυτό σημαίνει αυτόματα πως θα είναι σχεδόν σίγουρο πως η συμμαχία Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών θα κληθεί ν'αναλάβει τις κυβερνητικές ευθύνες. Το αξιοσημείωτο σε σχέση με αυτό το νέο κόμμα είναι πως η εν δυνάμει δεξαμενή απ'όπου θα μπορεί να αντλεί ψηφοφόρους βρίσκεται κοντά στο 20% του εκλογικού σώματος. Μία εξίσου ενδιαφέρουσα παρέμβαση απ'αυτόν τον χώρο έγινε από τον Χανς Βέρνερ Ζιν, πρόεδρο του Ινστιντούτου Οικονομικών Ερευνών, μία σχεδόν κυβερνητική υπηρεσία. Ο κ.Ζιν δήλωσε ευθέως βάζοντας στο τραπέζι των συζητήσεων για το μέλλον της Ευρωζώνης, ότι έχει την άποψη πως θα βοηθάει και την Ευρωζώνη και τις χώρες που αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα και δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους, η προσωρινή αποχώρησή τους. Είναι φανερό πως η συνεχιζόμενη ύφεση σε όλη την Ευρωζώνη έχει κτυπήσει το καμπανάκι κινδύνου και έχουν ξεκινήσει εκείνες οι συζητήσεις από όσους ψάχνουν να βρουν λύσεις για να ξαναθέσουν υπό έλεγχο όλο το σύστημα.
Στον χώρο της Αριστεράς η εξέλιξη έχει να κάνει με τον Όσκαρ Λαφοντέν, το πλέον προβεβλημένο και αναγνωρίσιμο στέλεχός της. Ο Λαφοντέν, που υπήρξε πρόεδρος των Σοσιαλδημοκρατών και υπουργός Οικονομικών, όπως και συνιδρυτής του αριστερού κόμματος Die Linke, τώρα είναι πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδος του κόμματος αυτού στο κοινοβούλιο της Ζάαρ και δεν προτίθεται να βάλει υποψηφιότητα στις εκλογές του Σεπτέμβρη. Λίγες μέρες πριν ο Λαφονταίν σε μια δημόσια παρέμβασή του τάχτηκε υπέρ του μάρκου, του φράγκου, της πεσέτας της δραχμής, δηλαδή εναντίον του ευρώ. Το βασικό του επιχείρημα ήταν η αδυναμία συντονισμού των μισθολογικών πολιτικών στις χώρες της Ευρωζώνης, και η αδυναμία/άρνηση των Νοτίων να παράγουν φθηνότερα και των Βορείων ακριβότερα. Πρότεινε, λοιπόν, να εγκαταλείψουν οι χώρες της ευρωζώνης το κοινό νόμισμα και να επιστρέψουν σε ένα σύστημα που θα επιτρέπει ανατιμήσεις και υποτιμήσεις στο Ευρωπαϊκό νομισματικό σύστημα. Υποστήριξε πως αυτή η επιστροφή θα πρέπει να γίνει σταδιακά και μάλιστα πως στην Ελλάδα και στην Κύπρο θα έπρεπε ήδη να έχει ξεκινήσει. Στο Die Linke, του κόμματός του δηλαδή, η θέση του σε σχέση με το ευρώ είναι σταθερή. Χαρακτηριστικά αναφέρει το σχέδιο απόφασης της εκτελεστικής επιτροπής για το συνέδριο του Ιουνίου, "..ακόμα κι αν η νομισματική ένωση περιέχει μεγάλα κατασκευαστικά λάθη, η Linke δεν τάσσεται υπέρ του τέλους του ευρώ. Η γερμανική αριστερά δε θέλει να εμφανιστεί ως ένα "αντι- ευρώ" κόμμα. Εμείς είμαστε σαφώς υπέρ της Ευρώπης, επιδιώκουμε μια νέα αρχή εντός της ευρωπαϊκής ένωσης, μακριά από την πολιτική της Μέρκελ που απειλεί την Ε.Ε και το ευρώ. Εμείς, λοιπόν, λέμε ναι στο ευρώ και όχι στη λιτότητα."
