Π.Δ. Στην τελευταία συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Κερατσινίου-Δραπετσώνας, το μοναδικό θέμα συζήτησης ήταν η άσκηση ή μη ενδίκων μέσων κατά της αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, σύμφωνα με την οποία 75 εργαζόμενοι που προσλήφθηκαδυνάμει των ειδικών διατάξεων για την αντιμετώπιση του covid-19, κρίθηκε πως καλύπτουν πάγιες ανάγκες του δήμου και η σύμβασή τους πρέπει να μετατραπεί από ορισμένου χρόνου σε αορίστου χρόνου.
Σύμφωνα με το νόμο, η οικονομική επιτροπή του δήμου είναι υποχρεωμένη να λάβει απόφαση για την άσκηση ενδίκων μέσων κατά της δικαστικής απόφασης, διαφορετικά υπάρχουν βαρύτατες πειθαρχικές, ποινικές και διοικητικές κυρώσεις σε περίπτωση που αρνηθεί ή παραλείψει να λάβει τη σχετική απόφαση. Η οικονομική επιτροπή, την πλειοψηφία των μελών της οποίας έχει η δημοτική αρχή, αποφάσισε να παραπέμψει το θέμα στο Δημοτικό Συμβούλιο, καθώς δεν ήθελε να χρεωθεί την ενδεχόμενη απόφαση για άσκηση ένδικων μέσων και την πολιτική εκμετάλλευση σε βάρος της, αλλά και να επωμιστεί της βαρύτατες συνέπειες που θα είχε μία απόφαση μη άσκησης ένδικων μέσων.
Ποιες είναι αυτές οι συνέπειες που θα επέρχονταν σε περίπτωση που το δημοτικό συμβούλιο αποφάσιζε να μην ασκηθεί ένδικο μέσο και θα ερχόταν σε ευθεία παράβαση του νόμου;
Σύμφωνα με έγγραφο της αποκεντρωμένης διοίκησης έχει ήδη τονιστεί πως θα ασκηθούν πειθαρχικές διώξεις λόγω παράβασης καθήκοντος σε περίπτωση μη τήρησης του νόμου, όπως έγινε ήδη σε παρόμοια περίπτωση στον Δήμο Αγίου Δημητρίου Αττικής. Αυτό συνεπάγεται πως οι δημοτικοί σύμβουλοι που θα είχαν ψηφίσει την μη άσκηση ένδικων μέσων θα κινδύνευαν με την πειθαρχική ποινή της αργίας από τα καθήκοντά τους ή ακόμα και της έκπτωσης από τη θέση που κατέχουν ακόμα και ο ίδιος ο δήμαρχος θα κινδύνευε που θα εφάρμοζε αυτή την απόφαση. Ταυτόχρονα η απόφαση αυτή θα αποτελούσε και την διάπραξη δύο βαρύτατων ποινικών αδικημάτων σε βαθμό κακουργήματος, της παράβασης καθήκοντος και της απιστίας σε βάρος του δήμου, καθώς θα θεωρείτο ως ζημιά η καταβολή του συνόλου των αποδοχών και των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλεται κάθε μήνα στους εργαζόμενους αυτούς. Η άσκηση ποινικής δίωξης και η παραπομπή σε δίκη θα επέφερε την υποχρεωτική αργία των δημοτικών συμβούλων από τα καθήκοντά τους, ενώ ταυτόχρονα όσοι είναι δημόσιοι υπάλληλοι τίθενται σε αργία. Αυτό συνεπάγεται πώς δεν θα εργάζονται και καταβάλλεται μόνο το 50% των αποδοχών τους μέχρι να τελειώσει η δικαστική διένεξη. Κατά τη διαδικασία δε της ανάκρισης θα μπορούσαν να επιβληθούν περιοριστικοί όροι, όπως η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, η καταβολή χρηματικής εγγύησης ή ακόμα και η εμφάνιση κάθε μήνα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής. Χρονικά και με τον βαθμό εκδίκασης των κακουργημάτων, θα μπορούσε να διαρκέσει ακόμα και περισσότερα από 10 χρόνια η δικαστική εκκρεμότητα. Τέλος θα επιβάλλονταν και διοικητικές κυρώσεις με τον χρηματικό καταλογισμό σε βάρος κάθε Δημοτικού συμβούλου του ισόποσου που θα κατέβαλε ο δήμος για όλους τους εργαζόμενους κάθε μήνα. Αυτό θα μπορούσε να επιφέρει την δέσμευση του ΑΦΜ και κατ' επέκταση αδυναμία λήψης φορολογικής ενημερότητας και τον κίνδυνο κατάσχεσης των τραπεζικών λογαριασμών και των περιουσιακών τους στοιχείων. Υπό το βάρος όλων αυτών των συνεπειών φρονώ πως ορθά το δημοτικό συμβούλιο αποφάσισε να ασκηθεί έφεση.
