Ο Φίλιπ Στρακ, με ηλικία κάτω από 40, είχε παραχωρήσει πέρυσι αποκλειστική συνέντευξη στην «Κ» με αφορμή τη βράβευσή του από το Ιδρυμα Μποδοσάκη, για την ικανότητά του να δίνει απαντήσεις σε μεγάλα διαρκή κοινωνικά ερωτήματα, με τα εργαλεία της οικονομικής θεωρίας, συμβάλλοντας αποφασιστικά σε έναν φρέσκο αέρα που πνέει στις οικονομικές επιστήμες.
Ο Στρακ βρίσκεται, κατά την Αμερικανική Οικονομική Ενωση, στην κορυφή του νέου κύματος της οικονομίας της πληροφορίας, ενώ σύμφωνα με το Bloomberg έχει ωθήσει στα όρια τα συμπεριφορικά οικονομικά σπάζοντας τα όρια της συμβατικής σοφίας.
Ο Στρακ χρησιμοποιεί τα Οικονομικά για να δώσει πιο ξεκάθαρες απαντήσεις σε ζητήματα όπως οι διακρίσεις, η ιδιωτικότητα ή η κλιματική αλλαγή. Για παράδειγμα, πώς μπορεί κάποιος να ανακαλύψει αν γίνονται διακρίσεις σε βάρος των εργαζομένων, τι σημαίνει ιδιωτικότητα, πώς μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι οι χώρες που έχουν υπογράψει συμφωνίες για την αναχαίτιση της κλιματικής αλλαγής, τις τηρούν, πώς θα μειωθούν οι εκπομπές άνθρακα χωρίς να επιβαρυνθούν οι φτωχοί, εν γένει πώς μπορούμε να οικοδομήσουμε περιβάλλοντα τα οποία διευκολύνουν τη λήψη της σωστής απόφασης μπροστά σε μια μεγάλη απειλή. Ο διακεκριμένος επιστήμονας εντοπίζει και αναλύει όλα όσα επιδρούν στον τρόπο σκέψης μας -την έλλειψη αυτογνωσίας, τη βιασύνη, την αναβλητικότητα- και μας οδηγούν σε λάθη.
Ο Στρακ είναι ο τρίτος οικονομολόγος του Γέιλ που βραβεύεται με το μετάλλιο Clark μετά τον James Tobin το 1955 και τον Marc Nerlove το 1969.
«Συνδυάζοντας τη δημιουργικότητα με τις τεχνικές δεξιότητες και μια ακατασίγαστη παραγωγικότητα ο Φίλιπ Στρακ καταφέρνει να χτίζει γέφυρες σε ένα ευρύ φάσμα κλάδων, όπως η ψυχολογία, η νευροεπιστήμη και η επιστήμη των υπολογιστών», ανέφερε με αφορμή τη βράβευσή του η Αμερικανική Οικονομική Ενωση.
Ο Φίλιπ Στρακ έχει Ελληνίδα μητέρα και Γερμανό πατέρα. Στη Βόννη, όπου γεννήθηκε και πέρασε όλα τα μαθητικά και φοιτητικά του χρόνια, πήγαινε σε απογευματινό ελληνικό σχολείο. Ως εξαιρετικά ταλαντούχο παιδί, άρχισε να σπουδάζει οικονομικά στο Πανεπιστήμιο της Βόννης ήδη από τα γυμνασιακά του χρόνια. Ελαβε δεύτερο πτυχίο στα μαθηματικά, διδακτορικό με άριστα και μετά ξεκίνησε έρευνα στη Microsoft Research στο Κέιμπριτζ της Μασαχουσέτης. Εντάχθηκε στη λίστα των «Top 40 under 40» του περιοδικού Capital, εξελέγη αναπληρωτής καθηγητής στο Μπέρκλεϊ και στη συνέχεια καθηγητής στο Γέιλ. Προ τριετίας επελέγη από την εφημερίδα Handelsblatt ως ο πιο παραγωγικός Γερμανός οικονομολόγος.
Εχει δημοσιεύσει περισσότερες από 50 μελέτες, με πιο πρόσφατες εκείνες σχετικά με τη φορολόγηση που θα συμβάλλει στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα χωρίς να πληγούν οι φτωχοί, σχετικά με τους ψυχολογικούς μηχανισμούς πίσω από την προκατάληψη, με τις επιπτώσεις της υπερβολικής εμπιστοσύνης στη λήψη αποφάσεων, τη διευκόλυνση των διασταυρούμενων μεταμοσχεύσεων κ.ά.
Πηγή: kathimerini.gr/world/