Στο έργο της αμφισβήτησης των κυρίαρχων οικονομικών και στην προσπάθεια της καθιέρωσης της οικονομικής επιστήμης στην υπηρεσία του κοινού καλού είναι αφιερωμένα σημαντικά Ινστιτούτα Οικονομικών Ερευνών και «δεξαμενές σκέψης» σε διάφορα μέρη του κόσμου. Ένα από αυτά είναι και το διεθνούς φήμης Levy Economics Instituteτου του ιστορικού Bard College. Εμπνευστής και πρόεδρος από την ημέρα της ίδρυσής του έως σήμερα είναι ο διακεκριμένος οικονομολόγος Δημήτρης Β. Παπαδημητρίου, επίσης καθηγητής Οικονομικών στην έδρα «Jerome Levy» και εκτελεστικός αντιπρόεδρος του Bard College. Στο διοικητικό συμβούλιο του Ινστιτούτου συμμετέχουν επιφανείς προσωπικότητες από τον χώρο των οικονομικών, συμπεριλαμβανομένου του Τζόζεφ Στίγκλιτς.
Στην πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη που ακολουθεί, ο Δημήτρης Β. Παπαδημητρίου συνομιλεί με τον Χ. Ι. Πολυχρονίου, ερευνητή και PolicyFellow στο LevyEconomicsInstitute, για τη κρίση στη Ελλάδα και την ευρωζώνη.
Ακολουθεί η συνέντευξη.
Θα ήθελα να ξεκινήσουμε με τις απόψεις και τις αναλύσεις σας για τα αίτια της ελληνικής κρίσης. Πιο συγκεκριμένα, ποιος συνδυασμός παραγόντων οδήγησε την Ελλάδα σε αποκλεισμό από τις διεθνείς πιστωτικές αγορές, αναγκάζοντας τη χώρα να αναζητήσει βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ);
Η ελληνική κρίση ξεκίνησε με τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε η ελληνική κυβέρνηση στις αρχές του 2010 με τη μετακύλιση του ληξιπρόθεσμου χρέους, μετά την ανακοίνωσή της ότι το έλλειμμα είχε υπερβεί το 12%, το οποίο στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι είχε σκαρφαλώσει πάνω από το 15%. Οι εξαγγελίες της τότε κυβέρνησης ότι η Ελλάδα είναι ένα διεφθαρμένο κράτος, σε συνδυασμό με την παρομοίωση του προβλήματος με τις διαστάσεις ενός Τιτανικού, φόβισε τις χρηματοπιστωτικές αγορές σε βαθμό που απέκλεισαν την Ελλάδα από περαιτέρω πρόσβαση στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές συνειδητοποίησαν ότι η Ελλάδα ήταν μια από τις χώρες με τα υψηλότερα επίπεδα χρέους όσον αφορά την τυποποιημένη αναλογία χρέους προς ΑΕΠ, ενώ δεν έβλεπαν κάποιο χέρι βοήθειας προς την Ελλάδα από τις Βρυξέλλες ή τη Φρανκφούρτη. Οι αγορές αναγκάστηκαν να παραδεχθούν ότι δεν ήταν σωστά εκτιμημένη η αξία του ελληνικού κυρίαρχου χρέους, καθώς η συμπεριφορά της πραγματικής της οικονομίας ήταν πολύ διαφορετική από αυτή των οικονομιών του ευρωπαϊκού Bορρά.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αρνήθηκε να γίνει δανειστής της έσχατης προσφυγής, κάτι που θα έκανε οποιαδήποτε άλλη κεντρική τράπεζα κάτω από παρόμοιες συνθήκες, επειδή υποτίθεται ότι της είχε απαγορευθεί να κάνει κάτι τέτοιο και επειδή δεν ήταν πρόθυμη να εξετάσει άλλες επιλογές που ήταν διαθέσιμες, όπως αυτές που είδαμε να εφαρμόζονται ένα χρόνο αργότερα για τις μεγαλύτερες οικονομίες της Ισπανίας και της Ιταλίας. Η ανέμπνευστη ηγεσία της ελληνικής κυβέρνησης όχι μόνο δεν πρόβαλλε δυναμικά την υπόθεση της ελαττωματικής δομής της ευρωζώνης, η οποία ενθάρρυνε τις ενδοπεριφερειακές ανισότητες που χρηματοδοτήθηκαν με φθηνό χρήμα ή την ύπαρξη του συστημικού χαρακτήρα μιας ελληνικής χρεοκοπίας με μεγαλύτερες επιπτώσεις από αυτές της Lehman Brothers. Συμφώνησε, αντ’ αυτού, να συμμορφωθεί με τα πιο σκληρά μέτρα λιτότητας που έχουν ποτέ επιβληθεί από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).