Αυτό βέβαια δεν συνεπάγεται πως οι εργαζόμενοι θα χάσουν τη δουλειά τους, καθώς η απόφαση που έχει εκδοθεί είναι προσωρινά εκτελεστή και άρα θα συνεχίδουν να εργάζονται και θα πληρώνονται κανονικά και ταυτόχρονα να παλέψουμε όλοι για την κατάργηση αυτού του άδικου νόμου που επεμβαίνει στην αυτοτέλεια των δήμων και ταυτόχρονα επιφέρει για τους αιρετούς εξοντωτικές ποινές.
Σ.Δ. 2 Με επίγνωση ότι κακώς άργησα να γράψω αυτά που πιστεύω γι'αυτήν την υπόθεση και ότι είμαι έξω από τον χορό και έχοντας επιπλέον συνειδητοποιήσει ότι τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής μου σιγά σιγά έβαλα σε προτεραιότητα την τήρηση των νόμων, όπως ο Σωκράτης δηλαδή, δίχως αυτό να σημαίνει ότι δε θα αγωνίζομαι για την αλλαγή των νόμων που εκτιμώ ότι δεν είναι δίκαιοι, σωστοί και καλοί, δηλώνω τα εξής:
α) Αν ήμουν δημοτικός σύμβουλος η θεσμική ιδεολογία μου θεωρώ ότι θα ήταν η κύρια αιτία που θα ψήφιζα υπέρ της προσφυγής του Δήμου στα ένδικα μέσα που προβλέπει ο νόμος. Παράλληλα θα αγωνιζόμουν για την αλλαγή του ιδιαίτερα στα άρθρα εκείνα που αφορούν θέσεις εργασίας.
β) Η άλλη κύρια αιτία θα ήταν η άρνησή μου και η αδυναμία μου να πληρώσω όλα όσα βαριά προβλέπει ο νόμος στην περίπτωση που θα ήμουν δημόσιος υπάλληλος. Οι 10 πάντως που ψήφισαν "κατά", κανονικά δε θα πρέπει να χρωστούν χάρη στους 19 που ψήφισαν "υπέρ" και τους γλύτωσαν έτσι από πολλές χρόνιες ταλαιπωρίες και περικοπές μισθών; Να σημειώσουμε εδώ ότι από τους 19 δημοτικούς συμβούλους που ψήφισαν "υπέρ", οι 10, που ψήφισαν κατά συνείδηση, ανήκουν στην συμπολίτευση.
γ) Αυτά, με το δεδομένο ότι θα το σκεφτόμουν πολύ αν θα συμμετείχα σ'αυτό το Δημοτικό Συμβούλιο. Και το λέω αυτό διότι στην Οικονομική Επιτροπή του Δήμου η συμπολίτευση, που δεν έχει την πλειοψηφία στο Δημοτικό Συμβούλιο την έχει όμως σ'αυτήν, βάσει του άλλου άδικου νόμου Θεοδωρικάκου, πήρε όλες τις σημαντικές αποφάσεις αυτά τα τέσσερα χρόνια, τώρα όμως στα δύσκολα πέταξε το μπαλάκι στο Δ.Σ για να βγάλει αυτό τα κάστανα από την φωτιά.
δ) Ακούστηκε και μία λύση που δίνεται στο πρόβλημα με νομικό τρόπο, μιας και ο νόμος λέει ότι μπορεί να ασκηθεί ένδικο μέσο, δηλαδή να κατατεθεί έφεση στο πρωτοδικείο που εξέδωσε την απόφαση, όμως για να ξαναεκδικαστεί η έφεση θα πρέπει ένας από τους διαδίκους να προσδιορίσει την έφεση στο Εφετείο. Αυτό το δικαίωμα το έχει μόνο ο δήμος ή οι εργαζόμενοι και κανένας άλλος. Επίσης χρονικός περιορισμός δεν υπάρχει για να γίνει ο προσδιορισμός στο Εφετείο.
Αυτήν η λύση ακούστηκε στη συνεδρίαση του Δ.Σ και είναι πολύ πιθανόν αυτό να γίνει στη συνέχεια έτσι ώστε οι εργαζόμενοι θα συνεχίσουν να εργάζονται χωρίς κανένα πρόβλημα.