Συζητιέται ακόμα η απόφαση της κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου να εντάξει τη χώρα στο μηχανισμό διάσωσης της ΕΕ και του ΔΝΤ. Υπήρχε εκείνη τη δεδομένη στιγμή άλλη εναλλακτική εκτός από την εξασφάλιση καλύτερων προϋποθέσεων για το πακέτο διάσωσης;
Από τη στιγμή που η Ελλάδα ως μέλος της ευρωζώνης είχε αποκλειστεί από τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές, οι εναλλακτικές λύσεις ήταν ελάχιστες. Ένα πακέτο διάσωσης από την Ε.Ε. ήταν η μόνη ρεαλιστική προοπτική. Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση αποδέχτηκε σιωπηρά, ή με αφελή τρόπο, τους σκληρούς όρους που συνόδευσαν το πακέτο διάσωσης. Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν έπαιξε σωστά τα χαρτιά της, ειδικά από τη στιγμή που ήταν γνωστό ότι οι τράπεζες της Γερμανίας, της Γαλλίας και πολλών χωρών του ευρωπαϊκού Βορρά ήταν εξαιρετικά εκτεθειμένες στο ελληνικό δημόσιο χρέος. Η επιπτώσεις θα ήταν τρομακτικά γρήγορες και, αν δεν ετίθεντο υπό έλεγχο, μια ελληνική χρεοκοπία θα σήμαινε το τέλος της ευρωζώνης, ενδεχομένως της Ε.Ε. Δεν είχαμε να κάνουμε απλώς με μια ελληνική κρίση, αλλά με μια κρίση της ευρωζώνης. Η ελληνική κρίση έπρεπε, κάτω από την πίεση της ελληνικής κυβέρνησης, να αντιμετωπιστεί διαφορετικά, χωρίς τα τρελά και επικίνδυνα μέτρα που σχεδιάστηκαν και επιβάλλονται εδώ και τρία χρόνια στους έλληνες πολίτες, χωρίς κανένα ορατό τέλος. Εν ολίγοις, η κυβέρνηση Παπανδρέου τα έκανε μούσκεμα…
Οι επιπτώσεις του προγράμματος δημοσιονομικής εξυγίανσης και των μέτρων λιτότητας έχουν αποδειχθεί εντελώς καταστροφικές για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Ποια είναι η ερμηνεία σας για τη λογική που καθοδηγεί αυτού του είδους τις πολιτικές;
Η δημοσιονομική εξυγίανση και τα μέτρα λιτότητας αποτελούν μια τυποποιημένη συνταγή του ΔΝΤ, μαζί με τις νεοφιλελεύθερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που υποτίθεται ότι θα επιτρέψουν στις αγορές να είναι ελεύθερες, αχαλίνωτες και ανταγωνιστικές. Παρά τις συντριπτικές αποδείξεις περί του αντιθέτου, αυτή η στρατηγική συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό κάθε φορά που καλείται να παρέμβει το ΔΝΤ. Επιβάλλεται η ψευδαίσθηση ότι οι αγορές θα παρέχουν από μόνες τους, και με αποτελεσματικό τρόπο, όλα τα αγαθά και τις υπηρεσίες που χρειάζονται οι κοινωνίες, καθώς και ότι η παρέμβαση του κράτους οδηγεί σε διαστρεβλώσεις και υψηλότερο κόστος παραγωγής. Όλα αυτά είναι ανοησίες, που τα πιστεύουν μόνο οι ακραίοι νεοφιλελεύθεροι.
Το γεγονός ότι το κράτος έχει ρόλο στην ανακατανομή του εισοδήματος για την παροχή δημόσιων αγαθών, δηλαδή κοινωνική ασφάλιση, υγειονομική περίθαλψη, παιδεία κλπ., και γενικά παρέχει ένα δίχτυ ασφαλείας που είναι απαραίτητο για την ομαλή λειτουργία του συστήματος, δεν έχει καμία θέση στη νεοφιλελεύθερη σκέψη. Κανείς δεν εξεπλάγη από το φάρμακο που προσφέρθηκε στην Ελλάδα — εκτός από τη δοσολογία, την απίστευτη σκληρότητα των μέτρων. Σε μια ανάλογη δοκιμασία θα επιβληθεί και η Κύπρος. Αναρωτιέται πλέον κανείς τι είναι η Ε.Ε. και προς ποιανού όφελος λειτουργεί. Σε τελική ανάλυση, δεν φαίνεται να αποτελεί κάτι παραπάνω από μια τελωνειακή ένωση που λειτουργεί στο πλαίσιο μιας σύγχρονης μερκαντιλιστικής δυναμικής προς όφελος μιας τεχνολογικά προηγμένης χώρας, δηλαδή της Γερμανίας. Μπορείτε να φανταστείτε τη Γερμανία να υποβάλλεται σε μέτρα λιτότητας όπως αυτά που εφαρμόζονται στην Ελλάδα όταν παραβίασε τα κριτήρια του Μάαστριχτ για τα ελλείμματα και το χρέος την εποχή που η οικονομία της βρισκόταν ακόμη σε ύφεση;
Έχουν ειπωθεί πολλά για την επιμέρους παραδοχή του ΔΝΤ ότι δεν υπολόγισε σωστά τις επιπτώσεις της λιτότητας στην οικονομία. Ωστόσο, ο οργανισμός έχει μακρά ιστορία με πολιτικές γκάφες, λανθασμένες εκτιμήσεις για την οικονομική ανάπτυξη, και την τάση να κατηγορεί στο τέλος τις εγχώριες κυβερνήσεις για τις δικές της καταστροφικές πολιτικές συνταγές. Μερικά πρόσφατα παραδείγματα που έρχονται στο νου είναι η Ιρλανδία, όπου το ΔΝΤ επίσης αναγνώρισε ότι έπεσε έξω στις εκτιμήσεις του για τις επιπτώσεις της λιτότητας, και η Λετονία, όπου κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι προώθησε πολύ περισσότερο από ό,τι έπρεπε τις δικές του καταστροφικές πολιτικές. Όλα αυτά μπορούν να μας οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι τα οικονομικά δεν είναι επιστήμη ή ότι απλώς τα οικονομικά που ακολουθεί το ΔΝΤ είναι λάθος;
Η σύντομη απάντηση είναι ότι τα οικονομικά που ενστερνίζεται το ΔΝΤ είναι εντελώς ανυπόστατα. Οι πολιτικές που καθοδηγούνται από την ιδεολογία του έχουν αποτύχει σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις και στο τέλος εγκαταλείφθηκαν. Όταν τα αποτελέσματα των πολιτικών του επιλογών καταλήγουν να είναι καταστροφικά, και είναι πάντα καταστροφικά, το ΔΝΤ επιρρίπτει ευθύνες σε άλλους παράγοντες, και όχι στη δική του ανικανότητα. Η πιο σύγχρονη και κατάφωρη περίπτωση είναι οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές στην εφαρμογή του προγράμματος δημοσιονομικής εξυγίανσης για την Ελλάδα. Πολλοί οικονομολόγοι ,εντός και ,συμπεριλαμβανομένου του πρωθυπουργού Σαμαρά όταν ήταν στην αντιπολίτευση, γνώριζαν και προειδοποιούσαν έντονα για την επιδείνωση της ύφεσης που προέρχεται από τις λανθασμένες εκτιμήσεις του ΔΝΤ. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς μέγας διανοητής για να γνωρίζει ότι, κατά τη διάρκεια μιας ύφεσης, οι περικοπές δαπανών και οι αυξήσεις στη φορολογία είναι σαν ρίχνεις βενζίνη στη φωτιά. Οι οικονομολόγοι το γνωρίζουν από την εποχή της Γενικής Θεωρίας του Κέυνς (1936). Αυτό που είναι ειρωνικό αλλά και ανήθικο με το ΔΝΤ είναι, ενώ παραδέχθηκε τα λάθη του στην περίπτωση της Ελλάδας, συνεχίσει να επιμένει σθεναρά ότι η χώρα πρέπει να συμμορφωθεί με το πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης που επιβάλλει – και η ελληνική κυβέρνηση, φυσικά, συνεχίζει να το υλοποιεί.
Η μοναδική ίσως θετική επίπτωση του προγράμματος δημοσιονομικής εξυγίανσης είναι η μείωση των ελλειμμάτων, ένα αποτέλεσμα που στο μυαλό της σημερινής κυβέρνησης δικαιολογεί τη συνέχιση της επιβολής των μέτρων λιτότητας. Πόσο μεγάλη οικονομική «επιτυχία» μπορεί να αποτελεί η μείωση του ελλείμματος, όταν το ακαθάριστο εθνικό προϊόν (ΑΕΠ) συνεχίζει τη δραματική πτωτική του τροχιά, όταν η ανεργία έχει εκτιναχθεί και το χρέος έχει διογκωθεί τα τελευταία δύο χρόνια; Επιπλέον, αρκεί μόνο η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος για να επιστρέψει η χώρα στις διεθνείς πιστωτικές αγορές;
Η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος είναι συνέπεια της λιτότητας και, κατά την εκτίμησή μου, δεν αποτελεί κάποιο σοβαρό οικονομικό επίτευγμα. Οποιοσδήποτε μπορεί να πετύχει τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, αν αγνοήσει τις συνακόλουθες οικονομικές, κοινωνικές και ψυχολογικές συνέπειες. Η διαδικασία της μείωσης του ελλείμματος που βαθαίνει την ύφεση, η οποία μειώνει τα φορολογικά έσοδα, που στη συνέχεια απαιτούν περισσότερη λιτότητα, είναι φαύλος κύκλος: σαν τον σκύλο που κυνηγάει την ουρά του. Μόνο κάποιος ανόητος μπορεί να το δει αυτό ως οικονομική «επιτυχία». Όπως έχουμε συνειδητοποιήσει, οι πιστωτικές αγορές έχουν τον δικό τους τρόπο σκέψη, ο οποίος όμως δεν είναι ανόητος. Μπορούν να αντιληφθούν αν η πορεία μιας οικονομίας προς την ανάκαμψη είναι αβέβαιη. Και αυτό ακριβώς είναι το συμπέρασμά τους για την Ελλάδα.
Είναι σκέτη φαντασίωση ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει σύντομα στις αγορές. Με την αστάθεια που επικρατεί στην Ευρώπη και την υποτονική ανάπτυξη στις ΗΠΑ, μόνο ένας άθλος του Ηρακλέους –επίπεδα ανάπτυξης ανάλογα με αυτά της Κίνας– θα βγάλει την Ελλάδα από την κρίση. Πόσο εφικτό είναι αυτό; Καθόλου, εκτιμώ. Φυσικά, οι επενδυτές που επιδιώκουν το βραχυπρόθεσμο κέρδος θα επωφεληθούν από τις θετικές ευκαιρίες arbitrage που προσφέρονται από το ξεπούλημα των δημοσίων επιχειρήσεων, αλλά τα θετικά σημάδια στις αγορές κεφαλαίων θα είναι βραχύβια και θα είναι ελάχιστος ο αριθμός των παικτών που θα επωφεληθεί.
Ελάχιστα πράγματα έχουν γίνει μέχρι σήμερα από τις ελληνικές κυβερνήσεις για την καταπολέμηση της μάστιγας της ανεργίας. Οφείλεται αυτό στο ότι η υψηλή ανεργία θεωρείται το τίμημα για την δημοσιονομική προσαρμογή, ή στο ότι πολύ απλά δεν υπάρχουν πόροι για την αντιμετώπιση της ανεργίας;
Η σύντομη απάντηση στις δύο αλληλένδετες ερωτήσεις σας είναι ναι. Οι ερωτήσεις σας αγγίζουν τα πιο θεμελιώδη οικονομικά ζητήματα. Η δημοσιονομική εξυγίανση –περικοπές δαπανών και υψηλότεροι φόροι– μειώνουν τη συνολική ζήτηση, η οποία μειώνει την παραγωγή και την απασχόληση. Καθώς αυξάνεται η ανεργία, τα εισοδήματα μειώνονται και ο ιδιωτικός τομέας μειώνει την παραγωγή και απολύει εργαζόμενους, καθιστώντας τις οικονομικές συνθήκες σταδιακά χειρότερες. Αυτή η καθοδική πορεία μπορεί να σταματήσει μόνο με την παρέμβαση του δημόσιου τομέα. Σε περίπτωση έλλειψης δημοσίων πόρων, η καθοδική πορεία θα συνεχιστεί έως ότου η οικονομία πιάσει πάτο, μια οικονομία με πρωτοφανή επίπεδα φτώχειας και ανέχειας. Πριν απ’ αυτό, ωστόσο, προετοιμαστείτε να δείτε την έκρηξη ενός ηφαιστείου με ανυπολόγιστες συνέπειες, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη ως σύνολο. Η αντίσταση στη λιτότητα δεν περιορίζεται στην Αθήνα, αλλά έχει περικυκλώσει τη Ρώμη, τη Μαδρίτη και τις Βρυξέλλες.
Οποιαδήποτε σοβαρή προσπάθεια για τη μείωση της ανεργίας πρέπει αναμφισβήτητα να περιλαμβάνει τον δημόσιο τομέα. Όμως η ελληνική κυβέρνηση, με επικεφαλής το Υπουργείο Οικονομικών, επιδίδεται σε μια έντονη προπαγάνδα εναντίον του κράτους. Μπορείτε να μοιραστείτε μαζί μας μέρος της εμπειρίας του «εργοδότη έσχατης προσφυγής» σε άλλες χώρες που αντιμετώπισαν μεγάλες οικονομικές κρίσεις;
Η προπαγάνδα της κυβέρνησης κατά της συμμετοχής του κράτους φαίνεται να είναι οξύμωρη. Κυβερνητικά στελέχη δηλώνουν ότι η εποχή της απορρόφησης του εργατικού δυναμικού από τον δημόσιο τομέα έχει περάσει ανεπιστρεπτί, αλλά ο πρωθυπουργός επιδιώκει να κατευθύνει ένα μέρος των διαρθρωτικών ταμείων για την κατάρτιση και την επιδοτούμενη απασχόληση. Θα είναι καλό κάποια στιγμή να περιοριστεί η κακοφωνία και η σύγχυση της κυβέρνησης. Αυτό δείχνει πως οι κυβερνητικοί εταίροι είναι απελπισμένοι και καθόλου σίγουροι για τις πολιτικές που εφαρμόζουν.
Η διεθνής εμπειρία με τα προγράμματα απασχόλησης όπου το κράτος δρα ως «εργοδότης έσχατης προσφυγής» είναι πολύ ενθαρρυντική. Πρόσφατες εμπειρίες από τη Αργεντινή, τη Νότια Κορέα και τη Χιλή, από την Αυστραλία και τη Σουηδία στη δεκαετία του 1970, πόσο μάλλον στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, λένε πολλά για την αποτελεσματικότητα αυτών των προγραμμάτων. Ακόμη και το πολύ περιορισμένης εμβέλειας πρόγραμμα «κοινωνικής εργασίας» που τέθηκε σε εφαρμογή πέρυσι στην Ελλάδα είχε σημαντική επιτυχία. Αν η κυβέρνηση καταφέρει να διαμορφώσει το πολυδιαφημισμένο διαρθρωτικό πλεόνασμα της τάξεως του 1,5% που αναμένεται να επιτευχθεί φέτος, και χρησιμοποιήσει αυτούς του πόρους για τη διεύρυνση των προγραμμάτων απασχόλησης, πάνω από 200.000 άνθρωποι μπορεί να απασχοληθούν με θετικά μακροοικονομικά αποτελέσματα, λόγω της αύξησης της συνολικής ζήτησης. Δεδομένου ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει σήμερα ακόμη πιο δεινές οικονομικές συνθήκες από αυτές της Μεγάλης Ύφεσης του 1929 στις ΗΠΑ, μόνο ένα πρόγραμμα αυτού του τύπου, δηλαδή του «εργοδότη έσχατης προσφυγής», μπορεί να επιφέρει σοβαρή αλλαγή. Δεν χρειαζόμαστε προγράμματα για την επανεκπαίδευση των ανέργων. Η μεγάλη πλειοψηφία των ανέργων διαθέτει ήδη την απαραίτητη τεχνογνωσία για να απασχοληθεί δημιουργικά στην αγορά εργασίας.
Αρκετοί οικονομολόγοι, και στις δύο όχθες του Ατλαντικού, έχουν υποστηρίξει ότι η Ελλάδα θα ήταν σε καλύτερη μοίρα εάν αποχωρούσε από το ευρώ και επέστρεφε στη δραχμή, αν και το όλο ζήτημα παραμένει «ταμπού» για την ελληνική κοινωνία. Ποια θα ήταν τα πλεονεκτήματα και ποια τα μειονεκτήματα της εξόδου της χώρας από το ευρώ για την οικονομία και την κοινωνία;
Όταν όλες οι επιλογές για την παραμονή στην ευρωζώνη έχουν εξαντληθεί, είναι καιρός να σκεφτούμε το αδιανόητο έως τότε. H έξοδος από το ευρώ είναι η χειρότερη δυνατή επιλογή για μια χώρα-μέλος της ευρωζώνης. Όσοι από εμάς ήμασταν ενάντιοι στη στρατηγική της εξόδου, πιστεύαμε ότι οι ευρωπαίοι ηγέτες θα αναγνώριζαν εγκαίρως την ελαττωματική δομή της ευρωζώνης και θα προσπαθούσαν να τη διορθώσουν. Βλέπουμε όμως ότι η Γερμανία επιμένει στη δημιουργία μιας γερμανικής Ευρώπης, αντί μιας ευρωπαϊκής Ευρώπης.
Οι συνέπειες μιας εξόδου από το ευρώ θα είναι πολύ σοβαρές και πολύ χειρότερες από αυτές των τελευταίων ετών. Βέβαια, η έξοδος θα προσφέρει περισσότερο χώρο στη δημοσιονομική πολιτική για την αντιμετώπιση της ανεργίας και την επέκταση των δημοσίων επενδύσεων, αλλά αυτό θα πρέπει να συνδέεται με την αναστολή στις πληρωμές των τόκων επί του χρέους, τον περιορισμό στις εκροές κεφαλαίων και την εθνικοποίηση του τραπεζικού τομέα. Θα προκύψουν σημαντικές ελλείψεις στον τομέα των φαρμακευτικών προϊόντων και στο πετρέλαιο, ακόμη και στα τρόφιμα, οπότε ένα πρόγραμμα υποκατάστασης των εισαγωγών για ορισμένα αγαθά που τώρα εισάγονται θα είναι αναγκαίο. Ελπίζω ότι δεν θα φτάσουμε σε αυτό το σημείο.
* Ως οικονομολόγος, αποδίδετε αξία στην έννοια της «αστικής ή πολιτικής κουλτούρας» ως καθοριστικού παράγοντα για την οικονομική επίδοση μιας χώρας και την κοινωνική διάρθρωση που επικρατεί;
Χρησιμοποιούμε αξίες στις οικονομικούς μεταβλητές για την παρακολούθηση των οικονομικών και κοινωνικών επιδόσεων ενός κράτους. Αλλά οι μετρήσεις δεν μας λένε τίποτα για τον ιστό της κοινωνίας που ζούμε. Μας λένε πολύ λίγα πράγματα για τους θεσμούς ή την κοινωνική τάξη στη δημοκρατική εκπροσώπηση. Ποιοι είναι οι θεσμοί που μεριμνούν για τα προβλήματα και τις ανησυχίες των φτωχών, των ανέργων, των αστέγων και των μη προνομιούχων; Πώς μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι η κοινωνία μας διέπεται από τις αρχές του κράτους δικαίου; Είναι δίκαιο για όσους έπαιξαν σύμφωνα με τους κανόνες και εργάστηκαν σκληρά να βρίσκονται σήμερα με την πλάτη στον τοίχο, μόνο και μόνο επειδή οι τραπεζίτες και οι πλούσιοι κατάφεραν να επωφεληθούν χάρη στις δόλιες συμπεριφορές τους;
* Εάν μια κυβέρνηση της Αριστεράς σας το ζητούσε, τι συμβουλές θα της δίνατε;
Η πρώτη προτεραιότητα θα ήταν να ξεκινήσουν συζητήσεις με τα άλλα κράτη της περιφέρειας, την Ισπανία, την Ιταλία και την Πορτογαλία, για την ανάπτυξη ενός κοινού μετώπου απέναντι στο κέντρο. Οι ιταλικές εκλογές έδειξαν ότι ο λαός απέρριψε τη λιτότητα, ένα πολύ ελπιδοφόρο μήνυμα. Αν αυτή η προσπάθεια είναι επιτυχής, η επαναδιαπραγμάτευση για τη λιτότητα μπορεί να γίνει ευκολότερη.
Στη συνέχεια, θα επέμενα στην αναγνώριση εκ μέρους του ΔΝΤ των κολοσσιαίων λαθών σχετικά με τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές και θα έκανα τις απαραίτητες προσαρμογές στο πρόγραμμα λιτότητας. Θα διαπραγματευόμουν την αναστολή της πληρωμής των τόκων και θα χρησιμοποιούσα το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού για τη θέσπιση προγραμμάτων που αποσκοπούν στην αύξηση της απασχόλησης και στην επανεκκίνηση της οικονομίας. Θα συμφωνούσα στην επανέναρξη της πληρωμής των τόκων με βάση τα αποτελέσματα της ανάπτυξης της οικονομίας.
Και αν όλα αυτά αποτύχουν, κάτι που είναι πολύ πιθανό δεδομένης της τελευταίας αδίστακτης απόφασης, να κατασχεθεί μέρος των τραπεζικών καταθέσεων στην Κύπρο, θα έχω ένα Σχέδιο Β. Και αυτό το σχέδιο θα περιλαμβάνει τη σταδιακή εισαγωγή ενός παράλληλου νομίσματος που θα ενεργοποιηθεί μέσω ενός συστήματος χρεώσεων και πιστώσεων που θα δώσει στην οικονομία τον ελεύθερο χώρο για την εφαρμογή μιας δημοσιονομικής πολιτικής που τόσο πολύ χρειάζεται. Αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει συστημικό κίνδυνο για ολόκληρο το ευρωσύστημα, αλλά αυτό πλέον θα είναι καθαρά πρόβλημα των Βρυξελλών, του Βερολίνου και της Φρανκφούρτης. Περιορισμένης χρήσης παράλληλα νομίσματα έχουν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν με αρκετή επιτυχία, και θα μπορούσε να εφαρμοστεί ένα τέτοιο σύστημα και στην Ελλάδα, παρά τις πολλές δυσκολίες που περικλείει.
Τέλος, θα ήθελα ένα σχόλιο για το σχέδιο διάσωσης που επιβλήθηκε στην Κύπρο.
Η τσαπατσούλικη δουλειά σχετικά με τη “διάσωση” της Κύπρου δείχνει ακόμη μια φορά τις συνεχώς απερίσκεπτες αποφάσεις που λαμβάνονται από το ΔΝΤ, το Βερολίνο και τη Φρανκφούρτη –χωρίς καμία ευαισθησία για τις επιπτώσεις που έχουν οι αποφάσεις στις εθνικές οικονομίες και τους απλούς πολίτες. Ίσως αυτό το σχέδιο να σχεδιάστηκε με σκοπό την τιμωρία της Ρωσίας, αν και φαίνεται ότι θα αποτελέσει πρότυπο τραπεζικών λύσεων για το μέλλον. Αλλά πού ήταν αυτοί οι ανόητοι, ότα νο χρηματοπιστωτικός τομέας της Κύπρου αυξανόταν με απίστευτα γρήγορους ρυθμούς –αν και όχι πολύ διαφορετικούς από αυτούς του Λουξεμβούργου; Και ποια περίμεναν ότι θα είναι τα αποτελέσματα από την επιβολή ενός κουρέματος της τάξεως άνω του 50% στα ελληνικά κρατικά ομόλογα, χωρίς να μεριμνήσουν για την αντιστάθμιση των δυσμενών επιπτώσεων στους ισολογισμούς των τραπεζών της Κύπρου; Το σχέδιο διάσωσης της Κύπρου αποσταθεροποιεί την ασφάλεια και την ευρωστία του συστήματος πληρωμών. Πιθανότατα, δεν θα αργήσουμε να δούμε την έκρηξη του ηφαιστείου θυμού, οργής και απελπισίας – εξέλιξη θα τερματίσει το πολιτικό εγχείρημα της Ε.Ε., το οποίο ξεκίνησαν δεκαετίες πριν οι μεγάλοι ευρωπαίοι ηγέτες, θα σημάνει το τέλος του ενιαίου νομίσματος και της ενωμένης Ευρώπης.